ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ

Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος

ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἐἰσοδίων τῆς Θεοτόκου – Παναγίας Ὁδηγητρίας Λόφου Βώκου Πειραιῶς

Ἐν Πειραιεῖ 14-12-2017

Σήμερα, ἀδελφοί μου, δύο Κυριακές πρίν ἀπό τήν κατά σάρκα Γέννηση τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τούς ἁγίους Προπάτορες, γι’αὐτό καί ἡ σημερινή Κυριακή ὀνομάζεται Κυριακή τῶν Ἁγίων Προπατόρων.

Ποιοί εἶναι οἱ ἅγιοι Προπάτορες; Εἶναι ὅλοι οἱ Πατριάρχες, Κριτές, Προφῆτες καί Δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Δηλ. οἱ πρωτόπλαστοι Ἀδάμ καί Εὔα, ὁ Ἐνώχ, ὁ Νῶε, ὁ Μελχισεδέκ, οἱ δώδεκα Πατριάρχες καί κυρίως ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰσαάκ καί ὁ Ἰακώβ, οἱ προφῆτες Μωϋσῆς, Ἀαρών, Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, Σαμουήλ, Δαυίδ, Ἠσαΐας, Ἱερεμίας, Ἱεζεκιήλ, Δανιήλ καί οἱ τρεῖς Παῖδες, Ἠλίας, Ἐλισαῖος, Ζαχαρίας καί τέλος ὁ Βαπτιστής Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.

Εἶναι γνωστό ὅτι ἀπό τόν Ἀβραάμ γεννήθηκε ὁ Ἰσαάκ, ἀπό τόν Ἰσαάκ γεννήθηκε ὁ Ἰακώβ καί ἀπό τόν Ἰακώβ γεννήθηκε ὁ Ἰούδας, ἀπό τήν φυλή τοῦ ὁποίου γεννήθηκε ὁ Χριστός καί οἱ ὑπόλοιποι ἀδελφοί του Πατριάρχες. Γι’αὐτό, λοιπόν, οἱ θεοφόροι πατέρες μας καί διδάσκαλοι ἐπιτελοῦν σήμερα τήν μνήμη τοῦ θείου Ἀβραάμ, ἐπειδή ὑπῆρξε προπάτωρ τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή τή μνήμη μᾶς παρέδωσαν νά ἐπιτελοῦμε κι ἐμεῖς, ὄχι μακρυά καί σέ διάστημα πολλῶν ἡμερῶν, ἀλλά κοντά στήν κατά σάρκα Γέννηση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτό τό ἔκαναν ὄχι ἁπλῶς καί ὡς ἔτυχε, ἀλλά κατά θεία ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐπειδή ὁ Ὑπεράγαθος καί φιλάνθρωπος Υἱός τοῦ Θεοῦ καταδέχθηκε νά κάνει τόν Πατριάρχη Ἀβραάμ καί τούς ἀπογόνους του προπάτορές Του, κατά τό ἀνθρώπινο, γι’αὐτό οἱ θειότατοι πατέρες ἔκριναν δίκαιο νά ἑορτάζουμε τήν μνήμη τοῦ Πατριάρχου Ἀβραάμ καί τῶν ὑπολοίπων, ὡς προπατόρων, ὄχι πολύ μακρυά ἀπό τήν κατά σάρκα Γέννηση τοῦ Κυρίου[1].

ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, στήν ὁμιλία του στήν σημερινή Κυριακή τῶν ἁγίων Προπατόρων[2], ἐπισημαίνει : «Ὅταν ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ σαρκώθηκε γιά χάρη μας ἀπό τήν Παρθένο, μέ τήν ἐν σαρκί πολιτεία Του, τελειοποίησε τόν νόμο, ὁ ὁποῖος εἶχε δοθεῖ μέσῳ τοῦ προφήτου Μωϋσέως[3]. Τόν ὁλοκλήρωσε, δίνοντας τόν νόμο τῆς χάριτος, καί μεταποίησε ἔτσι τόν παλαιό ἐκεῖνο νόμο στή δική μας Ἐκκλησία. Τότε ἐκβλήθηκε τό γένος τῶν Ἑβραίων ἀπό τήν ἱερά Ἐκκλησία καί ἀντί αὐτῶν εἰσαχθήκαμε ἐμεῖς, οἱ ὁποῖοι ἔχουμε ἐκλεγεῖ ἀπό τά ἔθνη»[4].

Συνεχίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τήν ὁμιλία του, λέγοντας : «Σήμερα, ὅμως, ἑορτάζουμε στήν Ἐκκλησία τούς προπάτορες, οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ὁποίους ἀνῆκαν στό γένος τῶν Ἑβραίων. Γιά ποιό λόγο; Γιά νά μάθουν ὅλοι ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι δέν ἀποκηρύχθηκαν καί οἱ ἐθνικοί δέν υἱοθετήθηκαν ἀδίκως, οὔτε παραλόγως, οὔτε ἀναξίως ἀπό τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος πραγματοποιεῖ αὐτά καί τά ρυθμίζει. Ἀλλά, ὅπως ἀκριβῶς ἀπό τούς προσκεκλημένους ἐθνικούς συγκαταλέγονται στούς συγγενεῖς τοῦ Θεοῦ μόνο ὅσοι ὑπακούουν, ἔτσι καί τό γένος τοῦ Ἰσραήλ καί ὅλοι ὅσοι προῆλθαν ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι αὐτή τήν γενεά εἶναι πλῆθος πολύ, ἀληθεῖς ὅμως Ἰσραηλῖτες εἶναι ὅσοι ἀπ’αὐτούς ἔζησαν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί μόνο εἶναι ἀληθινοί πατέρες καί προπάτορες, πρῶτον μέν ἐκείνης, πού γέννησε παρθενικῶς κατά σάρκα τόν Θεό τῶν ὅλων, τόν Χριστό, δηλ. τῆς Θεοτόκου, δεύτερον δέ μέσῳ Αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ) καί δικοί μας πατέρες καί προπάτορες. Αὐτοί οἱ πατέρες καί προπάτορες δέν ἐξεβλήθησαν βεβαίως ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ἑορτάζονται σήμερα ἐπισήμως ἀπο’μᾶς, θεωρούμενοι ὡς μέρος τοῦ πληρώματος τῶν Ἁγίων. Τήν περιτομή καρδίας ἐν πνεύματι[5] τήν ἔχουν ὅλοι ὅσοι εὐηρέστησαν τόν Θεό καί μ’αὐτήν ἔχουν γίνει ὅλοι ἕνα, παλαιοί καί νέοι, καί οἱ πρίν τόν νόμο καί οἱ μέσα στόν νόμο καί ὅσοι μετά τόν νόμο πολιτεύθηκαν θεαρέστως μέ τό Εὐαγγέλιο τῆς Χάριτος. Ὥστε, ἄν δεῖ κανείς μέ σύνεση τήν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ γιά τό ἀνθρώπινο γένος, θά τήν βρεῖ σύμφωνη καί συνεπῆ μέ τόν ἑαυτό της. Ὅπως δηλ. λαμβάνουν τήν χριστιανική ὀνομασία μόνο οἱ ἐπίλεκτοι ἀπό τούς ἐθνικούς, οἱ δέ ἄχρηστοι ἐκβάλλονται, ἔτσι καί στήν περίπτωση ἐκείνων τῶν ἀρχαίων καί τοῦ μετά ἀπό αὐτούς γένους τῶν Ἰουδαίων, προσλαμβάνονται μόνο ὅσοι ἔχουν ἐκλεγεῖ καί μετονομασθεῖ, ἐνῶ καί σ’ἐκείνους τό ἀχρεῖο πλῆθος ἐκβάλλεται. Ἔτσι, λοιπόν, καί σ’ἐμᾶς πάλι δέν ὑπολογίζονται στό γένος τοῦ Χριστοῦ ὅλοι ὅσοι ὀνομάζονται χριστιανοί, ὅπως ἀκριβῶς ἔγινε μέ τούς Ἰσραηλῖτες, ἀλλά ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ζοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ καί τηροῦν τίς ἐντολές Του καί ἀναπληροῦν τίς παραλείψεις τους μέ τήν μετάνοια».

Καί καταλήγει τήν ὁμιλία του ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ρωτῶντας : «Ποιοί εἶναι αὐτοί, πού ἀπολαμβάνουν μαζί μέ τόν Ἀβραάμ, τόν Ἰσαάκ καί τόν Ἰακώβ τό Δεῖπνο τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν; Εἶναι ὅσοι ἀκολουθοῦν μέ πίστη εἰλικρινῆ τόν νόμο καί τή διδασκαλία τοῦ Πνεύματος καί ἀποδεικνύουν τήν πίστη μέ τά ἔργα τους»[6].   

Μέ ἀφορμή τήν ἀναφορά μας στούς ἁγίους Προπάτορες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἄς μᾶς ἐπιτρέψει ἡ ἀγάπη σας νά προβοῦμε σέ μερικές ἀπαραίτητες διευκρινήσεις.

Κατ’ἀρχήν πρέπει νά ἐπισημάνουμε ὅτι ὁ ὄρος «ἀντισημιτισμός» εἶναι ἐντελῶς ἀντιεπιστημονικός, διότι στούς σημιτικούς λαούς ἀνήκουν καί οἱ Ἄραβες, καθώς καί ἄλλες φυλές, ὄχι μόνο οἱ Ἑβραῖοι. Τοὐλάχιστον θά ἔπρεπε νά χρησιμοποιεῖται ὁ ὄρος «ἀντιεβραϊσμός». Προφανῶς αὐτοί, πού μιλοῦν γιά ἀντισημιτισμό, δέν ξέρουν οὔτε ἱστορία οὔτε γλωσσολογία. Πρέπει, λοιπόν, νά δηλώσουμε τό προφανές, ὅτι δηλ. οἱ Ὀρθόδοξοι δέν εἴμαστε ρατσιστές καί γι’αὐτό οὔτε ἀντισημίτες, ἀντιεβραϊστές. Ὁ Ἑβραϊκός λαός εἶναι ἀνθρωπίνως συμπαθῆς σ’ἐμᾶς, ὅπως ὅλοι οἱ λαοί τοῦ κόσμου, καί μάλιστα ἐπειδή μᾶς προσέφερε τόσους Πατριάρχες, Δικαίους καί Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅπως καί τούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί τούς πρώτους Χριστιανούς στήν  ἐποχή τῆς Καινῆς Διαθήκης, μέ κορωνίδα βέβαια τήν Πανάχραντο Κυρία Θεοτόκο καί, πάν’ἀπ’ὅλα, τόν Θεάνθρωπο Κύριο καί Σωτήρα Ἰησοῦ Χριστό.

Ὡστόσο, οἱ Ὀρθόδοξοι εἴμαστε ἀντισιωνιστές, δηλ. εἴμαστε ἀντίθετοι πρός τόν φρικώδη διεθνῆ Σιωνισμό. Σιωνισμός εἶναι μυστική ὀργάνωση, πού ἀγωνίζεται νά δημιουργήσει μία παγκόσμια αὐτοκρατορία, μέ πρωτεύουσα τήν Ἱερουσαλήμ (ἤ Σιών, ὅπως ἐπίσης ὀνομάζεται), ἡ ὁποία θά ἐξουσιάζει γιά πάντα ὅλους τούς λαούς τοῦ κόσμου, μέ ἐπικεφαλῆς ἕναν ἐπίγειο βασιλιά μέ θεϊκές δυνάμεις (ψευδομεσσία), ὁ ὁποῖος θά ὑποχρεώσει ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα νά τόν λατρεύσει σάν θεό.

Ὁ Σιωνισμός μετήλλαξε, ἄλλαξε, μετέβαλλε τόν θεϊσμό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί τῶν Προφητῶν σέ αἴσχιστο Ἑωσφορισμό καί σατανολατρεία, εἰσάγοντας στόν Ἰουδαϊσμό τήν δαιμονική Καμπάλα καί τό χυδαῖο Ταλμούδ, τά ὁποῖα εἶναι ἔργα τῶν δαιμονιώντων ραββίνων τοῦ ἐκπεσόντος Ἰουδαϊσμοῦ, οἱ ὁποίοι πεισμόνως καθυβρίζουν τόν ἐνσαρκωθέντα πανάχραντο Υἱό τοῦ Θεοῦ. Η Καμπάλα καί τό Ταλμούδ εἶναι ἔργα, ἐπίσης, τῆς ἰδεοληψίας τους περί τῆς παγκοσμίου κυριαρχίας καί διακυβέρνησης, μέσῳ τοῦ ἀναμενομένου ἀκόμη ψευδομεσσία τους, δηλ. τοῦ Ἀντιχρίστου.

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας εἶναι ἐναντίον τοῦ Σιωνισμοῦ, νοουμένου ὡς ἰμπεριαλισμοῦ (ἐπεκτατισμοῦ), μιᾶς παγκόσμιας δικτατορίας (παν-Σιωνισμοῦ), πού ἀποβλέπει στήν παγκόσμια κυριαρχία μιᾶς συγκεκριμένης ὁμάδας Ἑβραίων κεφαλαιοκρατῶν. Δέν εἶναι ἐναντίον τοῦ Σιωνισμοῦ, νοουμένου ὡς τοῦ δικαιώματος ὑπάρξεως ἑβραϊκοῦ κράτους.

Δεδομένης τῆς διακρίσεως, πού κάναμε παραπάνω, ἡ Όρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει ἐπικρίνει τόν ἰμπεριαλιστικό (ἐπεκτατικό) Σιωνισμό (παν-Σιωνισμό), ἀλλά δέν ταυτίζει τίς προθέσεις καί τίς τύχες αὐτοῦ τοῦ Σιωνισμοῦ μέ τόν Ἑβραϊσμό καί τόν ἑβραϊκό λαό. Ὁ Ἑβραϊσμός διακρίνεται ἀπό τόν παν-σιωνισμό, ὅπως διακρίνεται ἡ Ρωσία ἀπό τόν σοβιετισμό, ἡ Γερμανία ἀπό τόν Ναζισμό, ἡ Ἰταλία ἀπό τόν φασισμό κ.ο.κ. Ὑπό τό φῶς τῆς διακρίσεως αὐτῆς, ἐπιβάλλεται νά τονίσουμε ὅτι οἱ κυριώτεροι ἀντίπαλοι τοῦ ἰμπεριαλιστικοῦ (ἐπεκτατικοῦ) Σιωνισμοῦ (παν-Σιωνισμοῦ) ὑπῆρξαν στήν Ἑλλάδα Χριστιανοί, καί μάλιστα κληρικοί καί θεολόγοι. Ἡ σχετική γραμματεία εἶναι ἀτέλειωτη. Δέν μπορεῖ κανείς, λοιπόν, νά ἱσχυρίζεται ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐπειδή ἀποδέχεται τήν ἱερά ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εὐνοεῖ τόν ἰμπεριαλιστικό (επεκτατικό) Σιωνισμό (παν-Σιωνισμό).

Πολλοί λένε ὅτι ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι ἡ ἱερή Βίβλος τοῦ Σιωνισμοῦ καί ὅτι ἐξαιτίας της πιστεύουν οἱ Σιωνιστές ὅσα πιστεύουν. Αὐτό εἶναι ἄλλο ἕνα χονδροειδές ψέμα. Δέν ὑπάρχει βιβλίο στόν κόσμο, πού νά μίλησε μέ πιό σκληρή γλώσσα ἐναντίον τῶν κακῶν Ἑβραίων, ὅσο ἡ Παλαιά Διαθήκη! Ἀλλά, κατά τή γνωστή ἀντιεπιστημονική τακτική, αὐτοί, πού τό λένε, ἀπομονώνουν κάποια ἐδάφια, τά παρερμηνεύουν καί πλάθουν ὅ,τι εἴδους θεωρία θέλουν.

Ἡ ἴδια ἡ Παλαιά Διαθήκη, ὀρθῶς ἑρμηνευομένη, εἶναι ἐναντίον τοῦ μεταχριστιανικοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, αὐτονοήτως δέ καί κατά τοῦ σημερινοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καί ὡς παν-Σιωνισμοῦ καί ὡς θρησκείας. Διότι, ἡ Παλαιά Διαθήκη διακηρύσσει ὅτι ὁ Μωσαϊκός Νόμος ἔχει «ἡμερομηνία λήξεως» καί ὅτι θά καταργηθεῖ ἀπό τόν Μεσσία, μέ νέα Διαθήκη, ὄχι ἀπό τό Σινᾶ, ἀλλά τήν Ἱερουσαλήμ, μέ νέα Θυσία παγκόσμια καί ὄχι περιορισμένη στόν Ναό τοῦ Σολομῶντος, καί ἐξάπλωση στά ἔθνη χωρίς διάκριση, ὅταν οἱ πιστοί θα ἀποκτήσουν νέο ὄνομα. Ὅλα αὐτά ἐκπληρώθηκαν στόν Χριστιανισμό. Τά ἱερότερα, εὐφυέστερα καί πιό προβεβλημένα πρόσωπα τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ γνώριζαν αὐτήν τήν ἀναμενόμενη (ὡς προφητευμένη) κοσμογονική ἀλλαγή καί ἔγιναν Χριστιανοί, ἀποδεχόμενοι τόν Χριστό. Κανείς ἀπό αὐτούς τούς πνευματικούς Προπάτορες τῶν Χριστιανῶν δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ σιωνιστής, διότι ὅλοι τους, ὡς Χριστιανοί, ἀπέρριψαν βασικές ἀρχές τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καί τοῦ Σιωνισμοῦ, ὅτι δηλ. δῆθεν ὁ Μεσσίας δέν ἦλθε (καί συνεπῶς πρέπει νά τόν ἀναμένουν ἀκόμη), ὅτι ὁ Θεός πρέπει νά λατρεύεται μόνον στόν Ναό τοῦ Σολομῶντος (καί συνεπῶς αὐτός πρέπει νά ξανακτισθεῖ), ὅτι ὁ Μωσαϊκός Νόμος θά μείνει εἰς τόν αἰῶνα καί ὅτι ἡ Ἑβραϊκή φυλή θά εἶναι πάντοτε ὁ ἐκλεκτός λαός τοῦ Θεοῦ, λόγῳ ἐθνοφυλετικῶν κριτηρίων τοῦ Γιαχβέ. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, λοιπόν, δέν εὐνοεῖ τόν Σιωνισμό καί τόν Ἰουδαϊσμό, κατά τίς συκοφαντίες τῶν ἐναντίων, ἀφοῦ ἀπορρίπτει ὅλα τά παραπάνω στοιχεῖα καί ἐπειδή ἡ ἀντι-ἰουδαϊκή γραμματεία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐξ ἀρχαιότητος τεράστια[7].

Μέ ἀφορμή τήν ἀναφορά μας στούς ἁγίους Προπάτορες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἄς μᾶς ἐπιτρέψει ἡ ἀγάπη σας νά ἀναφερθοῦμε σέ μία ἀπό τίς πολλές μομφές τῶν νεοειδωλολατρῶν κατά τῶν Χριστιανῶν.

Αὐτή ἡ κατηγορία, πού προσάπτουν οἱ νεοπαγανιστές στόν Ὀρθόδοξο Χριστιανισμό, εἶναι ὅτι «οἱ ρίζες τῆς Πίστεώς μας, καί συγκεκριμένα ἡ Παλαιά Διαθήκη, εἶναι δῆθεν ἁπλῶς Ἑβραϊκή Ἱστορία, καί συνεπώς ἑβραϊκή ὑπόθεση, πού δέν ἀφορᾶ ἐμᾶς τούς Ἕλληνες». Θεωροῦν ὅτι ὁ Χριστιανισμός εἶναι «ἑβραϊκή αἵρεση». Οὐσιαστικά ἀπορρίπτουν τήν Παλαιά Διαθήκη ὡς δῆθεν «ἑβραϊκή μυθολογία» καί ἐπιτίθενται ἐμπαθῶς κατά τῆς Καινῆς Διαθήκης καί τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ πίστη μας δέν εἶναι ‘ἰουδαϊκή’. Ἀπό πολύ νωρίς στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε σαφές καί ρητῶς ἐκφράστηκε ἡ ξεκάθαρη τοποθέτηση τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅτι ἡ πίστη στόν Χριστό εἶναι διαφορετική ἀπό τόν Ἰουδαϊσμό, ἀφοῦ ὁ Κύριος μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου μέ τό Τίμιο Αἶμα Του. Εἶναι σαφεῖς οἱ ἀναφορές, πού γίνονται στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων γιά τή ζωή τῶν νέων τότε Χριστιανῶν καί γιά τίς καταργήσεις παλαιῶν ἰουδαϊκῶν συνηθειῶν καί τυπικῶν.

Ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι ἡ ἱερά βίβλος τῶν πρώτων Χριστιανῶν, ἰδίως πρίν ἡ Ἐκκλησία ἀποφανθεῖ γιά τόν Κανόνα τῶν βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ πρῶτοι πιστοί στόν Χριστό δέν διανοήθηκαν κἄν νά τήν θεωρήσουν ‘ἰουδαϊκή’ ἤ ἁπλῶς ὡς μιά συλλογή τῆς Ἑβραϊκῆς Ἱστορίας, ἀλλ’ ἀντιθέτως ἀπό πολύ νωρίς τήν  ἔνιωθαν ὡς ‘Λόγον Θεοῦ’, τήν περιέβαλαν μέ πολύ σεβασμό καί κύρος καί τά ἀναγνώσματά της ἦταν καί εἶναι ἰδιαίτερα προσφιλῆ καί ἐνισχυτικά στόν πνευματικό ἀγώνα ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Ἡ Παλαιά Διαθήκη, μέρος οὖσα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, εἶναι καί αὐτή θεόπνευστος.

Ἡ Παλαιά Διαθήκη μᾶς μιλᾶ γιά τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, τούς Προπάτορες τοῦ Κυρίου, κατά τό ἀνθρώπινο,  πού ἑορτάζουμε σήμερα, φανερώνοντας ἔτσι τήν ἄρρηκτη συνέχειά της μέ τήν βίβλο τῆς ἐποχῆς τῆς Χάριτος. Ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι ἡ βάση γιά τήν Καινή Διαθήκη. Εἶναι ἡ προετοιμασία γιά τήν ἔλευση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Εἶναι παιδαγωγός εἰς Χριστόν. Στήν Παλαιά Διαθήκη ἐνεργεῖ ὁ    ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, ἀλλά ὡς ἄσαρκος Λόγος, ἐνῶ στήν Καινή Διαθήκη ἐνεργεῖ ὡς  ἔνσαρκος Λόγος.

Εἶναι, ἐπίσης, πασίδηλος ὁ παγκόσμιος χαρακτήρας καί ἡ προοπτική της γιά την σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Αὐτό φαίνεται ἐμφανέστατα στούς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Οἱ Προφῆτες προετοίμαζαν μέ τίς διδασκαλίες καί τίς προφητεῖες τους ὅλα τά ἔθνη γιά τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ν’ ἀποκτήσουν γνώση καί εὐσέβεια τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος γνωριζόταν παλαιά μόνο ἀπό τούς Ἑβραίους.

Ὁ ἅγιος Θεός, «ὁ ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς», δέν εἶναι προσωπολήπτης. Ἀγαπᾶ ἐξ ἴσου ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ὅλους τούς λαούς. Ἀπευθύνει τά σωτήρια κελεύσματά Του σέ ὅλους ἀδιακρίτως καί εὐλογεῖ τούς «ἀγαθούς τῆ καρδία». Ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι γεμάτη μέ σχετικά νοήματα, πού ἀναφέρονται στόν οἰκουμενικό καί παγκόσμιο αὐτόν χαρακτήρα τῆς μελλούσης σωτηρίας ὅλων τῶν λαῶν τῆς γῆς,  μέσω τῆς εὐσεβείας πρός τόν μόνο ἀληθή Θεό.

Οἱ Ἑβραῖοι, πού καυχώνταν ὅτι τάχα μόνο αὐτούς (ὡς ἔθνος καί φυλή) ἀπό τά ὑπόλοιπα ἔθνη προτίμησε ὁ Θεός καί ὅτι δῆθεν μόνο αὐτούς ἀξίωσε τῶν θείων ἐπαγγελιῶν Του, καταισχύνονται τώρα ἀπό τίς ἀποδείξεις τοῦ ἐναντίου, ἀφοῦ μαρτυρεῖται (ἀπό τούς ἴδιους μάλιστα τούς Προφῆτες τους), πώς δέν τούς δόθηκε τίποτε περισσότερο ἤ ἀνώτερο ἀπ’ὅ,τι σ’ὅλα τ’ ἄλλα ἔθνη. Μάλιστα προβλέποντας τά μέλλοντα, μιλοῦν οἱ ἅγιοι Προφῆτες ἐν Πνεύματι Ἁγίω γιά τήν ἀποστροφή τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀποστάτες Ἑβραίους, ὅπως ἐπίσης καί γιά την ἐκπλήρωση τῶν ἐπαγγελιῶν Του σ’ ὅλο τόν κόσμο, σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους, σ’ ὅλα τά ἔθνη, πού θά δεχθοῦν καί θά ἐγκολπωθοῦν τήν Ἀλήθειά Του.

Ὅσοι ἀποδεχόμαστε τήν Παλαιά Διαθήκη τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῶ (ὅπως κι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί) καθιστάμεθα πραγματικοί υἱοί τῶν Πατέρων καί Δικαίων καί τῶν Προφητῶν της καί γινόμαστε κληρονόμοι της καί οἱ ὑποθέσεις καί τά νοήματά της γίνονται κληρονομιά μας πρός Θεογνωσία καί σωτηρία.

Ἡ Πίστη μας δέν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Ἡ εὐσέβειά μας δέν εἶναι ὑπόθεση τῶν Ἑβραίων (ἄλλωστε αὐτοί τήν καταφρόνησαν). Δέν εἶναι μόνο γι’αὐτό ἤ τό ἄλλο ἔθνος. Εἶναι πανανθρώπινη, ἀγκαλιάζει ὅλους τούς ἀνθρώπους, σώζει ὅλο τόν ἄνθρωπο καί κατέχει τήν πληρότητα καί ὁλότητα τῆς ἀληθείας.

Ἔτσι κι ἐμεῖς οἱ πρώην ἐθνικοί, εἰδωλολάτρες, Ἕλληνες δεχθήκαμε καί σεβόμαστε τήν Παλαιά Διαθήκη, διότι ἔχει ὡς σκοπό καί προοπτική της τήν πανανθρώπινη, τήν παγκόσμια σωτηρία. Μέ τήν ἀποδοχή, λοιπόν, τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (ἔχοντάς την ὡς στερεά βάση), δέν ἀπορρίψαμε τόν Ναζωραῖο ἤ Γαλιλαίο (ὅπως εἰρωνικά ἤ ὑποτιμητικά Τόν ἀποκαλοῦν οἱ νεοειδωλολάτρες) Ἰησοῦ, τόν Θεάνθρωπο Κύριο, ἀλλά Τόν πιστέψαμε, Τόν ἀναγνωρίσαμε ὡς Κύριο καί ἀγαθό Δημιουργό τοῦ σύμπαντος[8].


[1] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Β΄ (Νοέμβριος-Δεκέμβριος), ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 2003, σσ. 310.

[2] ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, ΕΠΕ11 376.

[3] Ματθ. 5, 17.

[4] Ματθ. 12, 50.

[5] Ρωμ. 2, 28-29.

[6] Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, Ὁμιλίες τῶν Ἁγίων Πατέρων καί Μεγάλων Διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας σἐ ὅλες τίς Κυριακές τοῦ ἔτους, ἔκδ. Ἱερόν Κελλίον Ἁγίου Νικολάου Μπουραζέρη, Ἅγιον Ὄρος, Θεσ/κη 2003, σσ. 403-409.

[7] Σχ. βλ. Ἑλλήνων Χριστώνυμη Δόξα. Ἐκκλησία – Παλαιά Διαθήκη – Ἰουδαϊσμός, έκδ. Χριστιανικός Ὀρθόδοξος Φιλανθρωπικός Σύλλογος Φίλων Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου «Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσσαλονίκη 2013.

[8] ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ,  Νεο-εἰδωλολατρικές περιπλανήσεις καί ἡ ἀληθής ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Άγιον Όρος 2002, σσ. 42-54.

Share:
πνευματική ιδιοκτησία π. Ἀγγέλου Ἀγγελακοπούλου
error: Content is protected !!