ΟΙ ΠΑΜΜΕΓΙΣΤΟΙ ΤΑΞΙΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΙ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΥΜΑΤΟΘΡΑΥΣΤΕΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΧΙΣΜΑΤΩΝ

Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος

ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Καλλιπόλεως Πειραιῶς

Ἐν Πειραιεῖ 23-10-2013

Εἰσαγωγή

Ἡ ἀναφορά μας στήν αἵρεση τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ εἶναι σήμερα πολύ ἐπίκαιρη, διότι, μέσα στά πλαίσια τῆς παναιρέσεως τοῦ διαχριστιανικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τίς τελευταῖες δεκαετίες διεξάγεται Θεολογικός Διάλογος μέ τούς αἱρετικούς Μονοφυσίτες, ὁ ὁποῖος κατέληξε στήν ἐπαίσχυντη καί ἀντορθόδοξη συμφωνία τοῦ Σαμπεζύ τό 1990, ἡ ὁποία δυστυχῶς ἐφαρμόζεται de facto στίς ἡμέρες μας. Δυστυχῶς, ὁρισμένοι ἐκ τῶν ὀρθοδόξων οἰκουμενιστές ὑποστήριξαν, συμπεριφερόμενοι μεταπατερικῶς, ὅτι μόνο αὐτοί κατά τούς τελευταίους δεκαπέντε αἰῶνες κατενόησαν τήν «Ὀρθοδοξία» τῶν Μονοφυσιτῶν καί τήν «ἀδικία», πού ὑπέστησαν ἀπό τόσους ἁγίους Πατέρες!

1. Ὁ αἰρεσιάρχης Εὐτυχής καί ἡ Δ΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος

Στίς ἡμέρες τοῦ Θεοδοσίου τοῦ μικροῦ, τό 410 μ.Χ., ἕνας ἱερομόναχος, Εὐτυχής στό ὄνομα, δυστυχής στό νοῦ, ἔγινε ἀρχηγός τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, ἰσχυριζόμενος ὁ φρενοβλαβής ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ἔχει μόνο μία φύση, τήν φύση τῆς Θεότητος, καί μόνο μία ἐνέργεια, τήν ἐνέργεια τῆς Θεότητος. Καθαιρέθηκε, ὅμως, ἀπό τόν ἅγιο Φλαβιανό Πατριάρχη Κων/λεως, μέ εἰσήγηση τοῦ Εὐσεβίου Ἐπισκόπου Δορυλαίου, στήν Ἐνδημοῦσα Σύνοδο τό 448. Στίς 13-6-449 ὁ ἅγιος Λέων Ἐπίσκοπος Ρώμης ἔγραψε τήν περίφημη δογματική ἐπιστολή πρός τόν ἅγιο Φλαβιανό, πού ἔχει μείνει γνωστή ὡς «ὁ Τόμος τοῦ Λέοντος». Παρ’ὅλ’αὐτά μεταχειριζόμενος ὁ ἄθλιος Εὐτυχής ὡς ὄργανα τούς ἀθέους εὐνούχους τοῦ βασιλέως, δέν ἔπαυε νά ταράττει τήν Ἐκκλησία καί νά στήνει παγίδες, ἕως ὅτου ἐτελεύτησε ὁ βασιλιάς Θεοδόσιος. Τό 449 κατάφερε, μαζί μέ τόν μονοφυσίτη Διόσκορο Ἀλεξανδρείας, νά παρασύρει τόν αὐτοκράτορα στήν σύγκληση τῆς ληστρικῆς Συνόδου τῆς Ἐφέσου, ἡ ὁποία ἐνήργησε βίαια καί ἀντικανονικά. Ἡ «Σύνοδος» αὐτή δικαίωσε τόν αἱρεσιάρχη Εὐτυχή, ἀποδοκίμασε τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία καί ἐπιδοκίμασε τήν κακοδοξία τοῦ Εὐτυχοῦς περί μιᾶς φύσεως. Οἱ Δόμνος Ἀντιοχείας, Εὐσέβιος Δορυλαίου, Θεοδώρητος Κύρου καί Ἴβας Ἐδέσσης καθαιρέθηκαν, ὁ δέ ἱερός Φλαβιανός, ἀφοῦ κακο­ποιήθηκε καί ἐξορίσθηκε μέ βάναυσο τρόπο, πέθανε ἔπειτα ἀπό τρεῖς ἡμέρες[1] .

Ὅταν, ὅμως, βασίλευσε ὁ ἅγιος Μαρκιανός μέ τήν ἁγία Πουλχερία, διέταξαν νά συγκροτηθεῖ Οἰκουμενική Σύνοδος στή Χαλκηδόνα, τό 451 μ.Χ., γιά νά ἐξετάσει τήν ὑπόθεση.

Ἀφοῦ συνῆλθαν στή Χαλκηδόνα 630 ἐπίσκοποι, συνεκρότησαν τήν Δ΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδο. Τότε, ἀφοῦ συζήτησαν πολλά, κατεδίκασαν καί ἀναθεμάτισαν τόν Εὐτυχή καί τόν ἀκόλουθό του Διόσκορο, ὅπως καί ὅλους ὅσους βλασφημοῦσαν ὅτι ὁ Χριστός ἔχει μία φύση καί μία ἐνέργεια. Διεκήρυξε ἡ Δ΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος ὅτι οἱ δύο τέλειες φύσεις τοῦ Χριστοῦ, ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη, παρέμειναν μεταξύ τους ἑνωμένες στό ἕνα πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου «ἀσυγχύτως, ἀδιαιρέτως, ἀτρέπτως καί ἀχωρίστως». Δέν ὑπῆρξε καμμία ἀπορρόφηση ἤ προσχώρηση ἤ σύγχυση ἤ διαίρεση ἤ τροπή τῶν δύο φύσεων, ἀλλά παρέμειναν καί οἱ δύο ἀκέραιες, διατηρώντας ἡ κάθε μία τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά της γνωρίσματα. Οἱ δύο φύσεις δηλ. ἀλληλοπεριχωρήθηκαν. Ἑπομένως, τό ὀρθό εἶναι ὅτι ὁ Χριστός εἶχε δύο τέλειες φύσεις, τήν θεία καί τήν ἀνθρώπινη, καί ὄχι μόνο μία, τήν θεία. Ἀκολούθως μποροῦμε νά κάνουμε λόγο γιά δυοφυσιτισμό μετά τήν ἕνωση καί ὄχι γιά μονοφυσιτισμό.

2. Τό θαῦμα τῆς Ἁγίας Εὐφημίας

Ἐπειδή, ὅμως, οἱ αἱρετικοί δέν πείθονταν στά δόγματα τῆς ἁγίας Συνόδου, οἱ ἅγιοι Πατέρες μετῆλθαν ἄλλο τρόπο. Καί τά δύο μέρη, οἱ Ὀρθόδοξοι καί οἱ κακόδοξοι Μονοφυσίτες, ἔγραψαν αὐτά, πού πίστευαν καί κήρυτταν, σέ ξεχωριστό τόμο. Ἀφοῦ ἄνοιξαν τή θήκη, πού περιεῖχε τό τίμιο λείψανο τῆς ἁγίας Εὐφημίας, ἀπέθεσαν αὐτά τά δύο βιβλία σφραγισμένα στό στῆθος τῆς ἁγίας. Ἀφοῦ, μετά ἀπό λίγες ἡμέρες, ἄνοιξαν πάλι τή θήκη, εἶδαν καί ἐξέστησαν. Διότι, τόν μέν τόμο τῶν αἱρετικῶν τόν βρῆκαν ριγμένο κάτω στά πόδια τῆς ἁγίας, τόν δέ Τόμο τῶν Ὀρθοδόξων, πού περιεῖχε τόν ὅρο καί τήν ἀπόφαση τῆς Ἁγίας Συνόδου, τόν βρῆκαν νά κρατιέται ἀπό τήν Μάρτυρα στήν ἀγκαλιά της. Ἀφοῦ ἔγινε αὐτό, θαύμασαν ὅλοι γι’ αὐτό τό παράδοξο. Ἀπ’ αὐτό οἱ μέν Ὀρθόδοξοι στηρίχθηκαν στήν πίστη καί δόξασαν τόν Θεό, πού καθημερινῶς πράττει μεγάλα καί παράδοξα θαύματα γιά τήν ἐπιστροφή καί τήν διόρθωση πολλῶν, οἱ δέ αἱρετικοί Μονοφυσίτες καταισχύνθηκαν.

Ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ παραδόξου θαύματος κατά χρέος ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας πρός τήν ἁγία Εὐφημία : «Λίαν εὔφρανας τούς Ὀρθοδόξους καί κατήσχυνας τούς κακοδόξους, Εὐφημία Χριστοῦ καλλιπάρθενε˙ τῆς γάρ τετάρτης Συνόδου ἐκύρωσας, ἅ οἱ Πατέρες καλῶς ἐδογμάτισαν˙ μάρτυς ἔνδοξε, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος».

3. Ὁ αἱρεσιάρχης Διόσκορος

Ὁ ὁμόφρων τοῦ Εὐτυχοῦς, Διόσκορος, καταδικάσθηκε ἀπό τήν Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος, ἐπειδή ἦταν μέγας αἱρετικός. Ὁ Διόσκορος δέν δεχόταν ὅτι ὁ Χριστός ἔχει δύο φύσεις, ἀλλά ἀντιθέτως τόν φυρμό, τήν σύγχυση, τήν σύγκραση ἤ ἀνάκρασή τους[2].

Ἡ γνώμη ὁρισμένων νεωτέρων οἰκουμενιστῶν «θεολόγων» ὅτι ὁ Διόσκορος δέν καταδικάσθηκε ὡς αἱρετικός, ἀλλά γιά τήν ἀπείθειά του στήν πρόσκληση τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος[3] καί ἐπειδή ἀναθεμάτισε τόν ἅγιο Λέοντα, εἶναι τελείως ἀβάσιμη. Οἱ ἀνωτέρω ἐπικαλοῦνται τά λόγια τοῦ ἁγίου Ἀνατολίου : «Διά τήν πίστιν οὐ καθηρέθη Διόσκορος»[4]. Παραβλέπουν, ὅμως, ὅτι ὁ Διόσκορος ἔλεγε κατά τήν Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος : «Φανερῶς διά τοῦτο καθήρηται ὁ Φλαβιανός, ὅτι μετά τήν ἕνωσιν δύο φύσεις εἶπεν˙ ἐγώ δέ χρήσεις ἔχω τῶν ἁγίων πάτερων… ὅτι οὐ δεῖ λέγειν μετά τήν ἕνωσιν δύο φύσεις»[5]. Ἔλεγε ἀκόμη ὅτι «τό ἐκ δύο δέχομαι, τό δύο, οὐ δέχομαι»[6], καθώς καί ὅτι «μετά γάρ τήν ἕνωσιν δύο φύσεις οὐκ εἰσίν»[7].

Ὁ ἱερός Δοσίθεος Ἱεροσολύμων ἀναφέρει καί ἀναλύει λεπτομερῶς δέκα «ἐγκλήματα» τοῦ Διοσκόρου. Στή συνέχεια προσθέτει ὅτι «εἰς ἐκεῖνο δέ ὅπερ εἶπεν ὁ Ἀνατόλιος, ὅτι ὁ Διόσκορος οὐ καθηρέθη διά πίστιν, καί εὑρόντες τοῦτο οἱονεί βοήθημα αὐτῶν ὕστερον οἱ Μονοφυσίται καί οἱ Μονοθελῆται, ἔλεγον, ὡς ἐκεῖνος ἐπίστευε, καί ἡμεῖς, ρητέον, ὅτι μηνυθείς, καί μή ἐλθών, καθηρέθη, οὐ μήν ὅτι ἥν εὐσεβής˙ εἰ γάρ ἤρχετο εἰς τήν Σύνοδον, καθηρέθη ἄν διά τήν πίστιν, ὅθεν τῶν Μονοθελητῶν τό εἰρημένον, ὅτι ὡς ἐκεῖνος ἐπίστευεν, οὕτω πιστεύομεν, μάταιον»[8]. Εί­ναι πολύ λυπηρό, πού οἱ σημερινοί ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων οἰκουμενιστές «θεολόγοι» χρησιμοποιοῦν τά ἐπιχειρήματα τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν καί Μονοθελητῶν, γιά νά δι­καιολογήσουν τόν αἱρεσιάρχη Διόσκορο.

Ἐκείνη τήν ἐποχή ἀσκήτευε στά ἐρημικότερα μέρη τῆς Βιθυνίας, ἕνας πολύ ἐνάρετος ἀσκητής, ὁ ὅσιος Αὐξέντιος (†473), ὁ ὁποῖος ἔκανε μεγάλο ἀγώνα γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ καί τήν ἐπικράτηση τῆς Δ΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου[9].

4. Τά γεγονότα μετά τήν Σύνοδο (451-482)

«Ἡ ὑπό τῆς Οἰκουμενικῆς ἐν Χαλκηδόνι Συνόδου καταδίκη τοῦ Εὐτυχοῦς καί τῆς διδασκαλίας του δέν σήμανε τό τέλος, ἀλλά τήν ἔναρξη τοῦ ὀργασμοῦ τῶν μονοφυσιτικῶν αἱρέσεων. Ὁ Μονοφυσιτισμός ἀποδείχθηκε ἡ πλέον δυσεκρίζωτη αἵρεση, ἀπό ὅσες παρουσιάσθηκαν κατά τήν πρώτη χιλιετηρίδα τοῦ Χριστιανισμοῦ»[10].

Ἔπειτα ἀπό τήν Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος, οἱ ὀπαδοί τοῦ Διοσκόρου καί τοῦ Εὐτυχοῦς, Μονοφυσίτες στό ἑξῆς ὀνομαζόμενοι[11], ἀντέδρασαν δυναμικά ἐναντίον τῶν ἀποφάσεών της. Ἐπαναστατοῦσαν πυρετωδῶς σέ ὅλες τίς περιοχές τῆς αὐτοκρατορίας, δημιούργησαν δικές τους ἀποσχισμένες κοινό­τητες καί ἔφεραν τήν Ἐκκλησία σέ ἀξιοθρήνητη κατάσταση.

Ὁ μονοφυσίτης μοναχός Θεοδόσιος, «ἀνήρ λυμεών, κατελθών δρομαῖος με­τά τήν ἐν Χαλκηδόνι Σύνοδον εἰς Ἱεροσόλυμα»[12], κατάφερε νά παρασύρει στήν κακοδοξία του τήν σύζυγο τοῦ ἀποθανόντος βασιλέως Θεοδοσίου, Εὐδοκία, καί ὅλους σχεδόν τούς μοναχούς. Ὁ Θεοδόσιος κατηγοροῦσε τήν Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος «ὡς ἀνατρέψασα τήν ὀρθήν πίστιν καί κυρώσασαν τό δόγμα τοῦ Νεστορίου»[13]. Μέ βίαιες καί ἐγκληματικές ἐνέργειες, ἅρπαξε τόν θρόνο τῆς ἁγίας πόλεως καί χειροτόνησε πολλούς ἐπισκόπους, ἐνῶ ὁ ἅγιος Ἰουβενάλιος Ἱεροσολύμων καί οἱ κανονικοί ἐπίσκοποι βρίσκονταν ἀκόμη στήν Σύν­οδο τῆς Χαλκηδόνος.

«Ὁ Θεοδόσιος ὁδήγησε ἔξω ἀπό τήν πόλη τόν ἐπίσκοπο Σεβηριανό καί ἐκεῖ τόν φόνευσε, ἐπειδή δέν ἤθελε νά ὑποταχθεῖ στήν κακοδοξία του. Ἔπειτα διήγειρε με­γάλο διωγμό σέ ὅλη τήν ἁγία πόλη, ἐναντίον ἐκείνων, πού δέν ἤθελαν νά κοινωνήσουν μ’αὐτόν. Ἄλλους, λοιπόν, τυράννησε μέ βασανιστήρια, ἄλλων ἅρπαξε τήν περιουσία, ἄλλων κατέκαυσε τά σπίτια, ὥστε ἡ πόλη νά φαίνεται ὅτι κυριεύεται ἀπό βαρβάρους»[14].

Πολύ μεγαλύτερα ἦταν τά δεινά, πού προξένησαν στούς Ὀρθοδόξους οἱ Μονοφυσίτες τῆς Ἀλεξανδρείας. Ἡ Σύνοδος τῆς Χαλκηδόνος εἶχε διορίσει τόν ἅγιο Προτέριο ὡς ἐπίσκοπο τῆς πόλεως, ἀντί τοῦ αἱρετικοῦ Διοσκόρου. Ἡ ἔλευση, ὅμως, τοῦ Ἁγίου στήν Ἀλεξάνδρεια προκάλεσε ἀμέσως αἱμα­τηρές ταραχές. Μετά δέ τόν θάνατο τοῦ Μαρκιανοῦ (457), ἕνας φανατικός κληρικός τοῦ Διοσκόρου, ὁ Τιμόθεος ὁ Αἴλουρος, παρέσυρε τούς μοναχούς καί τόν λαό ἐναντίον τοῦ ἁγίου Προτερίου. Κατά τήν διάρκεια μάλιστα τῆς νύκτας, παρουσιαζόταν στούς μοναχούς σάν ἄγγελος ἀπεσταλμένος ἀπό τόν Θεό. Τούς παρακινοῦσε νά μή κοινωνοῦν μέ τόν ἱερό Προτέριο, ἀλλά νά ἔχουν ὡς ἐπίσκοπό τους τόν Αἴλουρο, δηλαδή τόν ἑαυτό του[15].

Τελικά, ὁ ἅγιος Προτέριος, μαζί μέ ἄλλους ἕξι, σφάχθηκε, διωκόμενος στήν κολυμβήθρα τοῦ βαπτίσματος. Καθώς διηγεῖται ὁ ἱερός Δοσίθεος, οἱ φανατικοί Μονοφυσίτες ὡς θηρία κυριολεκτικά ἔβγαλαν τά σπλάχνα τοῦ Ἱερομάρτυρος καί τά ἔφαγαν! Στή συνέχεια, ἔσυραν τόν Ὁμολογητή μέ σχοινιά μέσα στήν πόλη καί τό μέν ἕνα μέρος τοῦ σώματος τό ἔδωσαν στούς σκύλους, τό δέ ἄλλο κατέκαυσαν[16].

Μετά τόν μαρτυρικό θάνατο τοῦ ἁγίου Προτερίου, ὁ Τιμόθεος ἐπιβλή­θηκε ὡς νέος πατριάρχης καί προέβη σέ παράνομες χειροτονίες Μονοφυ­σιτῶν μέ ἀντίστοιχη ἐκθρόνιση τῶν Ὀρθοδόξων ποιμένων. Ὁ Τιμόθεος νό­θευσε τά βιβλία τοῦ ἁγίου Κυρίλλου[17] καί συνεκάλεσε τοπική Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀναθεμάτισε τήν Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος καί τούς ἁγίους Λέοντα Ρώμης καί Ἀνατόλιο Κωνσταντινουπόλεως. Οἱ Ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι καί κληρικοί τῆς Αἰγύπτου ἔγραψαν τότε πρός τόν νέο βασιλέα Λέοντα τόν μέγα (457-474) καί τοῦ ἐξιστόρησαν τά παράνομα ἔργα τοῦ Τιμοθέου.

Ὁ μονοφυσίτης ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας Πέτρος ὁ Κναφεύς εἶχε ὑποχρεώσει τόν ἅγιο Μαρτύριο νά παραιτηθεῖ ἀπό τόν θρόνο του. Ὁ Πέτρος μάλιστα ἀναθεμάτιζε ὅσους δέν πίστευαν ὅτι ἡ Θεότης ἦταν ἐκείνη, πού ὑπέστη τά πάθη καί τήν σταύρωση, (καί ὄχι ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ) καί πρόσθεσε στόν τρισάγιο ὕμνο τήν βλάσφημη προσ­θήκη «ὁ Σταυρωθείς δι’ ἡμᾶς»[18].

Μετά τόν θάνατο, ὅμως, τοῦ εὐσεβοῦς Λέοντος καί τήν ἐκδίωξη τοῦ γαμ­προῦ τοῦ Ζήνωνος, ὁ Βασιλίσκος γίνεται κάτοχος τοῦ θρόνου τῆς βασιλευούσης (476-478). Ὁ νέος αὐτοκράτωρ, γιά νά στηριχθεῖ στήν ἐξουσία, προστίθεται στήν μερίδα τῶν Μονοφυσιτῶν καί ἐκδίδει τό “Ἐγκύκλιο” διά­ταγμα. Σ’ αὐτό καταδίκασε τήν Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος καί τόν Τόμο τοῦ Λέοντος, καί ἀνεκήρυξε ὡς ἐπίσημη θρησκεία τοῦ κράτους τόν Μονοφυσιτισμό. «Εὐθέως δέ κατά τῆς πίστεως παρετάξατο… Τιμόθεον δέ τόν Αἴλουρον ἀνεκαλέσατο διά τύπου, καί Πέτρον τόν Κναφέα, κρυπτόμενον ἐν τῇ μονῇ τῶν Ἀκοίμητων, καί ὅσοι ἄλλοι ἐχθροί τῆς ἁγίας ἐν Χαλκηδόνι Συνόδου ἐπαρρησιάζοντο κατά τῆς ἀληθείας»[19].

Τήν περίοδο αὐτή (451-482) τά πλεῖστα γιά τήν στήριξη τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος καί τήν διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως προσέφεραν οἱ Ὅσιοι μοναχοί Εὐθύμιος ὁ Μέγας, Γελάσιος, Συμεών καί Δανιήλ οἱ Στυλίτες[20].

5. Τό Ἑνωτικόν τοῦ Ζήνωνος καί τά μετέπειτα γεγονότα (482-518)

Δυστυχῶς, οἱ ἔριδες καί οἱ ταραχές μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Μονοφυ­σιτῶν ἐξακολουθοῦσαν καί μετά τήν ἐκδίωξη τοῦ Βασιλίσκου.

Ὁ αὐτοκράτορας Ζήνων ἔκρινε πλέον ὡς ἀναγκαία τήν χάραξη ἑνωτικῆς πολιτικῆς καί κατά τό ἔτος 482 ἐκδίδει, κατόπιν συνεννοήσεως μέ τόν Ἀκά­κιο Κωνσταντινουπόλεως, τό «Ἑνωτικόν»[21] διάταγμα. Τό Ἑνωτικόν κατα­δίκαζε τόν Νεστοριανισμό καί τόν Εὐτυχιανισμό, ἀπέφευγε τίς ἐπίμαχες φράσεις “μία ἤ δύο φύσεις”, παραμέριζε μέ ἔντεχνο τρόπο τόν ὅρο τῆς Συνό­δου τῆς Χαλκηδόνος, ἀναγνώριζε ὡς ἔγκυρο τό Σύμβολο πίστεως τῆς Α’ καί Β’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου[22] καί ἀπέφευγε νά συναριθμήσει τήν Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος μεταξύ τῶν Οἰκουμενικῶν.

Ὁ βασιλιάς Ἀναστάσιος ὁ Δίκορος ἐξορίζει κατά τό ἔτος 511 τόν ἱερό Μακεδόνιο Πατριάρχη Κων/λεως στά Εὐχάϊτα. Ὁ διάδοχός του, Τιμόθεος (511-518), ἐξορίζει τόν μοναχό Δωρόθεο, πού εἶχε γράψει ἕνα βιβλίο μέ πολλούς στίχους ὑπέρ τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος, στήν Ὤασι. Τό δέ βιβλίο ξεσκίζει, ἐπειδή εἶχε ἐπιγραφή : ‘’Τραγωδία, ἤγουν προφητεία τῆς νῦν καταστάσεως’’[23].

Ὁ Ἀναστάσιος συγκάλεσε, ἐπίσης, στή Σιδόνα (511) Σύνοδο τῶν Σύρων καί τῶν Παλαιστινίων ἐπισκόπων «ἐπί τῇ τελείᾳ ἐκβολῇ τῆς ἁγίας ἐν Χαλκη­δόνι Συνόδου»[24]. Οἱ  πατριάρχες Ἠλίας καί Φλαβιανός, πού συμμετεῖχαν στή Σύνοδο τῆς Σιδόνας, παρεμπόδισαν τόν ἀναθεματισμό τῶν ἀποφά­σεων τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος[25] καί διέλυσαν τήν Σύνοδο[26].

Οἱ Μονοφυσίτες ἐξοργίσθηκαν μέ τήν στάση αὐτή τῶν δύο πατριαρχῶν καί ἀποφάσισαν νά τούς ἐξορίσουν. Οἱ Ὀρθόδοξοι μοναχοί τῆς Κοίλης Συ­ρίας κατέφθασαν τότε στήν Ἀντιόχεια, ἀποφασισμένοι νά ὑπεραμυνθοῦν μέ κάθε τρόπο τοῦ Φλαβιανοῦ. Παρά τά μεγάλα δεινά, πού ὑπέστησαν[27], δέν κατόρθωσαν νά διασώσουν τόν ποιμένα τους, ὁ ὁποῖος ἐξορίσθηκε (512) μαζί μέ «ἄλλους πολλούς ἐπισκόπους σιδηροδεσμίους, κληρικούς καί μοναχούς»[28].

6. Ὁ αἱρεσιάρχης Σεβῆρος

Ὁ αὐτοκράτορας μέ μεγάλη χαρά ἔστειλε τότε γιά ἐπίσκοπο στήν Ἀντιό­χεια τόν ἔξαρχο τῶν Ἀκεφάλων Σεβῆρο. «Ἠλίας δέ ὁ Ἱεροσολύμων, ἀναγκαζόμενος ὑπό τοῦ βασιλέως, ἤ Σευήρῳ κοινωνῆσαι, ἤ τῆς ἐπισκοπῆς ἐκβληθῆναι, τῶν μοναχῶν ὀχυρωσάντων αὐτόν, τῆς ἐπισκοπῆς μᾶλλον ἠρετίσατο ἐκβληθῆναι»[29].

Στήν κρίσιμη ἐκείνη περίοδο τά μοναχικά τάγματα ἀγωνίσθηκαν μέ ἡρωισμό καί αὐτοθυσία. Οἱ μοναχοί τῆς Κων/λεως, τῆς Ἀντιο­χείας καί τῶν Ἱεροσολύμων προσπαθοῦσαν μέ κάθε τρόπο νά διαφυλάξουν τήν πίστη τους καί νά προστατεύσουν τούς ποιμένες τους, οἱ ὁποῖοι – ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλο – ἔπαιρναν τόν δρόμο τῆς ἐξορίας.

Νέο πρόσωπο ἀπό πλευρᾶς Μονοφυσιτῶν κατά τήν περίοδο αὐτή εἶναι, ὅπως εἴδαμε, ὁ Σεβῆρος. Ἐκτός ἀπό τούς Μονοφυσίτες, πού εἶχαν καί ἔχουν τόν Σεβῆρο ὡς ἔξαρχο, ὑπάρχουν καί ὁρισμένοι «Ὀρθόδοξοι» οἰκουμενιστές – δυστυχῶς ἀκό­μη καί σήμερα – οἱ ὁποῖοι πιστεύουν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν εἶχε κακόδοξα φρονήματα! Καί μάλιστα, ἐνῶ ἄλλοι αἱρετικοί (ὅπως οἱ Μονοθελήτες Παῦλος Κων/λεως καί Μακάριος Ἀντιοχείας) τόν κατέτασσαν στούς αἱρετικούς[30]. Ἅς δοῦμε, ὅμως, μέ λίγα λόγια τήν γνώμη τῶν ἁγίων Πατέρων.

Ὁ Κύριλλος ὁ Σκυθοπολίτης, πού συνέγραψε τούς βίους τῶν ἡγετῶν τῶν μοναχῶν τῆς Παλαιστίνης, λέει ὅτι ὁ Σεβῆρος «καθυπέβαλλε τήν Σύν­οδο τῆς Χαλκηδόνος σέ μύρια ἀναθέματα. Κήρυττε ἐπίσης μία φθαρτή φύση τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μετά τήν σάρκωση καί ἐνανθρώπηση ἀπό τήν Παρθένο, φιλονεικώντας νά ἑδραιώσει τήν κακοδοξία τοῦ Εὐτυχοῦς.

Ἐπειδή ἦταν φιλοτάραχος, ἐπινόησε πολλές καινοτομίες κατά τῶν ὀρθῶν δογ­μάτων καί θεσμῶν τῆς Ἐκκλησίας καί ἀποδεχόταν τήν ἀσεβέστατη καί ληστρικωτάτη δευτέρα Σύνοδο τῆς Ἐφέσου… Διαβεβαίωνε ἀκόμη ὅτι ἡ ὑπόσταση εἶναι φύση καί ἡ φύση ὑπόσταση[31]. Χωρίς μάλιστα νά ἀναγνωρίζει καμμία διαφορά ανά­μεσα στά ὀνόματα αὐτά, τόλμησε νά ὀνομάζει τήν ἁγία καί προσκυνητή ὁμοούσιο Τριάδα τῶν θείων ὑποστάσεων, τριάδα φύσεων καί Θεοτήτων καί Θεῶν»[32]!

Ὁ αἱρεσιάρχης καί «τυφλός»[33] Σεβῆρος «ἀρνούμενος τό τῆς κοινῆς σωτηρίας μυστήριον»[34], πίστευε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι μία σύνθετη φύση καί ἔχει ἕνα θέλημα[35], ἐνῶ κατά τούς ἁγίους Πατέρες εἶναι μία σύνθετη ὑπόσταση[36], δηλ. ἕνα πρόσωπο μέ δύο φύσεις καί δύο θελήσεις. Δεχόμενος δέ ὁ Σε­βήρος δύο φύσεις πρό τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, «δέν ντρέπεται νά ἀποφαίνεται ὅτι ὁ Χριστός συντίθεται ἀπό δύο πρόσωπα καί δύο ὑποστάσεις»[37]. Συνεπῶς «ὁ δυσσεβής Σεβῆρος ἀπεβάλλετο τούς ἁγίους Πατέρας»[38]. Κατά δέ τόν ἅγιο Ταράσιο Κων/λεως, ἦταν καί Εἰκονομάχος[39].

Τά τόσο πολλά κακόδοξα φρονήματα τοῦ Σεβήρου ἀνάγκασαν τόν ἅγιο Σωφρόνιο νά ἀναφωνήσει : «Μεθ’ὧν ἁπάντων (τῶν αἱρετικῶν) καί πρό πάντων καί μετά πάντας καί κατά πάντας καί ὑπέρ πάντας ἔστω καί Σεβῆρος ἀνάθεμα, ὁ τούτων μαθητής ἐκμανέστατος, καί πάντων χρηματίσας Ἀκεφάλων τῶν νέων καί τῶν παλαιῶν ὠμότατος τύραννος, καί τῆς Ἁγίας Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐχθρός δυσμενέστατος, καί τῆς Ἀντιοχέων ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας μοιχός ἀνομώτατος καί φθορεύς βδελυρώτατος»[40].

Ἀναφέρεται ἀκόμη ὅτι ὁ Σεβῆρος ἔστειλε δύο ἐπισκόπους του πρός τόν ἀρχηγό τῶν Σαρακηνῶν Ἀλαμούνδαρο, ὁ ὁποῖος εἶχε γίνει Χριστιανός, προσπαθώντας νά τόν προσελκύσει στήν αἵρεσή του. Ὁ Ἀλαμούνδαρος τότε, θέλοντας νά τούς ἐλέγξει, τούς εἶπε : «Μόλις μέ εἰδοποίησαν ὅτι πέθανε ὁ ἀρχάγ­γελος Μιχαήλ». Ἐκεῖνοι εἶπαν ὅτι αὐτό εἶναι ἀδύνατο˙ καί αὐτός τούς απήν­τησε μέ μεγάλη σύνεση : «Ἀφοῦ οἱ ἄγγελοι εἶναι ἀθάνατοι, τότε πῶς, κατά τά λεγόμενά σας, ἔπαθε καί πέθανε ἡ Θεότης ἐπί τοῦ σταυροῦ, ἡ ὁποία εἶχε συγκραθεῖ (ἀναμιχθεῖ) μέ τήν σάρκα καί ἀποτελέσει μία φύση»[41];

Τήν περίοδο αὐτή (482-518) ἐντυπωσιακά κατορθώματα ἐναντίον τῶν Μονοφυσιτῶν κατάφεραν οἱ Ὅσιοι μοναχοί Σάββας ὁ ἡγιασμένος, Θεοδόσιος ὁ Κοινοβιάρχης καί Ἰωάννης ὁ Ἡσυχαστής[42].

7. Ἐπιστολή μοναχῶν ἐναντίον τοῦ Σεβήρου κατά τήν περίοδο 518-619

Πρός τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Καππαδόκη Πατριάρχη Κων/λεως (518-520) καί τήν Ἐνδημοῦσα Σύνοδο ἔδωσαν ἐπι­στολή ὁρισμένοι κληρικοί καί δώδεκα μοναχοί διαφόρων Μονῶν τῆς Ἀντιοχείας, σχετικά μέ τά δυσσεβῆ ἔργα τοῦ Σεβήρου, στήν ὁποία ἔλεγαν :

«Ποιά τραγωδία δέν ἐπεσκίασαν τά δεινά ἔργα, πού ἀπετόλμησε ὁ Σεβῆρος;

Αὐτός κατ’ ἀρχήν, παραλείποντας τά τοῦ ἰδιαιτέρου βίου του, γιά νά μή σᾶς κουράσουμε, δέν φαίνεται ὅτι κοινώνησε ποτέ μέ ὁποιαδήποτε Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Ἔπειτα, ἀφοῦ κατασυκοφάντησε καί κατάφερε νά ἐκθρονίσει τόν νόμιμο ποιμένα, τόν μακαριώτατο Φλαβιανό, ἅρπαξε μέ δολιότητα τόν θρόνο του.

Ἀπό τότε καί στό ἑξῆς, ὡς «μισθωτός ποιμήν»[43], δέν ἐποίμανε τήν ποίμνη τοῦ Χριστοῦ, οὔτε ἔφυγε, τό ὁποῖο θά ἦταν καί τό καλύτερο. Ἀντιθέτως, αὐτός ὁ ἴδιος ἔπραττε τά θηριώδη ἔργα τῆς σφαγῆς καί τοῦ διασκορπισμοῦ τῶν προβάτων. Ἐπινοοῦσε ἐπίσης μωρολογίες καί βλασφημίες ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, καί δέν ἄφησε κανένα ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες, πού νά μή τόν κατηγορήσει.

Ἐξακολουθεῖ μάλιστα νά ἀποκηρύττει καθημερινά τίς Συνόδους, πού συγκρο­τήθηκαν ὑπέρ τῆς εὐσεβοῦς πίστεως. Ἐφόσον δηλ. ὁ Σεβῆρος τόλμησε νά ἀνα­θεματίσει καί νά πολεμήσει τήν ἁγία Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος, εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἀποστρέφεται καί μισεῖ καί τίς τρεῖς πρῶτες Οἰκουμενικές Συνόδους, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀδελφές της. Καί τοῦτο, διότι ἡ Σύνοδος αὐτή ἐπικύρωσε – περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη – τό Σύμβολο τῆς πίστεως τῶν τριακοσίων δεκαοκτώ ἁγίων Πατέρων, ἀποδέχ­θηκε τούς ἑκατόν πενήντα ὁσίους καί ἁγίους Πατέρες τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καί φυσικά καί τούς ὁσίους Πατέρες, πού συνῆλθαν μέ ὅμοιο τρόπο στήν Ἔφεσο κατά τοῦ δυσσεβοῦς Νεστορίου,

Πόσους δέ φόνους ἁγίων μοναχῶν διέπραξε, ἀναθέτοντας τήν σφαγή σέ Ἰουδαϊκά χέρια, δέν διέφυγε οὔτε τήν δική σας προσοχή, ὁσιώτατοι, οὔτε κανενός ἄλλου. Διότι, ἦταν ἐλεεινό θέαμα νά βλέπεις πεταμένους ἐδῶ καί ἐκεῖ, γυμνούς, ἄταφους, κατασπαραγμένους ἀπό τούς σκύλους καί ἐκτεθειμένους στά ἁρπακτικά ὄρνεα περισσοτέ­ρους ἀπό τριακόσιους ἄνδρες. Ὅλοι αὐτοί οἱ μοναχοί, πού εἶχαν ἀγωνισθεῖ ἀσκητικά ἕως τά γηρατειά τους, προέρχονταν ἀπό τήν δευτέρα ἐπαρχία τῶν Σύρων.

Τά ὅμοια, ἐπίσης, καί τό ἴδιο ἐλεεινά ἔχει πράξει καί μέσα στούς ξενῶνες του. Διότι, τώρα οἰκοδομεῖ σκοτεινές φυλακές καί, ἀφοῦ κατακλείει καί μαστιγώνει πολλούς μέσα σ’ αὐτές ἕνεκα τῆς εὐσεβοῦς πίστεώς τους, στή συνέχεια τούς σκοτώνει. Ἀλλά, καί ἐκεῖνα, πού τόλμησε νά πράξει κοντά στίς πηγές τῆς Δάφνης, ὁσιότατοι, χρησιμοποιώντας μαγεῖες καί λατρεύοντας μέ ἀηδιαστικά θυμιάματα τούς δαίμονες, τά διηγεῖται ὅλη ἐκείνη ἡ μεγάλη πόλη.

Δέν λυπήθηκε φυσικά οὔτε αὐτά ἀκόμη τά ἅγια θυσιαστήρια ἤ τά ἱερά σκεύη. Ἔτσι, τά μέν ἀπέξυνε ὡς ἀκάθαρτα, τά δέ πάλι ἔσπαζε καί ἔλειωνε μέ τήν βοήθεια τῶν ὁμοφρόνων του. Ἐκτός ἀπ’ αὐτά, ὅμως, ᾧ μακαριότατοι, ἔχει τολμήσει καί τό ἑξῆς : Σφετερίσθηκε μέ τούς συντρόφους του τά χρυσά καί ἀσημένια περιστέρια, τά ὁποία ἦταν κρεμασμένα – εἰς τύπον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος – ἐπάνω ἀπό τίς θεῖες κολυμβῆθρες καί τά ἱερά θυσιαστήρια. Ἔλεγε, μάλιστα, ὅτι δέν εἶναι σωστό νά παρο­μοιάζεται τό Ἅγιον Πνεῦμα μέ περιστέρι.

Ἐπίσης, ἀφοῦ ἀπεκόμισε τά χρήματα, τά οἰκήματα καί τά καλύτερα κτήματα, πού ἀνῆκαν στήν Ἐκκλησία, τά κατεδαπάνησε ὅλα καί τήν καταχρέωσε μέ βαρύ­τατα δάνεια. Δέν εἶναι, ὅμως, δυνατόν, μακαριότατοι, νά διηγηθοῦμε μέ λεπτομέρειες ὅλα ὅσα ἀπετόλμησε ὁ Σεβῆρος, γι’ αὐτό καί ἀρκούμεθα σ’ αὐτά τά λίγα, ἄν καί στήν πραγματικότητα εἶναι τεράστια»[44].

8. Ἐπιστολή μοναχῶν ἐναντίον τοῦ Πέτρου Ἀπαμείας

Πολύ συγκινητική εἶναι ἐπίσης ἡ ἐπιστολή, πού λίγο ἀργότερα ἔστειλαν οἱ μοναχοί τῆς Ἀπαμείας πρός τούς ἐπισκόπους τους, στήν ὁποία διηγοῦνται τά φοβερά ἔργα τοῦ μονοφυσίτου Πέτρου Ἀπαμείας.

«Ὁ Πέτρος στέλνει πολλές φορές ἄτομα καί προξενοῦν πληγές στούς μοναχούς τῆς Μονῆς Δωροθέου. Στή συνέχεια, τούς φέρνει στήν πόλη καί τούς κλείνει στή φυλακή. Καί δέν σταματᾶ ἀπό αὐτό τό ἔργο, ἄν καί τό ἔχει πράξει πολλές φορές. Ποιός, ὅμως, θά μπορέσει νά προσεγγίσει τήν ἀλήθεια, διηγούμενος τά κακά, πού ἔγιναν στό Μοναστήρι τῆς Ματρώνης;… Ἀλλά, ἐάν πάλι θυμηθοῦμε ὅσους εἶχαν ἐπιτεθεῖ κατά τῆς Μονῆς τῶν Ὀράγων, πόσες ἄραγε σελίδες θά χρειασθοῦν, γιά νά ἀφηγηθοῦμε τά τόσα πολλά ἀδικήματά τους; Διότι, δέν δίστασαν – ὅπως γίνεται στίς πολιορκίες – νά καταστρέψουν τήν Μονή καί νά συλλάβουν ὡς αἰχμαλώτους τούς μοναχούς, πού ἔψαλλαν ἐκεῖ…

Σέ κανένα ἐπίσης ἀπό τούς γύρω κατοίκους δέν διέφυγαν τά ὅσα ἔγιναν κατά τήν ἔφοδο ἐναντίον τῆς Μονῆς τῶν Νικερτῶν. Ἀλλά, καί ποιός λογικός ἄνθρωπος θά μπορέσει νά διηγηθεῖ χωρίς δάκρυα, τά φοβερά ἔργα, πού διέπραξαν μέ ἐχθρικό τρόπο, νά φονεύουν τούς εὐλαβεῖς καί Ὀρθοδόξους μοναχούς, πού συναθροίζονταν ἐκεῖ, γιά νά τιμήσουν τήν ἐπιτελουμένη ἑορτή. Ἄλλωστε, ἦταν συνηθισμένος πλέον στούς φόνους τῶν μοναχῶν καί θεωροῦσε μέγα κέρδος τήν καταραμένη ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους αὐτή τήν πράξη»[45].

Οἱ μοναχοί διαφόρων Μονῶν ἀπό τήν Κων/λη, τήν Συρία, τήν Παλαιστίνη, τό Σινᾶ, τήν Ραϊθώ καί τήν Σκυθόπολη στέλνουν νέα ἐπιστολή πρός τόν ἱερό Μηνᾶ Πατριάρχη Κων/λεως, ἡ ὁποία διαβάζεται στήν πέμπτη πράξη τῆς Μεγάλης Ἐνδημούσης Συνόδου τῆς Κων/λεως τό 536, στήν ὁποία καταγγέλλουν τά παράνομα ἔργα τοῦ Σεβήρου, τοῦ Πέτρου καί τῶν ἄλλων αἱρετικῶν, καί συγκεκριμένα άα ἀναθέματα κατά τῶν ἁγίων Πατέρων, τῆς Συνόδου τῆς Χαλκη­δόνος καί τοῦ Τόμου τοῦ Λέοντος, τίς πιέσεις καί τούς ἐκβιασμούς σέ Ὀρθο­δόξους κληρικούς, γιά νά ὑπογράψουν τά ἀναθέματα αὐτά, τούς βίαιους φόνους ἁγίων ἀνδρῶν, τίς παράνομες χειροτονίες, τίς ληστρικές ἐφόδους κατά τῶν Μονῶν, τούς φόνους τῶν μοναχῶν, τά σχίσματα καί τούς ἐμφυ­λίους πολέμους, πού ἐπέφεραν τόν τελευταῖο καιρό στήν Ἀλεξάνδρεια καί πολλά ἄλλα[46].

Μεγάλοι πολέμιοι τῶν Μονοφυσιτῶν αὐτή τήν περίοδο (550-619) ὑπῆρξαν οἱ ἱερομάρτυς Ἀναστάσιος, Ἰωάννης Μόσχος, Ὅσιος Ἀντίοχος ὁ Πανδέκτης, Θεόδωρος πρεσβύτερος τῆς Ραϊθοῦς, Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης ὁ συγγραφεύς τῆς Κλίμακος, Ὅσιος Βαρσανούφιος, Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Προφήτης καί ὁ Ὅσιος Δωρόθεος[47].

Ἐπίλογος

Τέλος, ἐκφράζουμε τήν εὐχή οἱ Ἀντιχαλκηδόνιοι Μονοφυσίτες νά συνειδητοποιήσουν ὅτι οἱ «πατέρες» τους ἔπεσαν σέ αἵρεση, νά κατανοήσουν τήν πλάνη, στήν ὁποία δυστυχῶς μέχρι σήμερα βρίσκονται, νά ἀποκηρύξουν τήν αἵρεση καί τούς ἀρχηγούς της Εὐτυχή, Διόσκορο καί Σεβῆρο καί νά ἐπανέλθουν στήν ἀγκάλη τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, πού εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία[48].


[1] ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τ. ιδ’, κεφ. μζ’, P.G. 146, 1225C-1228Β.

[2] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ,Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, βιβλίο γ’, κεφ. γ’ (μζ’), P.G. 94, 993Α, ΑΓΙΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ, Ἐπιστολή συνοδική, P.G. 87 Γ΄, 3169Β.

[3] ΒΛΑΣΙΟΣ ΦΕΙΔΑΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τ. α’, Ἀθῆναι 1994, σ. 646, ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΜΙΡΗΣ, Τά δογματικά καί συμβολικά μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. α’, Ἀθῆναι 1960, σ. 168, Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Ὁ μοναχισμός ἔναντι τῆς αἱρέσεως εἰς τήν ἀρχαίαν Ἐκκλησίαν, Θεσ/κη 1980, σ. 67.

[4] Σ. ΜΗΛΙΑΣ, Τῶν ἱερῶν Συνόδων… συλλογή, Παρίσι 1761,τ. β΄, σ. 153β.

[5] Ένθ’ ανωτ., σ. 67α.

[6] Ένθ’ ανωτ., σ. 68β.

[7] Ένθ’ ανωτ., σ. 69α.

[8] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο δ΄, κεφ. β΄, § α΄ εκδ. Β. Ρηγόπουλος , Θεσ/κη 1982, σ. 352.

[9] Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σσ. 92-93.

[10] Σ. ΣΑΚΚΟΣ, Περί Ἀναστασίων Σιναϊτῶν, Θεσ/κη 1964, σ. 87.

[11] Φ. ΒΑΦΕΙΔΗΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τ. α΄, § 72, 3, Κων/λη 1884, σ. 243.

[12] ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ, Χρονογραφία, ἔτος 5945, P.G. 108, 273Α.

[13] ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΣΚΥΘΟΠΟΛΙΤΗΣ, Βίος τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Εὐθυμίου, κεφ. κζ΄, Ε.Π.Ε., Φιλοκαλία, τ. 5.

[14] ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τ. ιε΄, κεφ. θ΄, P.G. 147, 32Α.

[15] Μ. ΓΕΔΕΩΝ, Πατριαρχικοί πίνακες, Αθήνα 1996, σ. 124.

[16] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο δ΄, κεφ. στ΄, § ατ΄ εκδ. Β. Ρηγόπουλος , Θεσ/κη 1982, σ. 429.

[17] ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ, ἔνθ’ἀνωτ., έτος 5950, P.G. 108, 281Β.

[18] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο δ΄, κεφ. θ΄, § α΄ εκδ. Β. Ρηγόπουλος , Θεσ/κη 1982, σ. 437.

[19] ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ, ἔνθ’ ἀνωτ. , ἔτος 5967, P.G. 108, 301Β.

[20] Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σσ. 97-107.

[21] ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ, ἔνθ’ ἀνωτ. ,ἔτος 5976, P.G. 108, 320Β.

[22] Φ. ΒΑΦΕΙΔΗΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τ. α΄, § 73, 3, Κων/λη 1884, σ. 244.

[23] ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ, ἔνθ’ ἀνωτ., ἔτος 6002, P.G. 108, 360Β.

[24] Ὅ. π., ἔτος 6003, P.G. 108, 361Α

[25] ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΣΚΥΘΟΠΟΛΙΤΗΣ, ἔνθ’, ἀνωτ., κεφ. νβ΄.

[26] Ἔνθ’ἀνωτ., κεφ. νστ΄.

[27] ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ, ἔνθ’ἀνωτ., κεφ. κζ΄, P.G. 147, 169D.

[28] ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ, ἔνθ’ ἀνωτ. ,ἔτος 6004, P.G. 108, 368Β.

[29] Ὅ. π.

[30] Σ. ΜΗΛΙΑΣ, Τῶν ἱερῶν Συνόδων… συλλογή,τ. β΄, σσ. 476α, 573α.

[31] ΟΣΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Πρός Mαρτῖνον, P.G.91, 40A.

[32] Βίος τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Σάββα, κεφ. νστ’,

[33] ΑΓΙΟΣ ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ, παρά Μεγάλῳ Φωτίῳ, Μυριόβιβλος, σκε’, P.G. 103, 944C.

[34] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, Περί αἱρέσεων… , § πγ’, P.G. 94, 744Α,

[35] ΟΣΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, ἔνθ’ ἀνωτ., P.G. 91, 45C.

[36] Τοῦ ἰδίου, πιστολή ιγ΄, P.G. 91, 525ΒC.

[37] ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜΙΟΣ, παρά Μεγάλῳ  Φωτίῳ, Μυριόβιβλος, σκθ’, P.G. 103, 993C.

[38] ΑΓΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ, Ὀδηγός, κεφ. ζ΄, P.G. 89, 109D.

[39] Σ.ΜΗΛΙΑΣ, ἔνθ’ ἀνωτ., σσ. 736α, 820α.

[40] πιστολή Συνοδική, P.G. 87Γ΄, 3192BC.

[41] ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΩΝΑΡΑΣ, Χρονικόν, βιβλίο ιδ΄, κεφ. δ΄, P.G. 134, 1220Β.

[42] Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σσ. 113-122.

[43] Ἰω, 10, 12-13.

[44] Σ. ΜΗΛΙΑΣ, ἔνθ’ ἀνωτ., σσ. 289-299.

[45] Ὅ. π., σσ. 322-323.

[46] Ὅ. π., σσ. 287-294.

[47] Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σσ. 133-144.

[48] Ἡ αἵρεσις τῶν μονοφυσιτῶν ἀντιχαλκηδονίων˙ διηγήσεις ἀπό τούς βίους τῶν ἁγίων, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1997, σσ. 7-10, 24-28. καί ΙΕΡΟΜ. ΛΟΥΚΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ, Διόσκορος καί Σεβῆρος˙ οἱ ἀντιχαλκηδόνιοι αἱρεσιάρχαι˙ κριτική δύο διδακτορικῶν διατριβῶν, ἐκδ.  Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003 καί Εἶναι οἱ  Ἀντιχαλκηδόνιοι Ὀρθόδοξοι; Κείμενα τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἄλλων ἁγιορειτῶν Πατέρων περί τοῦ διαλόγου Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων (Μονοφυσιτῶν), ἐκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 1995 καί ΠΡΩΤΟΠΡ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ,  Ἡ ‘’Ὀρθοδοξία’’ τῶν Ἀντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτῶν, ἐκδ. Βρυέννιος, 1994 καί ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Ἡ ‘’ἰδεολογική’’ ὀρθοδοξία τῶν ἀντιχαλκηδονίων˙ Ἀπάντησις σέ ἀπόψεις τοῦ καθηγητοῦ κ. Γεωργίου Μαρτζέλου, ἐκδ. Ἱ.Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2005 καί ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΡΤΖΕΛΟΣ, «Ὀρθοδοξία καί αἵρεση τῶν Ἀντιχαλκηδονίων κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό», Θεολογία 752 (2004) 593-609.          

https://sotiriosnavs.com/wp-content/uploads/2020/05/IMG_20200508_130841-rotated.jpg2020-07-18 18:06:02%ce%bf%ce%b9-%ce%b4%ce%b9%cf%89%ce%b3%ce%bc%ce%bf%ce%b9-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%b5%ce%ba%ce%ba%ce%bb%ce%b7%cf%83%ce%b9%ce%b1%cf%83-%ce%b1%cf%80%ce%bf-%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%83-%ce%b1%ce%b9%cf%81%ce%b5