Πρωτοπρεβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος
21-06-2023
1. Θεός καί κόσμος, Φῶς καί σκότος.
Στήν χριστιανική Πίστη εἶναι σαφής ἡ διάκριση ἀνάμεσα στόν Χριστό, πού εἶναι τό Φῶς, καί στόν Κόσμο, πού εἶναι τό σκότος. Μέ τά ἴδια τά ἅγια λόγια Του ὁ Χριστός μᾶς διδάσκει ὅτι ἄρχων τοῦ κόσμου δέν εἶναι ὁ Ἴδιος, ἀλλά ὁ Διάβολος. Ὁ κόσμοςεἶναι ὁ χῶρος τῶν παθῶν.
Γι’ αὐτό ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος μᾶς προτρέπει : «Μή ἀγαπᾶτε τόν κόσμον μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ. Ἐάν τις ἀγαπᾶ τόν κόσμον, οὔκ ἐστιν ἡ ἀγάπη τοῦ πατρός ἐν αὐτῷ. Ὅτι πᾶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ πατρός, ἀλλ’ ἐκ τοῦ κόσμου ἐστί»[1]. Δηλ. «Μήν ἀγαπᾶτε τόν ἁμαρτωλό κόσμο, οὔτε τίς μάταιες ἀπολαύσεις καί τίς ἁμαρτωλές τέρψεις, πού ὑπάρχουν στόν κόσμο, καί οἱ ὁποῖες χωρίζουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό. Ἐάν κανείς ἀγαπᾶ τόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός δέν ὑπάρχει μέσα του. Διότι, κάθε τι πού ὑπάρχει μέσα στόν μακράν τοῦ Θεοῦ κόσμο, ὅπως π.χ. εἶναι ἡ διεφθαρμένη σαρκική ἐπιθυμία, ἡ ἁμαρτωλή ἐπιθυμία, πού εἰσέρχεται στήν καρδιά ἀπό τά ἀπρόσεκτα μάτια καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, αὐτά δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό καί Πατέρα, ἀλλά προέρχονται ἀπό τόν ἁμαρτωλό κόσμο».
Παρομοίως, ὁ ἀββάς Ἰσαάκ ὁ Σύρος μᾶς συμβουλεύει : «Δέν μπορεῖ κανείς νά πλησιάσει στόν Θεό, ἐάν δέν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν κόσμον. Ἀπομάκρυνση δέ ἀπό τόν κόσμο, λέγω, ὄχι νά ἀναχωρήσει σωματικῶς, ἀλλά ν’ ἀπομακρυνθεῖ παντελῶς ἀπό τά πράγματα τοῦ κόσμου. Αὐτό εἶναι ἡ ἀρετή, τό νά ἀδιαφορεῖ ὁ νοῦς περί τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου». Καί λίγο παρακάτω μᾶς προειδοποιεῖ : «Ὅποιος ἀγαπᾶ τήν ἀξία τοῦ κόσμου, δέν μπορεῖ νά ἀποφύγει τά αἴτια τῆς λύπης»[2]. Καί φροντίζει νά μᾶς ὀρίσει τί εἶναι Κόσμος, γιά νά μᾶς εἶναι ξεκάθαρο στό μυαλό μας, ὡς ἑξῆς : «Κόσμος εἶναι ἕνα ὄνομα, γιά νά περιγράψει τά πάθη. Διότι, ἐάν πρώτα δέν γνωρίσει ὁ ἄνθρωπος τί εἶναι κόσμος, οὔτε μπορεῖ νά γνωρίσει πόσα ἀπό τά μέλη του ἀπέχουν ἀπό τόν κόσμο καί πόσα εἶναι δεμένα μαζί του»[3]. Ἀκόμη : «Ὁ κόσμος εἶναι ὡς μία πόρνη, ἡ ὁποία μέ τό κάλλος της ἔλκει στόν πόθο της ἐκείνους, πού τήν βλέπουν. Καί ὅποιος κυριευτεῖ ἀπό τόν πόθον του καί περιπλεχτεῖ στά πράγματά του, δέν μπορεῖ νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά χέρια του … καί ἐν τῇ ὤρᾳ τοῦ θανάτου τότε, ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει ὅτι πραγματικῶς ὁ κόσμος εἶναι πλάνος καί ἀπατεών»[4].
Ἀλλά, καί ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ὁ συγγραφεύς τῆς Κλίμακος, ὅπως καί ὁ ἀββάς Ἰσαάκ, ὀρίζει τήν ἀποταγή ἀπό τόν κόσμο, ὡς τό πρῶτο σκαλοπάτι τῆς Κλίμακος στόν δρόμο τῆς ἁγιότητος[5].
«Μέσα στόν ἄνθρωπο γίνεται διαρκῶς ἕνας ἀγῶνας, μία πάλη. Δύο δυνάμεις, μία φιλική πρός τόν Θεό καί μία φιλική πρός τόν κόσμο … Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἡ ρίζα καί ἡ πηγή κάθε ἀρετῆς. Ἡ ἀγάπη πρός τόν κόσμο καί τά ἀγαθά του εἶναι αἰτία κάθε κακίας. Οἱ δύο αὐτές ἀγάπες εἶναι ἐχθρικές μεταξύ τους. Παραθέτει (ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς) πρός κατοχύρωση αὐτῶν χωρία ἐκ τῆς Γραφῆς, ἀπό τόν ἅγιο Ἰάκωβο τόν Ἀδελφόθεο[6] καί ἀπό τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη «ἡ ἀγάπη τοῦ κόσμου ἔχθρα εἰς Θεόν. Ὅστις θέλει φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται» καί «ἐάν τις ἀγαπᾶ τόν κόσμον, οὐκ ἔστιν ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρός ἐν αὐτῷ». Αἰτία πάλιν τῆς ἀγάπης πρός τόν κόσμο εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τό σῶμα καί ἡ εὐπάθεια τοῦ σώματος»[7].
Ἑπομένως, μέ τόν κόσμο δέν πρέπει νά ἔχει καμμιά σχέση ὁ ἀληθινός χριστιανός, γιά νά μήν ἐκκοσμικευθεῖ καί περιπέσει ἐν προκειμένῳ μέ τά «πολιτικά» σέ ἰσχυρογνωμοσύνη, φανατισμό, διένεξη καί διαίρεση, κομματοποίηση, κομμάτιασμα κ.λπ. μέ τούς ἀδελφούς του καί ἀπώλεια τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης γιά φίλους καί ἐχθρούς, σέ ὑλοφροσύνη, σέ περισπασμό καί ἀποπροσανατολισμό ἀπό τό κύριο πνευματικό του καθῆκον τῆς κατά Χριστόν ζωῆς καί τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς του.
2. Πολιτικός = ὑποκριτής, κόλαξ, δόλιος, ψεύστης, πανοῦργος, πονηρός. Πολιτική = τέχνη φανερὰ διαβολική.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀστραχᾶν καὶ Σταυρουπόλεως Νικηφόρος Θεοτόκης (18ος αἰ.) στήν ὁμιλία του στήν Α΄ Κυριακή τοῦ Λουκᾶ περὶ τοῦ ὅτι ἡ τήρησις τῶν θείων ἐντολῶν εἶναι χορηγὸς καὶ τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν γράφει : «Καὶ ἄλλη ὅμως πλάνη, χειροτέρα ἀπὸ αὐτὴν κατακυριεύει πολλούς. Πιστεύουν πολλοὶ ὅτι ὁ πολιτικὸς ἄνθρωπος ἀπολαμβάνει τὰ ἀγαθά τοῦ κόσμου. Ὁ πολιτικός, λέγουν, γίνεται στὸν κόσμον αὐτὸν εὐτυχής. Καί γίνομαι πολιτικός, ὅταν μισῶ καί ὑποκρίνομαι ὅτι ἀγαπῶ˙ ὅταν ἔχω τήν ἔχθραν στήν καρδία μου καί γλυκά καί φιλικά λόγια στά χείλη μου˙ ὄταν εἶμαι ἐχθρός θανατηφόρος καί φαίνομαι φίλος ἠγαπημένος. Γίνομαι πολιτικός, ὅταν, γιά νά ἀρέσω στούς ἀνθρώπους, λέγω τό πικρόν γλυκύ καί τό γλυκύ πικρόν˙ ὅταν ὀνομάζω τό σκότος φῶς καί τό φῶς σκότος. Ὅταν μέ ψεῦδος ἤ δόλον ἤ μέ διαφόρους ἄλλους τρόπους πλανήσω τόν ἀδελφόν μου καί ἐπιτύχω τούς σκοπούς μου, τότε εἶμαι πολιτικός˙ ὅταν ἄλλο σκέπτομαι καί ἄλλο λέγω, ἄλλο θέλω καί ἄλλο ζητῶ, τότε εἶμαι πολιτικός. Ὥστε, γιὰ νὰ εἰποῦμε τὴν ἀλήθειαν φανερά, πολιτικὸς εἶναι ὁ ὑποκριτής, ὁ κόλαξ, ὁ δόλιος, ὁ ψεύστης, ὁ πανοῦργος καὶ πονηρός˙ ἡ δὲ ἐπιστήμη, ποὺ καλεῖται πολιτική καὶ τόσον ἐπαινεῖται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ θαυμάζεται, εἶναι τέχνη φανερὰ διαβολική»[8].
Εἶναι, λοιπόν, σαφές γιά τόν χριστιανό πιστό ὅτι δέν πρέπει νά ἀναμειγνύεται μέ τά πράγματα τοῦ κόσμου, ὅπως μᾶς λέγουν τό Εὐαγγέλιο καί οἱ Ἅγιοί μας, καί νά ἀποφεύγει πάσῃ θυσίᾳ τήν ἐκκοσμίκευση. Οἱ πολιτικές ἐκλογές εἶναι πράγματα τοῦ κόσμου. Εἶναι μιά τυπική, ἀλλά καθόλου οὐσιαστική διαδικασία τοῦ κόσμου, μέσῳ τῆς ὁποίας παρέχεται ἡ εὐκαιρία ἤ μᾶλλον ἡ ἐξαπάτηση στούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου ν’ ἀποφασίσουν δῆθεν ἀπό μόνοι τους πῶς νά διακυβερνᾶται ὁ κόσμος τους. Ὅ,τι κι ἄν ἀποφασίσουν, ὅμως, ἕνα εἶναι σίγουρο : ὅτι ὁ Διάβολος διαφεντεύει τόν κόσμο καί οἱ διάφοροι ἀνθρώπινοι κυβερνήτες τοῦ κόσμου, πού προβάλλονται, μόνο τυπικοί κυβερνήτες εἶναι γιά «τά μάτια τοῦ κόσμου».
3. Ἀπόλυτη πίστη στόν Μεγάλο Κυβερνήτη καί Πλανητάρχη Χριστό.
Ὁ χριστιανός γιατί νά ἐνδιαφέρεται πῶς θά κυβερνηθεῖ ὁ χῶρος τῆς ἁμαρτίας; Αὐτός ὁ ἴδιος ἀνήκει στόν χῶρο τοῦ Χριστοῦ. Κυβερνήτης του εἶναι ὁ παντοδύναμος Χριστός. Δέν χρειάζεται ἄλλους κυβερνήτες καί μάλιστα ἀνθρώπινους. «Ἀγαθόν πεποιθέναι ἐπί Κύριον ἤ πεποιθέναι ἐπ’ ἄνθρωπον. Ἀγαθόν ἐλπίζειν ἐπί Κύριον ἤ ἐλπίζειν ἐπ’ ἄρχουσι»[9]. Δηλ. «Ἀσυγκρίτως καλύτερο καί ἀσφαλέστερο εἶναι νά στηρίζει κανείς τήν ἐλπίδα καί τήν πεποίθησή του στόν Κύριο, παρά νά βασίζεται στήν βοήθεια καί συμμαχία ἀνθρώπου. Εἶναι ἀσυγκρίτως προτιμότερο νά ἐλπίζει κανείς στόν Κύριο, παρά νά ἐλπίζει σέ ἄρχοντες καί ἡγεμόνες». «Μή πεποίθατε ἐπ’ ἄρχοντας, ἐπί υἱούς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία»[10]. Δηλ. «Μή στηρίζετε τήν πεποίθηση καί τήν ἐλπίδα σας σέ κοσμικούς ἄρχοντες, σέ υἱούς καί ἀπογόνους τῶν ἐφημέρων καί ἀδυνάτων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν τήν δύναμη νά σᾶς σώσουν». Οὔτε φοβᾶται τί θά τοῦ κάνουν οἱ ἀνθρώπινοι κυβερνήτες ἤ ἄλλοι, ὅταν ἔχει μαζί του τόν Ἄρχοντα τοῦ Παντός. «Ἐπί τῷ Θεῷ ἤλπισα, οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος»[11]. Δηλ. «Στόν Θεό στήριξα τίς ἐλπίδες μου˙ δέν θά φοβηθῶ τί θά κάνει ἐναντίον μου ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος πάντοτε εἶναι ἀσθενής καί φθαρτός». Γιατί, λοιπόν, νά ἐπιθυμεῖ νά ἐγκαταλείψει τόν κυβερνήτη του Χριστό, νά εἰσέλθει στόν κόσμο τοῦ Διαβόλου καί ν’ ἁμαρτήσει; Γιατί, ἁμαρτία εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό. Δέν μᾶς τό λέγει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν Β΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή του; «Τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος, τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός Βελίαλ ἤ τίς μερίς πιστῷ μετά ἀπίστου, τίς δέ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετά εἰδώλων; ὑμεῖς γάρ ναός Θεοῦ ἐστέ ζῶντος»[12]. Δηλ. «Ποιά ἐπικοινωνία μεταξύ φωτός καί σκότους μπορεῖ νά ὑπάρξει; Ποιά συμφωνία μπορεῖ νά γίνει μεταξύ τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Σατανᾶ; Ἤ ποιό μερίδιο μπορεῖ νά ἔχει ἕνας πιστός μ’ ἕναν ἄπιστο; Καί πῶς μπορεῖ νά βρίσκονται μαζί στόν ἴδιο τόπο ὁ ναός τοῦ Θεοῦ καί τά εἴδωλα; Ναί· δέν ἔχουν καμμία θέση τά εἴδωλα σ’ἐσᾶς. Διότι, ἐσεῖς εἶστε ναός τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ». Καί εἶναι δυνατόν ὁ πιστός νά πιστεύει μέ πάθος, ἀλλά λανθασμένα, ὅτι ἡ ψήφος του στίς ἐκλογές σέ συγκεκριμένο κόμμα εἶναι πιό ἰσχυρό ὄπλο πάνω στά γεγονότα τῆς ζωῆς του ἀπό τήν προσευχή, τή νηστεία, τήν μυστηριακή ζωή του, τήν ἐφαρμογή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, τήν Θεία Πρόνοια; Ἀλλοίμονο! Ἄν αὐτό δέν ἔχει ἐμπεδωθεῖ βαθειά μέσα του καί ἀναζητᾶ ἀλλοῦ Μεσσίες, βρίσκεται σέ μιά κατάσταση ὀλιγοπιστίας, εἶναι ἕνας ἐκκοσμικευμένος, χλιαρός χριστιανός.
Συνεπῶς, πέραν πάσης ἀμφιβολίας, ἡ ἀποχή, ἡ ἀποτείχιση ἀπό τίς ἐκλογές, ἡ ἀποχή δηλ. ἀπό τά πράγματα τοῦ κόσμου, ἡ ἀποχή ἀπό τήν ἐκκοσμίκευση μέ κάθε τρόπο, εἶναι ἡ ἁγιογραφική ἐντολή. Ἀντίθετα, ὅσοι ἐνθαρρύνουν καί διδάσκουν τήν συμμετοχή στίς ἐκλογές, στά πράγματα τοῦ κόσμου καί τήν ἐκκοσμίκευση, διδάσκουν ἀντίθετα ἀπό τό Εὐαγγέλιο καί τούς Ἁγίους Πατέρες μας.
4. Κόμμα = κομμάτι, διαίρεσις. Ἐκκλησία = ἑνότης
Λέγει ὁ μακαριστός Ἀρχιμ. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος : «Ἡ λέξις «κόμμα» σημαίνει κομμάτι, ὄχι ὅλο. Τά κόμματα διαιροῦν. Ἡ λέξις «Ἐκκλησία» σημαίνει ἑνότητα. Ἐκ+καλῶ, μαζεύω, συναθροίζω. Τό ὄνομα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὄνομα ἑνότητος. Ἐκκλησία σημαίνει σύναξις. Κόμμα σημαίνει διαίρεσις. Δέν μπορεῖ, λοιπόν, ὁ κληρικός νά κομματίζεται καί νά ἔχει ἐχθρούς τούς μέν ἤ τούς δέ. Θά τούς ἀγκαλλιάζει ὅλους… Δέν θά φανερώνει τίς πεποιθήσεις του καί δέν θά ἐχθρεύεται ὅσους ἔχουν διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις. Εἶναι πατέρας ὅλων… Δέν ἐπιτρέπεται οἱ κληρικοί ν’ ἀσχολοῦνται μέ πολιτικές διαμάχες»[13].
5. Ἱεροί Κανόνες˙ καμμία ἀνάμειξη τοῦ κληρικοῦ στά πολιτικά πράγματα.
Ἐπιπλέον, ὀ κληρικός δέν ἐπιτρέπεται νά παροτρύνει τούς πιστούς νά συμμετάσχουν στίς πολιτικές ἐκλογές τοῦ κόσμου, οὔτε νά ὑποδεικνύει, ἐμμέσως ἤ σαφῶς, νά ὑπερψηφιστεῖ συγκεκριμένο κόμμα. Αὐτό εἶναι κατάφορη παραβίαση τῶν ἑξῆς Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ὀρίζουν τό ἐπιτίμιο τῆς καθαιρέσεως γιά τούς παραβαίνοντες : 6ου, 81ου, 83ου Κανόνων τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, 7ου τῆς Δ΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί 11ου τῆς ΑΒ΄ Συνόδου[14]. Δέν μπορεῖ ἀπό τήν μιά νά ἐλέγχουμε τούς παναιρετικούς Οἰκουμενιστές γιά παραβίαση Κανόνων, καί ἀπό τήν ἄλλη νά κάνουμε κι ἐμεῖς τό ἴδιο.
6. Ἡ ἀποτείχισις
Οἱ ὀρθῶς ἀποτειχισθέντες δέν ἐφαρμόζουμε τήν ἱερά ἀποτείχιση, γιατί εἴμαστε σχισματική σέκτα ἤ ὀμάδα διαμαρτυρίας «ἀγανακτισμένων» ἐναντίον εἶτε τῆς ἐξουσίας τῆς διοικούσης «ἐκκλησίας», εἶτε τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, λόγῳ τῶν μέτρων γιά τόν κορωνοϊό, οὔτε χολωμένοι πιστοί ἐναντίον τῶν ψευδεπισκόπων, οὔτε ὀμάδα πιέσεως, γιά νά ἐξαναγκάσουμε τούς ψευδεπισκόπους νά κάνουν Σύνοδο καί ν’ ἀποκηρύξουν τόν Οἰκουμενισμό (οὐτοπία), οὔτε πολιτικός ὀργανισμός, γιά νά πάρουμε τήν πολιτική ἐξουσία καί νά ἐπιβάλουμε ἀναγκαστικά τόν Χριστιανισμό μέ νόμους (!) σέ ἐκόντες καί ἄκοντες, σέ ἀντίθεση μέ τό εὐαγγελικό «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν»[15], ὅπως ἀκριβῶς τό Ἰσλάμ μέ τή σαρία καί τήν θεοκρατία του, ἀλλά ἁπλοί πιστοί, πού δέν ἐπιθυμούμε τίποτε ἄλλο, παρά τόν Παράδεισο καί τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν καί τήν βεβαιότητα ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ὅτι πράγματι μεταλαμβάνουμε Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ ἀπό τό Ἅγιο Δισκοπότηρο, πού μόνο αὐτό θά μᾶς ἐπιτρέψει νά ἐπιτύχουμε τήν αἰώνια ζωή.
7. Ἐμπλοκή χριστιανῶν στήν πολιτική
Συμπιεσμένοι ψυχολογικά καί μαρτυρώντας σωματικά καί πνευματικά ἀπό τήν συμπεριφορά καί τίς πράξεις μιᾶς ἀντιχριστιανικῆς κοινωνίας καί πολιτικῆς ἡγεσίας, πού πάει ἀπό τό κακό στό χειρότερο, μιᾶς κοινωνίας, πού εἶναι παντελῶς ἀντίθετη στίς δικές τους ἀρχές καί ἀξίες, καί τούς καταπιέζει, κάποιοι χριστιανοί ἀποφασίζουν, φεύγοντας ἀπό τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ, νά μποῦν αὐτοί μέσα στό σκότος καί τά πάθη τοῦ κόσμου, νά ἐμπλακοῦν στήν πολιτική διαδικασία, νά συγκρουστοῦν μέ τούς ἀντιχρίστους πολιτικούς, καί τελικά κατ’ εὐχήν ν’ ἀναλάβουν αὐτοί τήν ἐξουσία τοῦ κόσμου, γιά νά τόν ἐπαναφέρουν στήν χριστιανική ρότα μέ τήν ἐφαρμογή νόμων τοῦ κράτους.
Ἄς δοῦμε, ὅμως, τήν κολοσσιαία δαιμονική πλάνη, πού κρύβεται πίσω ἀπό μιά τέτοια προσπάθεια καί ἐπιδίωξη.
8. Θεοκρατία. Ἰσλάμ, Ἰουδαϊσμός, Παπισμός, Προτεσταντισμός
Ἡ ἐπιβολή τῶν ἀρχῶν μιᾶς θρησκείας διά κρατικῶν νόμων εἶναι ὁ ὀρισμός τῆς θεοκρατίας. Αὐτό εἶναι ἡ πεμπτουσία καί αὐτό πρεσβεύουν τόσο ὁ Μωαμεθανισμός (πχ. σαρία), ὅσο καί ὁ Ἰουδαϊσμός, ἀλλά καί οἱ δυτικές αἱρέσεις. Μήν ξεχνᾶμε ὅτι ἡ αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ ἀπό τήν ἀρχή του ἴδρυσε κράτος καί παγκόσμια πολιτική καί οἰκονομική ἐξουσία, ὅπως καί παγκόσμιο «χριστιανικό» ἡγέτη. Στά νεώτερα χρόνια, τήν ἐποχή τοῦ κοινοβουλευτισμοῦ, ἴδρυσε ὅλα τά χριστιανοδημοκρατικά κόμματα τῆς Δύσεως, τά ὁποία ἦταν τό πολιτικό πρόσωπο τοῦ Βατικανοῦ, καί ἤσκησαν μακροχρόνια ἐξουσία στά παπικά κράτη τῆς Δύσεως. Σέ ἀντιπερισπασμό, ἡ αἵρεση τοῦ Προτεσταντισμοῦ καί οἱ διάφορες παραφυάδες του (πχ. Μεθοδιστές) ἴδρυσαν καί ἐνίσχυσαν διάφορα ἐργατικά – σοσιαλιστικά κόμματα.
9. Ἡ ζημία, πού ἐπιφέρουν τά «χριστιανικά ὀρθόδοξα» κόμματα.
Τά δῆθεν «χριστιανικά ὀρθόδοξα» κόμματα, χωρίς ἴσως νά τό καταλαβαίνουν, θέλουν νά ἐπαναλάβουν τό ἴδιο καί νά ἔχουν ἐξουσία, δηλ. νά ἀντιγράψουν τίς θρησκεῖες τῶν ἐθνῶν καί τίς αἱρέσεις, πού, ὅμως, εἶναι δαιμόνια[16]. Συνεπῶς, σ’ αὐτή τους τήν ἐπιδίωξη δέν ὑπάρχει τίποτε χριστιανικό, ἀλλά μόνο ὁ Διάβολος, πού μέ τόν τρόπο αὐτό, διαμέσου τους, προσπαθεῖ νά ἐκκοσμικεύσει καί νά πολιτικοποιήσει τήν χριστιανική διδασκαλία, γιά νά τήν ἐμπλέξει μέσα στήν ἀντιπαλότητα, τόν πόλεμο καί τά πάθη τῶν ἀνθρώπων τῆς πολιτικῆς κι ἔτσι νά τήν ἐξουθενώσει, νά τήν ὑποβαθμίσει, νά τήν φθείρει καί νά τήν ἀπομειώσει κ.λπ. στά μάτια τῶν ἀνθρώπων, πού ὡς ἀποτέλεσμα ἀναπόφευκτα θ’ ἀπομακρυνθοῦν ἀπ’ αὐτήν. Μία ἀπό τίς αἰτίες τῆς σημερινῆς ἀθεΐας καί τοῦ ἀντιχριστιανισμοῦ στήν Δύση εἶναι ἡ ἵδρυση καί οἱ αὐθαιρεσίες, ἡ διαφθορά καί ἡ καταπίεση τῶν «χριστιανοδημοκρατικῶν» κομμάτων τοῦ Παπισμοῦ, πού εἶχε τελικά ὡς συνέπεια σήμερα νά ἔχουν χάσει ὅλη τήν δύναμή τους καί νά ἔχουν ἐξαφανιστεῖ μερικῶς ἤ ὁλικῶς στίς διάφορες χώρες τῆς αἱρετικῆς Δύσεως. Διότι, οἱ ἄνθρωποι μοιραία ταύτισαν τόν χριστιανισμό μέ τά πολιτικά, «χριστιανοδημοκρατικά» κόμματα, που ἀποδείχτηκαν στήν πορεία φαύλα, μέ ἀποτέλεσμα μαζί μέ τά κόμματα αὐτά ν’ ἀπομακρυνθοῦν καί ἀπό τήν χριστιανική Πίστη.
10. Χριστιανισμός = Θεία Ἀποκάλυψη, ὄχι πολιτική ἤ κοινωνική ἰδεολογία
Ὁ Χριστιανισμός δέν εἶναι πολιτική ἤ κοινωνική ἰδεολογία, πού ἐπιβάλλεται μέ πολιτικό ἀγῶνα καί κρατικούς νόμους, ὅπως ἐπιδιώκουν τά δῆθεν «χριστιανικά ὀρθόδοξα» κόμματα, ἀλλά πνευματική Θεία Ἀποκάλυψη, πού στηρίζεται στήν ἐλεύθερη ἐπιλογή της ἀπό τόν κάθε ἄνθρωπο. Ὁ Θεός δέν ἀναγκάζει τόν ἄνθρωπο νά τόν ἀποδεχτεῖ μέ ὑποχρεωτικούς ἀνθρώπινους νόμους, διότι, ἐξαιτίας τῆς ὑπεραγαθότητός Του, σέβεται πάντοτε καί δέν καταργεῖ ποτέ τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου, δηλ. τό «κατ΄ εἰκόνα», πού Αὐτός ὁ Ἴδιος τοῦ τό ἔδωσε ὡς Πλάστης του, τήν ἐλευθερία του καί τήν λογική του.
11. Κακό = ἁμαρτία
Οἱ ἀνωτέρω ἀνθρώπινες καί ὄχι θεϊκές μεθοδεύσεις πηγάζουν ἀπό τήν ἑσφαλμένη ἀντίληψη ὅτι τά κακά τῆς ἀνθρωπότητος εἶναι κάτι ἔξω ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ὄχι κάτι ἀπό μέσα του, προϊόν τῶν ἐξωτερικῶν συνθηκῶν καί ὄχι τῆς καταστάσεως τοῦ νοῦ καί τῆς ψυχῆς του. Ἄρα, ἡ ἐπιδίωξη τῶν δῆθεν «χριστιανικῶν ὀρθοδόξων» κομμάτων εἶναι ν’ ἀλλάξουν οἱ ἐξωτερικές συνθῆκες μέ νόμους, χωρίς ν’ ἀλλάξει ἡ ἐσωτερική πνευματική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. «Τί πρέπει νά κάνει ὁ Χριστιανός; Νά φροντίσει πρώτα νά ἀλλάξει τίς συνθῆκες τῆς κοινωνικῆς ζωῆς, γιά νά ζήσει μέ ἄνεση ὑλική ἤ νά βελτιωθεῖ πρῶτα πνευματικά; Νά προσέξει τόν ἐσωτερικό ἤ τόν ἐξωτερικό ἄνθρωπο; … ἦταν φυσικοί καί ὑλικοί οἱ συντελεστές τῆς πτώσεως; Ἦταν κοινωνικό τό κακό ἤ πνευματικό; Εἶναι σαφέστατη καί καθαρή σάν κρύσταλλο ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ. Δέν ὑπάρχει πουθενά ἀλλοῦ τό κακό, παρά μόνο στήν ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία εἶναι τό μοναδικό κακό, πού ἀποδιοργανώνει τόν ἄνθρωπο καί τίς κοινωνίες. Αὐτή εἶναι ἡ πηγή καί ἡ ρίζα τῶν κακῶν. Ἑπομένως, κάθε προσπάθεια ἐξαλείψεως τῶν κακῶν δέν πρέπει νά ἔχει σάν στόχο τήν βελτίωση τῶν ἐκτός τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά τῶν ἐντός»[17].
12. Τά σοσιαλίζοντα πνευματικά ἐγγόνια τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ
«Ὁ παλαιός νόμος, ὀ ἰουδαϊκός, φρόντιζε νά περιστείλει τό κακό ἐξωτερικά, ὅπως κάνουν καί σήμερα τά σοσιαλίζοντα πνευματικά ἐγγόνια τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ. Ὀ νόμος, ὅμως, τῆς χάριτος, ἡ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου μᾶς βοηθᾶ νά νικήσουμε τό κακό μέσα μας»[18]. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «ἐπιχειρώντας νά κάνει μιά διάγνωση τῶν προσανατολισμῶν τῶν ἀκροατῶν του, λέγει ὅτι ἔχει τήν ἐντύπωση πώς δέν ἀγωνίζονται μέ τά πνευματικά ὅπλα, ἀλλά μέ σαρκικά, ὅτι δέν ζητοῦν τήν ἀπολύτρωση ἀπό τούς ἐσωτερικούς πειρασμούς, ἀλλά ζητοῦν τήν ἀπολύτρωση ἀπό τά ἐξωτερικά κακά, ζητοῦν ὑλική ἄνεση, Εἶναι λαθεμένος αὐτός ὁ δρόμος, διότι ἡ πνευματική ἀπολύτρωση δέν προσφέρει μόνον ψυχική σωτηρία, ἀλλά καί τήν σωτηρία ἀπό τά πρόσκαιρα κακά, τά ὁποῖα ἔχουν τήν πηγή τους στήν ἁμαρτία»[19].Ἀκριβῶς ὅτι κάνουν οἱ ἰδρυτές, τά μέλη καί οἱ ὀπαδοί τῶν δῆθεν «χριστιανικῶν ὀρθοδόξων» κομμάτων, πού χρησιμοποιοῦν σαρκικά ὅπλα (πολιτικός ἀγῶνας), γιά νά ἀντιμετωπίσουν μόνο τά ἐξωτερικά κακά, ἀντί γιά πνευματικά ὅπλα, γιά νά ἀντιμετωπίσουν τά ἐσωτερικά κακά (πνευματικός ἀγῶνας).
13. Ἰουδαϊκός Μεσσιανισμός. Ἰουδαϊκῆ μορφή τοῦ Χριστιανισμοῦ. Κρυπτο-ἰουδαῖοι Μεσσιανιστές.
Ἡ ἀντίληψη γιά τήν ἀνάληψη πολιτικῆς δράσεως ἀπό θρησκευόμενους ἀνθρώπους μέ σκοπό τήν ἑδραίωση στήν κοινωνία θρησκευτικῶν ἀρχῶν καί ἀξιῶν ἤ καί τήν ἐπίτευξη συγκεκριμένων πολιτικῶν καί ὄχι θρησκευτικῶν σκοπῶν, δέν εἶναι καθόλου νέα, ἀλλά πανάρχαια. Ἀπό αὐτήν τήν ἀντίληψη, γιά παράδειγμα, διακατεχόταν ὁ μαθητής καί προδότης Ἰούδας, ὁ ὁποῖος ἀπογοητεύτηκε σφοδρότατα μέχρι προδοσίας ἀπό τό Θεῖο Πρόσωπο τοῦ Διδασκάλου Ἰησοῦ, γιατί Αὐτός δέν ἔδειξε καμμία πρόθεση καί ἐπιθυμία νά ἐμπλακεῖ στά πολιτικά ζητήματα τῆς ἐποχῆς Του μέ τήν δύναμη, πού εἶχε, καί τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ λαοῦ, πού τόν συνόδευε, γιά ν’ ἀπαλλάξει τούς Ἑβραίους ἀπό τίς δοκιμασίες καί τά βάσανα, πού περνοῦσαν, καί νά τούς ἀπελευθερώσει ἀπό τούς κατακτητές Ρωμαίους ὡς Μεσσίας. «Οἱ ὑποστηρικτές αὐτῆς τῆς ἀπόψεως εἶναι ταγμένοι ἐνδόμυχα στό πλευρό ἑνός Χριστιανισμοῦ, πού συνεχίζει τόν Ἰουδαϊκό Μεσσιανισμό, σκέπτονται ὅπως οἱ δύο μαθηταί τοῦ Χριστοῦ, πού νόμισαν ὅτι ὁ Χριστός, σάν κοινωνικός ἐπαναστάτης καί μεταρρυθμιστής, θά ἴδρυε ἐγκόσμια βασιλεία καί τοῦ ζητοῦσαν γι’ αὐτό θέσεις. Θέλουν τά ἔσχατα καί τήν μακαριότητα νά ἐπιτυγχάνονται στά πλαίσια αὐτῆς τῆς φάσεως τοῦ κόσμου, τόν πόνο, τήν θλίψη καί τίς κοινωνικές ἀνισότητες νά ἐξαφανίζονται μέ νομοθετική ρύθμιση καί μέ τήν δημιουργία τῶν καταλλήλων ἐξωτερικῶν πλαισίων. Είναι στά κρυφά ὀπαδοί μιᾶς ἰουδαϊκῆς μορφῆς τοῦ χριστιανισμοῦ, πού μέσῳ τῶν διαφόρων χιλιαστικῶν τάσεων τοῦ Μεσαίωνος, πού κι αὐτές εἶναι ἔντονα ἰουδαϊκά χρωματισμένες, ἀπέληξε στήν κομμουνιστική ἐσχατολογία τοῦ Γερμανοεβραίου Μάρξ. Καυχῶνται ὅτι εἶναι ὀπαδοί τοῦ βιβλικοῦ Χριστιανισμοῦ. Ξεχνοῦν, ὅμως, ὅτι ἡ βίβλος δέν εἶναι μόνον ἡ Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά καί ἡ Καινή. Καί τό πνεῦμα τῆς Καινῆς Διαθήκης δέν εἶναι οὔτε ἰουδαϊκό, οὔτε ἑλληνικό. Εἶναι τό καινούργιο πνεῦμα, ἡ καινή διδαχή, πού ἀποκάλυψε ὁ Χριστός στόν κόσμο»[20]. Μέ ἁπλά λόγια, ὅσοι χρησιμοποιοῦν τόν Χριστιανισμό γιά πολιτική δράση μέσα στόν κόσμο, εἶναι στήν πραγματικότητα κρυπτο-ἰουδαῖοι Μεσσιανιστές καί καθόλου χριστιανοί! Ἄς σημειωθεῖ παρεμφερῶς ὅτι καί ὁ Ἀντίχριστος παγκόσμιος πολιτικός ἡγέτης θά εἶναι καί ὅτι οἱ δίκαιοι μπορεῖ εὔκολα νά πλανηθοῦν καί νά τόν πιστέψουν ὡς σωτῆρα, ἄν κι αὐτοί ἐθιστοῦν στό διάβα τῆς Ἱστορίας ἀπό δῆθεν «χριστιανικά ὀρθόδοξα» κόμματα στήν ἰδέα ὅτι ὁ Χριστιανισμός εἶναι πολιτική δράση!
«Ἕνας τέτοιος Χριστιανισμός προβάλλεται ἀπό πολλούς καί στίς ἡμέρες μας. Ἕνας χριστιανισμός, ὄχι σάν ἔξοδος ἀπό τήν ἁμαρτία καί τό κακό, σάν ἀνάσταση πνευματική, ἀλλά σάν ἔξοδος ἀπό τά γνωστά κοινωνικά καί πολιτικά συστήματα καί πορεία πρός ἄλλα, δῆθεν χριστιανικώτερα καί γνησιώτερα. Καί ἐπειδή αὐτό εἶναι τό ρεῦμα τῆς ἐποχῆς, αὐτές εἶναι οἱ ἐπιθυμίες τοῦ «κόσμου», συσχηματίζουν πολλοί τόν Χριστιανισμό μέ τόν «κόσμο», συμπορεύονται καί συνοδοιποροῦν μέ τόν «κόσμο» καί εἰσπράττουν καί τά χειροκροτήματα τοῦ κόσμου». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς «δέν ἐντοπίζει σέ κανενός εἴδους «κατεστημένο» τήν αἰτία τῶν ἀνωμαλιῶν. Ὑπάρχει ἕνα μόνο «κατεστημένο», πού εἶναι κοινό σ’ ὅλους, στούς πλουσίους καί στούς πτωχούς, στούς ἄρχοντας καί στούς ἀρχομένους, τό «κατεστημένο» τῆς αμαρτίας». Σύμφωνα, λοιπόν, μέ τά ἀνωτέρω, τά δῆθεν «χριστιανικά ὀρθόδοξα» κόμματα δέν εἶναι χριστιανικά, ἀλλά κρυπτο-ἰουδαϊκά, καί οὔτε ὀρθόδοξα, ἀφοῦ συσχηματίζουν τόν Χριστιανισμό μέ τόν κόσμο, θεωρώντας τον ἕνα πολιτικό καί κοινωνικό σύστημα, καί ὄχι πνευματική Ἀνάσταση.
14. Ἄρνηση ἄρσεως Σταυροῦ
Ποιά ἀκριβῶς εἶναι τά κίνητρα καί ἡ ψυχολογία, ἀλλά ταυτόχρονα καί τό λάθος τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, πού γοητεύονται καί ἐνθουσιάζονται ἀπό τήν ἐμφάνιση ἑνός δῆθεν «χριστιανικοῦ ὀρθοδόξου» κόμματος στόν πολιτικό ὀρίζοντα, πού θά τούς ἐκπροσωπήσει, θά ἐκφράσει δημοσίως τίς δικές τους ἀπόψεις, θά «πολεμήσει» γι’ αὐτούς καί γιά τίς χριστιανικές αξίες, θ’ ἀνατρέψει τήν ἀντιχριστιανική κατάσταση καί τά ἀντιχριστιανικά μέτρα καί, τελικά, θά μπορέσει νά ἐγκαθιδρύσει μιά «χριστιανική» κοινωνία, μιά Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ἐπί γῆς;
Ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, καταπιεσμένοι σωματικά καί ψυχικά ἀπό τήν ἀντιχριστιανική πολιτική ἐξουσία καί κοινωνία καί ἀπό τό μαρτύριο τῆς χριστιανικῆς Πίστεως μέσα σέ μιά τέτοια κοινωνία, κάτι πού ἔγινε πιό ἔντονο τήν περίοδο τῆς ἐπιδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ, στό βάθος τῆς καρδίας τους ἐπιθυμοῦν σφόδρα μέσα ἀπό τήν πολιτική δράση ν’ ἀπελευθερωθοῦν ἀπ’ αὐτό τό μαρτύριο, νά ζήσουν μιά πιό ἄνετη καί εὐτυχισμένη ζωή, χωρίς δυσκολίες γι’ αὐτούς καί τά παιδιά τους καί γι’ αὐτό κινητοποιοῦνται. Στήν πραγματικότητα, ὅμως, αὐτό, πού θέλουν, εἶναι νά ἄρουν ἀπό τούς ὤμους τους τόν Σταυρό γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἔχοντας ἀποτύχει νά συλλάβουν τό βαθύτερο νόημα, ἀλλά καί τήν φύση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Γιατί ἀγνοοῦν ὅτι δέν ὑπάρχει Σταυρός ἀπό μόνος του, ἀλλά πάντοτε συνοδεύεται ἀπό τήν Ἀνάσταση, μέ τήν ὁποία εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένος, ὑπάρχει δηλ. μόνο Σταυρανάσταση. Καί ὅτι, ἄν ἄρουν τόν Σταυρό τους, τότε χάνουν ταυτόχρονα καί τό δῶρο τῆς Ἀναστάσεώς τους! Γι’ αὐτό ὁ Σταυρός εἶναι τό καύχημα τοῦ κάθε χριστιανοῦ καί πρέπει νά τόν κουβαλήσει στή ζωή του, ὅπως ὁ Κύριός μας σ’ ὅλη τήν διαδρομή μέχρι τόν Γολγοθά, κατά μίμησή Του, μέ χαρά, ὅσο μπορεῖ, βεβαίως, ἀνθρώπινα, καί κυρίως μέ ἐμπιστοσύνη (πίστη), ἀγάπη καί ἐλπίδα Θεοῦ (πίστη, ἀγάπη, ἐλπίδα), γνωρίζοντας ὅτι αὐτός εἶναι ἡ ἀπελευθέρωσή του. Ὁ Σταυρός τοῦ μαρτυρίου συνειδήσεως ἤ, ἄν χρειαστεῖ, καί τοῦ μαρτυρίου σώματος, εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης του στόν Χριστό καί, ἄν τόν παρατήσει, παρατᾶ στήν πραγματικότητα τήν ἀγάπη του στόν Χριστό.
Εἶναι χαρακτηριστικά αὐτά, πού μᾶς ἀναφέρει ὁ ἀββάς Ἰσαάκ ὁ Σύρος : «Ἀπ’ ἀρχῆς κόσμου καί ἀπό γενεᾶς εἰς γενεάν, αὔτη ἡ ὀδός τοῦ Θεοῦ διά σταυροῦ καί θανάτου περιπατεῖται. Πόθεν δέ σοι ἐπῆλθε τοῦτο, τό νά μή θέλης νά σοι ἐπέλθωσι πειρασμοί; Γνώριζε, ὅμως, ὅτι ἄνευ πειρασμῶν εὑρίσκεσαι ἐκτός τῆς ὀδοῦ τοῦ Θεοῦ καί δέν περιπατεῖς εἰς αὐτήν, οὐδέ ὀδεύεις κατ’ ἴχνος τῶν ἁγίων ἤ ἴσως θέλεις νά διαχαράξεις εἰς ἑαυτόν ἄλλην ὀδόν, ἵνα περιπατῇς χωρίς κακοπάθειαν καί στενοχωρίαν». Καί συνεχίζει : «Ἡ ὀδός τοῦ Θεοῦ εἶναι καθημερινός σταυρός καί θάνατος. Διότι, οὐδείς ἀνῆλθεν εἰς τόν οὐρανόν μετ’ ἀνέσεως. Ἐπειδή ἡ ὀδός τῆς ἀνέσεως καί ἀναπαύσεως, γνωρίζομεν, ποῦ καταντᾶ καί τελειώνει».
Καί ὁ ἀββάς Ἰσαάκ καταλήγει ὡς ἐξῆς : «Ὅστις θέλει καί ἐπιθυμεῖ νά εἶναι ἀμέριμνος εἰς τοῦτον τόν κόσμον χωρίς πειρασμῶν, συγχρόνως δέ ἀγαπᾶ νά περιπατεῖ καί τήν ὀδόν τῆς ἀρετῆς, ὁ τοιοῦτος εὑρίσκεται κενός καί στερημένος ταύτης τῆς ὀδοῦ. Διότι, ὅλοι οἱ δίκαιοι, ὄχι μόνον θεληματικῶς ἀγωνίζονται εἰς τά καλά ἔργα τῆς ἀρετῆς, ἀλλά καί ἀθελήτως εὑρίσκονται εἰς μέγα ἀγῶνα τῶν πειρασμῶν, ἵνα δοκιμασθῇ ἡ ὑπομονή αὐτῶν. Διότι, ὅταν ἡ ψυχή ἔχει τόν φόβον τοῦ Θεοῦ, δέν φοβεῖται ἀπό κανένα πρᾶγμα, τό ὁποῖον βλάπτει τό σῶμα. Ἐπειδή ἐλπίζει εἰς τόν Θεόν, εὑρισκομένη εἰσέτι εἰς τοῦτον τόν κόσμον καί εἰς τόν μέλλοντα αἰώνα τῶν αἰώνων»[21].
15. Πτωχεία καί πλοῦτος. Ἐλεύθερα καί οἰκονομικά ἀγαθά.
«Ὑπάρχει ἡ ρωμαϊκή ἀντίληψη περί ἰδιοκτησίας καί πλούτου, ἡ ὁποία θεωρεῖ ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι φυσικό δικαίωμα, προέκταση τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου. «Ἀφοῦ ἐγώ γεννήθηκα πλούσιος, ἀφοῦ εἶμαι πλούσιος, κάνω ὅ,τι θέλω τόν πλοῦτο μου! Εἶναι στή φύση μου τό νά ἔχω κτήματα, ἡ ἰδιοκτησία εἶναι μέσα στή φύση μου! Δέν μπορεῖ κανένας νά μοῦ καταστρέψει τό δικαίωμα αὐτό νά είμαι πλούσιος». Αὐτή ἡ ἀντίληψη περί τοῦ ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι φυσική προέκταση, φυσικό δικαίωμα τοῦ ἀνθρώπου, πέρασε, δυστυχῶς, στή Δύση, πέρασε στά νεώτερα χρόνια, στόν οἰκονομικό φιλελευθερισμό καί στόν καπιταλισμό, ὁ ὁποῖος σάν μοναδικό κίνητρο ἔχει τό κέρδος. Δέν τόν νοιάζει γιά τό κοινωνικό καλό καί γιά τό ἄν ὑπάρχουν φτωχοί. Ἐκεῖ, λοιπόν, παραμόνευε ὁ κομμουνισμός καί ὁ μαρξισμός : «Ἄν ἐσεῖς οἱ πλούσιοι νομίζετε ὅτι μπορεῖτε νά κάνετε τά ἀγαθά τῆς γῆς ὅ,τι θέλετε, κάνετε λάθος. Θά ἐπαναστατήσουμε καί διά τῆς βίας θά σᾶς τά πάρουμε».
Ὁ Χριστιανισμός, ὅμως, τί διδάσκει γιά ὅλ’ αὐτά; Ὁ Χριστιανισμός καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι ὑπάρχουν δύο εἰδῶν ἀγαθά. Ὑπάρχουν τά ἐλεύθερα ἀγαθά, τά ὁποῖα δίνει ὁ Θεός μέ ἀφθονία σέ ὅλους ἐξίσου : εἶναι ὁ ἀέρας, τό φῶς καί τό νερό. Ὅλοι ἔχουμε τόν ἀέρα, ὅλοι ἔχουμε τό φῶς καί ὅλοι ἔχουμε τό νερό… Ἐκτός, ὅμως, ἀπό τά ἐλεύθερα αὐτά ἀγαθά… ὑπάρχουν καί τά λεγόμενα οἰκονομικά ἀγαθά, τά ὁποῖα ὀφείλονται στήν ἀνθρώπινη συμβολή, γιά νά ἀποκτηθοῦν. Κάποιος εἶναι ἐργατικός, ἐπιμελής καί ἀποκτάει ἀγαθά μέ τήν δική του προσπάθεια. Στά οἰκονομικά ἀγαθά ὑπάρχει ἀνθρώπινη συμβολή, δέν εἶναι μόνον τοῦ Θεοῦ. Αὐτά, λοιπόν, τά ἀνθρώπινα ἀγαθά, θεωροῦν πολλοί πώς μποροῦν νά τά κάνουν ὅ,τι θέλουν.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο διδάσκουν ὅτι ἀκόμη καί τά οἰκονομικά ἀγαθά, αὐτά τά ὁποῖα ἀποκτάει ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἐργασία του, μέ ἔντιμα μέσα, ἀκόμη κι αὐτά δέν εἶναι δικά του. Δέν μπορεῖ π.χ. λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος νά διεκδικήσει τήν ἀπόλυτη κυριότητα τοῦ σπιτιοῦ του. Ὅλοι θεωροῦμε πώς εἴμαστε ἀπόλυτοι κύριοι τοῦ σπιτιοῦ μας. Γιατί, λέει, ἐκτός τοῦ ὅτι τά ὑλικά, πού χρησιμοποιεῖ γιά τήν κατασκευή του, τό χῶμα, τό νερό, δέν εἶναι δικά του, ἀλλά εἶναι τοῦ Θεοῦ, ἐπιπλέον αὐτός ὁ ἴδιος, πού κατασκευάζει τό σπίτι καί τό διεκδικεῖ, ἀνήκει στόν Θεό, ὁ Ὁποῖος τοῦ ἔδωσε τήν ψυχή καί τό σῶμα. Ρωτᾶ ὁ Μέγας Βασίλειος : «Ποῖα εἰπέ μοι σαὐτοῦ»; Ποιά δικά σου, ἰδιοκτησία δική σου; «Πόθεν λαβών εἰς τόν βίον εἰσήνεγκας»; Ποῦ τά βρῆκες; Ἀπό ποῦ τά πῆρες καί εἰσῆλθες στή ζωή; Στόν κόσμο ἐρχόμαστε γυμνοί…
Ἐξ αἰτίας, λοιπόν, αὐτῆς τῆς διδασκαλίας, ὅτι δέν ἀνήκουν τά ἀγαθά στούς πλουσίους, οἱ ἅγιοι Πατέρες διεμόρφωσαν τήν διδασκαλία ὅτι καί οἱ πλούσιοι εἶναι ἁπλῶς διαχειριστές καί οἰκονόμοι τῶν ἀγαθῶν. Δέν πρέπει νά χρησιμοποιοῦν γιά δική τους ὠφέλεια, γιά δική τους ἀπόλαυση τά ἀγαθά τους. Ἁπλῶς εἶναι ἕνα λειτούργημα ὁ πλούτος : οἰκονόμοι Θεοῦ. Καί ὅτι αὐτά πρέπει νά τά χρησιμοποιοῦν γιά τήν κοινωνική λειτουργία τοῦ πλούτου»[22].
15. Διαφορές Χριστιανισμοῦ καί καπιταλισμοῦ, νεοφιλευθερισμοῦ, σοσιαλισμοῦ καί κομμουνισμοῦ.
«Ὑπάρχουν στόν Χριστιανισμό… τρεῖς ἀρχές, οἱ ὁποῖες διακρίνουν τήν διδασκαλία γιά τόν πλοῦτο καί τήν πτωχεία σέ σχέση μέ τόν καπιταλισμό, τόν νεοφιλελευθερισμό, ἀλλά καί μέ τόν σοσιαλισμό καί τόν κομμουνισμό. Ποιές εἶναι αὐτές;
Κατ’ ἀρχήν, εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀγάπης. Δέν ὑπάρχει ἀγάπη στόν φιλελευθερισμό τόν οἰκονομικό. Τό κέρδος εἶναι ἡ ἀρχή. «Δέ μέ νοιάζει, ἄς πεθαίνει ὁ ἄλλος. Θά δείξω ἐγώ ἀγάπη σ’ αυτόν»; Κριτήριο εἶναι τό κέρδος, ἡ δική μου ἀπόλαυση. Δέν ὑπάρχει ἀγάπη οὔτε καί στόν κομμουνισμό. Φθονοῦν καί μισοῦν οἱ πτωχοί τούς πλουσίους καί θέλουν κι ἐκεῖνοι νά γκρεμίσουν τούς πλουσίους, γιά νά ἀπολαύσουν κι αὐτοί τά ὑλικά ἀγαθά. Ἑπομένως, ὑλισμός ὑπάρχει καί στή μία καί στήν ἄλλη πλευρά. Καί στήν πλευρά τῶν πλουσίων, οἱ ὁποῖοι θέλουν νά ἀπολαύσουν μόνοι τους τά ἀγαθά, καί στήν πλευρά τῶν πτωχῶν, οἱ ὁποῖοι θέλουν νά γίνουν αὐτοί πλούσιοι.
Δέν ὑπάρχει ἀγάπη, δέν ὑπάρχει, ὅμως, καί ἀσκητικότητα. Ἀκόμη καί ὁ κομμουνισμός καί ὁ σοσιαλισμός ἐκεῖ τείνουν, νά δημιουργήσουν μία κοινωνία ὑλικῆς εὐημερίας και ἀφθονίας. «Θά περάσουν αὐτές οἰ δυσκολίες», ἔτσι δίδασκαν τούς λαούς ἐκεῖ, «θά περάσουμε τώρα τίς δυσκολίες καί θά ’ρθει μιά ἐποχή ἐδῶ, πού θά κάνουμε μία κοινωνία, ὅπου ὅλοι θά εἶναι πλούσιοι, ὅλοι θά ἀπολαμβάνουν τά ὑλικά ἀγαθά». Ἑπομένως, ὑλισμός κι ἐδῶ, ἴσοι στήν ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν.
Ὁ Χριστιανισμός λέγει ὅτι αὐτή ἡ ἐκ μέρους καί τῶν πλουσίων καί τῶν πτωχῶν διεκδίκηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν εἶναι ἡ αἰτία τῆς ἀναστατώσεως, πού ὑπάρχει στόν κόσμο. Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος : «Ἕως πότε πλούτος; Ἡ τοῦ πολέμου ὑπόθεσις, δι’ ὅν ἀκονᾶται ξίφη, δι’ ὅν συγγενεῖς ἀγνοοῦσι φύσιν καί ἀδελφοί φονικόν κατ’ ἀλλήλων βλέπουσι»[23]; Ἀκόμη καί οἱ ἀδελφοί γιά περιουσιακά θέματα διαιροῦνται καί νιώθουν μῖσος ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλον. Αὐτή, λοιπόν, ἡ τάση μας γιά τήν ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν εἶναι ἀντίθετη πρός τήν λιτότητα καί τήν ἀσκητικότητα τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ Χριστιανισμός διδάσκει ὅτι τά ὑλικά ἀγαθά δέν ἔχουν καμμία ἀξία, εἶναι προσωρινά, φεῦγουν. Τί ἔπαθε ὁ πτωχός ὁ Λάζαρος καί τί ἔπαθε ὁ πλούσιος[24]; Πέρασε αὐτή ἡ ζωή. Ὁ πτωχός ὁ Λάζαρος πῆγε στίς ἀγκαλιές τοῦ Ἀβραάμ εὐτυχισμένος καί ὁ πλούσιος «ὀδυνάτο ἐν τῇ φλογί». Περνοῦν αὐτά. «Οὐδαμόθεν ἄλλοθεν ὁ φθόνος ἤ ἐκ τοῦ προστετηκέναι τοῖς παροῦσι, μᾶλλον δέ πάντα τά κακά», λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ὁ φθόνος προέρχεται ἀπό τό ὅτι εἴμαστε κολλημένοι στά ὑλικά ἀγαθά. «Εἰ γάρ μηδέν εἶναι ἐνόμιζες τά χρήματα καί τήν δόξαν τοῦ κόσμου τούτου, οὐκ ἄν τοῖς ἔχουσιν ἐβάσκηνας»[25]. Γιατί ἐσύ, πτωχέ, ἄν θεωροῦσες πώς τά ὑλικά ἀγαθά δέν εἶναι τίποτε, δέν θά εἶχες φθόνο καί βασκανία ἐναντίον τῶν πλουσίων.
…Στόν Χριστιανισμό καί ἰδιαίτερα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, στήν Ἐκκλησία τῶν Πατέρων, ἰδεώδης κοινωνικός τύπος δέν εἶναι ὁ homo economicus (ὁ οἰκονομικός ἄνθρωπος), ὁ πλούσιος, ὁ καλοντυμένος, ὁ καλοπερασάκιας, ὁ ὑλιστής, τῶν ἀκραίων συστημάτων, τῶν ἀτομοκρατικῶν, εἴτε καπιταλιστικῶν εἴτε σοσιαλιστικῶν. Ἀλλά, ἰδεώδης τύπος στόν Χριστιανισμό εἶναι ὁ homo asceticus (ὁ ἀσκητικός ἄνθρωπος), ὁ ἀσκητής, ὁ ἅγιος, ὁ ὁποῖος περνάει λιτά τή ζωή του…».[26]
Ἐπίλογος
Εἶναι, συνεπῶς, φανερό γιά ὅλους τούς ἐκτεθέντες ἀνωτέρω λόγους ὅτι ἡ συμμετοχή στίς ἐκλογές τοῦ κόσμου καί σέ πολιτικά κόμματα δῆθεν «χριστιανικά» καί «ὀρθόδοξα», ὅπως καί ἡ πολιτική δράση στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι σύμφωνη μέ τήν Πατερική καί Εὐαγγελική διδασκαλία, δηλ. δέν εἶναι καθόλου ὀρθόδοξη. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός δήλωσε μπροστά στόν Πιλάτο ὅτι ἡ Βασιλεία Του δέν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου[27]. Ἐπίσης, εἶπε : «Ἀπόδοτε οὖν τά Καίσαρος Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ»[28]. Δηλ. «Δῶστε, λοιπόν, πίσω στόν Καίσαρα αὐτά, πού ἀνήκουν στόν Καίσαρα, καί στόν Θεό αὐτά, πού ἀνήκουν στόν Θεό» Καί τέλος : «Οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν· οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν»[29]. Δηλ. «Ξέρετε ὅτι αὐτοί, πού προβάλλονται σάν ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν, συμπεριφέρονται πρός τούς λαούς σά νά ἦταν ἀπόλυτοι κύριοί τους. Κι ἐκεῖνοι πού κατέχουν ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους μεγάλα ἀξιώματα, κάνουν κακή χρήση τῆς ἐξουσίας τους καί τούς καταδυναστεύουν, σά νά τούς ἔχουν δούλους τους. Δέν πρέπει, ὅμως, τέτοια ἐγωϊστική τάση καί συμπεριφορά νά παρατηρεῖται μεταξύ σας». Πῶς ἐμεῖς, λοιπόν, ἐπιθυμοῦμε καί ἀπαιτοῦμε μέ ἀλαζονεία, αὐτάρκεια καί αὐθάδεια νά τήν κάνουμε κομμάτι τοῦ κόσμου μέ κόμματα καί πολιτική δράση; Δηλ. τόν ἄκτιστο Θεό νά Τόν κάνουμε κτίσμα τοῦ κόσμου τούτου; Αὐτό εἶναι ἱεροσυλία καί βλασφημία!
[1] Α΄ Ἰω. 2, 15-16.
[2] ΟΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ, Τά σωζόμενα ἀσκητικά, μετενεχθέντα εἰς τήν λαλούμενην καθαράν Ἑλληνικήν γλῶσσαν παρά τοῦ ὁσιωτάτου ἱεροδιδασκάλου Καλλίνικου Παντοκρατορινοῖ, ἐν Ἀθήναις, 1871, Α΄ Λόγος περί ἀποταγῆς καί μοναχικῆς πολιτείας, https://greekdownloads.wordpress.com/όσιος-ισαάκ-ο-σύρος-ασκητικά-λόγος-α/
[3] Ὅ. π., Λ΄ Λόγος περί εὐχαριστίας Θεοῦ, ἐν ῷ καί κατηχήσεις κεφαλαιώδεις, https://greekdownloads.wordpress.com/2013/07/23/όσιος-ισαάκ-ο-σύρος-ασκητικά-λόγος-λ/
[4] Ὅ. π., ΠΕ΄ Λόγος περί διαφόρων ὑποθέσεων κατ΄ ἐρώτησιν καί ἀπόκρισιν, https://greekdownloads.wordpress.com/2013/10/03/όσιος-ισαάκ-ο-σύρος-ασκητικά-λόγος-π-6/
[5] ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΣΙΝΑÏΤΗΣ, Κλίμαξ, ἐκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς, 1999, Λόγος Α΄ περί ἀποταγῆς, σσ. 37-49.
[6] Ἰακ. 4, 4 : «μοιχοὶ καὶ μοιχαλίδες! οὐκ οἴδατε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστιν; ὃς ἂν οὖν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καθίσταται».
[7] ΠΡΩΤΟΠΡΕΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Ἅγιος Γρηγόριος˙ Πτυχές τοῦ ἔργου καί τῆς διδασκαλίας του, Πατερικά 8, ἐκδ. Τό Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2019, σ. 150.
[8] ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ, ΑΡΧΙΕΠ. ΑΣΤΡΑΧΑΝ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΥΠΟΛΕΩΣ, «Ὁμιλία εἰς τήν Α΄ Κυριακήν τοῦ Λουκᾶ περὶ τοῦ ὅτι ἡ τήρησις τῶν θείων ἐντολῶν εἶναι χορηγὸς καὶ τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν», ἐν Πατερικῷ Κυριακοδρομίῳ, Ὁμιλίες τῶν Ἁγίων Πατέρων καί Μεγάλων Διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας σέ ὅλες τίς Κυριακές τοῦ ἔτους, εἰσαγωγή – μετάφρασις – ἐπιμέλεια Ἱ. Κελλίον Ἁγίου Νικολάου Μπουραζέρη, Ἅγιον Ὄρος 2003, σ. 306.
[9] Ψαλμ. 117, 8-9.
[10] Ψαλμ. 145, 3.
[11] Ψαλμ. 55, 12.
[12] Β΄ Κορ. 6, 14.
[13] ΑΡΧΙΜ. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ, Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα˙ καθοδηγώντας τόν λαό τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Ἱ. Ἠσυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζῆνος, 2003, σσ. 190-191.
[14] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, έκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σσ. 8, 107, 109, 190, 356.
[15] Ματθ. 16, 24.
[16] Ψαλμ. 95, 5 «Ὅτι πάντες οἱ θεοί τῶν ἐθνῶν δαιμόνια».
[17] ΠΡΩΤΟΠΡΕΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, ἔνθ. ἀνωτ., σ. 146.
[18] Ὅ. π., σ. 147.
[19] Ὅ. π., σσ. 148-149.
[20] Ὅ. π., σσ. 143-144.
[21] ΟΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ, ἔνθ. ἀνωτ., Δ’ Λόγος περί τοῦ πόθου τοῦ κόσμου, https://greekdownloads.wordpress.com/2013/06/26/όσιος-ισαάκ-ο-σύρος-ασκητικά-λόγος-δ/
[22] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Πλοῦτος καί πτωχεία˙ παλαιό καί σύγχρονο κοινωνικό καί πνευματικό πρόβλημα», ἐν περιοδικῷ Θεοδρομία ΙΒ 3 (Ἰούλιος – Σεπτέμβριος 2010) 399-406.
[23] ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Περί πλούτου καί πενίας 3, PG 32, 1172.
[24] Σχ. βλ. Λουκ. 16, 19-31.
[25] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Εἰς Φιλιππησίους ὁμιλία 2, 3, PG 62, 194.
[26] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Πλοῦτος καί πτωχεία»…
[27] Ἰω. 18, 36 «Ἡ βασιλεία ἡ ἐμή οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου».
[28] Ματθ. 22, 21.
[29] Μάρκ. 10, 42-43. Γιά τό θέμα, πού ἀναπτύχθηκε σχ. βλ. καί π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ, Ἡ στάση τοῦ Χριστιανισμοῦ ἔναντι τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων, https://www.youtube.com/watch?v=iPReopTBy78&t=1396s ἀπό 38.00 καί μετά.
https://sotiriosnavs.com/wp-content/uploads/2020/05/IMG_20200508_130831-rotated.jpg2023-07-13 13:58:41%ce%b1%cf%80%ce%bf%cf%87%ce%b7-%ce%b1%cf%80%ce%bf%cf%84%ce%b5%ce%b9%cf%87%ce%b9%cf%83%ce%b7-%ce%b1%cf%80%ce%bf-%cf%84%ce%b9%cf%83-%cf%83%cf%85%cf%83%cf%84%ce%b7%ce%bc%ce%b9%ce%ba%ce%b5%cf%83-%ce%b5