ΟΙ ΠΑΜΜΕΓΙΣΤΟΙ ΤΑΞΙΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΙ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΥΜΑΤΟΘΡΑΥΣΤΕΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΧΙΣΜΑΤΩΝ

Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Αγγελακόπουλος

 17-10-2013

Α) Ἡ πρώτη περίοδος τῶν διωγμῶν ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων (338-363)

Τό 325 μ.Χ. συνεκλήθη ἡ Α’ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας τό 325 μ.Χ. ἐπί τῆς βασιλείας τοῦ ἁγίου ἐνδόξου θεοστέπτου βασιλέως καί Ἰσαποστόλου Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου. Ἡ Σύνοδος συνήχθη κατά τοῦ αἱρετικοῦ Ἀρείου, ὁ ὁποῖος βλασφημοῦσε ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Θεό Πατέρα καί ἀκολούθως δέν εἶναι Θεός ἀληθινός, ἀλλά κτίσμα καί ποίημα. Ἡ Σύνοδος, ἡ ὁποία διήρκησε τρεισήμισι χρόνια, μᾶς παρέδωσε τό κοινό καί γνωστό ἀπ’ ὅλους καί Ἱερό Σύμβολο τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας, μέ τό ὁποῖο ἀνεκήρυξε τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, Θεό ἀληθινό καί ὁμοούσιο μέ τόν Θεό Πατέρα, ἔχοντας δηλαδή τήν ἴδια οὐσία καί φύση μέ τόν Θεό Πατέρα καί ἑπομένως τήν ἴδια δόξα, ἐξουσία, κυριότητα καί ἀϊδιότητα καί ὅλα τά ὑπόλοιπα θεοπρεπή ἰδιώματα τῆς θείας φύσεως. Ἡ ἴδια Σύνοδος μᾶς παρέδωσε καί τόν καθορισμό τοῦ Πάσχα καί ἐξέδωσε εἴκοσι Ἱερούς Κανόνες.

Δυστυχῶς, μετά τήν Σύνοδο, δέν ἐπικράτησε εἰρήνη. Ὁ Ἄρειος μετά τήν καταδίκη του (330) προσποιήθηκε τόν Ὀρθόδοξο, δίνοντας γενική καί ἀόριστη ὁμολογία πίστεως [1], καί ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος διέταξει νά καταλάβει τήν προτέρα θέση του. Ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς ἄρχισαν οἱ ἐπιθέσεις κατά τῶν Ὀρθοδόξων. Πρῶτος συκοφαντεῖται καί ἐξορίζεται ὁ ἅγιος Ευ­στάθιος Ἀντιοχείας [2].

Τόν δρόμο τῆς ἐξορίας (335-337) ἀκολούθησε καί ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος διαδέχθηκε τό 328 τόν ἅγιο Ἀλέξανδρο στόν θρόνο τῆς Ἀλεξανδρείας καί ἀρνήθηκε νά δεχθεῖ τόν Ἄρειο [3]. Ὅ μέγας στυλοβάτης καί πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας Ἀθανάσιος θά σηκώσει στούς ὤμους του, ἰδίως σ’ αὕτη τήν περίοδο, τό μεγαλύτερο βάρος τοῦ ἀγῶνος καί θά ὑποστεῖ τά πάνδεινα. Στά 45 ἔτη τῆς ἐπισκοπικῆς του θητείας, θά ἐξορισθεῖ πέντε φο­ρές, διαμένοντας στήν ἐξορία περισσότερο ἀπό 15 ἔτη!

Τόν Μεγάλο Κωνσταντῖνο διαδέχθηκε στόν θρόνο τῆς Ἀνατολῆς ὁ υἱός του Κωνστάντιος (337-361). Ὁ νέος αὐτοκράτωρ ἦταν ἔνθερμος ὑποστηρικτής τῆς ἀρειανικῆς αἱρέσεως καί ἐγκαινίασε, ἐπίσημα πλέον, τήν πρώτη πε­ρίοδο τῶν διωγμῶν κατά τῶν Ὀρθοδόξων.

Τό 340 οἱ Ἀρειανοί καθαιροῦν καί πάλι τόν ἅγιο Ἀθανάσιο, ὁ ὁποῖος κατέφυγε στήν Ρώμη. Στόν θρόνο τῆς Ἀλεξανδρείας ἐπιβαίνει ὁ Ἀρειανός Γρηγόριος ὁ Καππαδόκης [4]. Οἱ Ὀρθόδοξοι ἔζησαν τότε πολύ δύσκολες στιγμές. «Ἡ ἐκκλησία καί τό ἅγιο βαπτιστήριο παραδίδονται στήν φωτιά… Ἅγιες καί ἁγνές παρθένοι ξεγυμνώνονταν καί ὑφίσταντο ἀνεπίτρεπτη μεταχείριση. Ἐάν μάλιστα πρόβαλλαν ἀντίσταση, ἔθεταν σέ κίνδυνο καί αὐτή τήν ζωή τους. Μοναχοί καταπατοῦνταν καί πέθαιναν καί μερικοί μέν ρίχνονταν ἐδῶ κι ἐκεῖ, ἄλλοι δέ φο­νεύονταν μέ ξίφη καί ρόπαλα καί ἄλλοι πάλι τραυματίζονταν. Πόσες δέ ἀσέβειες καί παρανομίες διαπράχθηκαν ἐπάνω στήν Ἁγία Τράπεζα»[5]!

Ἡ δεύτερη ἐξορία τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου ἔληξε τό 346, ἐξαιτίας τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Κώνσταντος, ἀδελφοῦ τοῦ Κωνσταντίου. Μετά τόν θάνατο, ὅμως, τοῦ Κώνσταντος (350), ὁ Κωνστάντιος μένει μονοκράτορας, οἱ Ἀρειανοί κερδίζουν ἔδαφος καί μέ ἀλλεπάλληλες Συνόδους καταφέρνουν νά καταδικάσουν γιά τρίτη φορά τόν Μεγάλο Ἀθανάσιο.

Πράγματι, ὁ «πολύαθλος Ἰώβ» ἀποχωρίζεται πάλι ἀπό τό ποίμνιό του. Καταφέρνει, ὅμως, νά διαφύγει τήν ἐξορία, βρίσκοντας καταφύγιο κυρίως στήν ἔρημο, στήν ὁποία διέμεινε ἐπί ἕξι ἔτη.

Ὁ ἱερός Θεοδώρητος περιγράφει πολύ παραστατικά τά ἀπάνθρωπα ἔρ­γα τοῦ νέου ἐπιβήτορος τοῦ Ἀλεξανδρινοῦ Θρόνου, τοῦ Ἀρειανοῦ Γεωργίου : «Ὁ Γεώργιος ἀνάγκαζε ἐκεῖνες, πού εἶχαν ὑποσχεθεῖ νά φυλάξουν ἰσόβια παρθενία, ὄχι μόνο νά ἀρνηθοῦν τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τόν Ἀθανάσιο, ἀλλά καί νά ἀναθεματίσουν τήν πίστη τῶν Πατέρων. Εἶχε δέ συνεργό στήν ὠμότητά του κάποιον στρατιωτικό διοικητή Σεβαστιανό. Αὐτός, ἀφοῦ ἄναψε φωτιά στό κέντρο τῆς πόλεως καί ἔβαλε γύρω ἀπ’αὐτή τίς παρθένες γυμνές, τίς διέταζε νά ἀρνηθοῦν τήν πίστη τους. Οἱ δέ παρθένες, ἄν καί βρίσκονταν μπροστά σέ πιστούς καί ἀπίστους σάν ἕνα φοβερό καί ἐλεεινό θέαμα, θεωροῦσαν σάν μεγίστη τιμή τήν ἀτιμία καί ὑπέμειναν εὐχάριστα τίς μαστιγώσεις γιά χάρη τῆς πίστεως… Ἄλλοτε, ἀφοῦ ἄναψε φωτιά καί ἔβαλε τίς παρθένες νά στέκονται δίπλα στίς φλό­γες, τίς ἀνάγκαζε νά λένε ὅτι ἔχουν τήν ἴδια πίστη μέ τόν Ἄρειο. Ἐπειδή, ὅμως, τίς ἔβλεπε νά τόν νικοῦν καί νά μή νοιάζονται γιά τήν φωτιά, τίς γύμνωσε καί κατέκαψε τόσο πολύ τά πρόσωπά τους, ὥστε μόλις ἀναγνωρίζονταν μετά ἀπό πολύ χρόνο. Συνέλαβε, ἐπίσης, καί σαράντα ἄνδρες, τούς ὁποίους βασάνισε μέ πρωτοφανή τρόπο : Ἔκοψε στά γρήγορα ράβδους ἀπό τούς φοίνικες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀκόμη μέσα τους τά σουβλερά ἀγκάθια. Ἔπειτα τούς ἔδειρε δυνατά στά ὀπίσθια, ὥστε μερικοί νά χειρουργηθοῦν πολλές φορές γιά τά ἀγκάθια, πού ἔμειναν μέσα τους, ἄλλοι δέ πάλι, πού δέν ἄντεξαν τήν δοκιμασία, νά πεθάνουν» [6]. Ἄλλοτε πάλι ὁ Σεβαστιανός «πολλάς ἀειπαρθένους ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ τοῦ ἁγίου Θεωνᾶ τοῦ ἐπισκόπου βέλεσιν ἐφόνευσε» [7].

Ὁ Κωνστάντιος πέθανε τό 361, ὁ δέ νέος αὐτοκράτορας Ἰουλιανός ἐπέ­τρεψε νά ἐπιστρέψουν ὅλοι οἱ ἐξόριστοι στίς θέσεις τους, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν καί ὁ Μέγας Ἀθανάσιος [8]. Ὁ Ἰουλιανός προσπάθησε νά ἐπαναφέρει στό κράτος του τήν εἰδωλολατρεία, ὁ σύντομος θάνατός του, ὅμως, ματαίωσε τά σχέδιά του.                                                             

Σ’ αὐτήν ἀκριβῶς τήν περίοδο τῶν πρώτων διωγμῶν τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τούς Ἀρειανούς (337-363) οἱ μοναχοί, ὅπως οἱ Μέγας Ἀντώνιος [9], ὅσιος Παχώμιος, ὅσιος Θεόδωρος ὁ Ἡγιασμένος, ὅσιος Ἱλαρίων [10], ἔγιναν συμμέτοχοι τῶν ἀγώνων καί τῶν θλίψεων τῶν πιστῶν γιά τήν διαφύλαξη τῆς πίστεως τῶν ἁγίων 318 θεοφόρων Πατέρων.

Β) Ἡ δεύτερη περίοδος τῶν διωγμῶν τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τόν αὐτοκράτορα Οὐάλεντα (364-378)

Μετά τόν θάνατο τοῦ Ἰουλιανοῦ βασίλευσε στήν Ἀνατολή ὁ Ὀρθόδοξος καί εὐσεβής Ἰοβιανός, γιά λίγο, ὅμως, διάστημα. Ὁ νέος αὐτοκράτορας Οὐάλης ἦταν σφοδρός Ἀρειανός καί ἔγινε ὁ ὑπαίτιος γιά τήν ἔναρξη τῆς δευτέρας περιόδου τῶν διωγμῶν κατά τῶν Ὀρθοδόξων. Μεταξύ τῶν πολλῶν κατορθωμάτων τοῦ ἀσεβοῦς βασιλέως ἀναφέρεται καί τό ἑξῆς : «Κάποτε ἦλθαν στήν Νικομήδεια, γιά νά τόν συναντήσουν, ὀγδόντα ἱερωμένοι, ὡς ἀπεσταλμένοι τῶν Ὀρθοδόξων. Ἐκεῖνος τότε διέταξε νά καοῦν ὅλοι, μέσα στό καράβι, πού τούς μετέφερε» [11]! Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὅ Θεολόγος ὁμιλεῖ γιά τό φρικτό αὐτό γεγονός, λέγοντας : «Πρεσβυτέρων ἐμπρησμοί θαλάττιοι» [12].

Ὁ Οὐάλης συμπεριφερόταν μέ ἀπαράδεκτο τρόπο καί στούς μοναχούς, τούς ὁποίους ἀνάγκαζε νά στρατεύονται καί νά πηγαίνουν στόν πόλεμο [13]. Ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος, πού ἐπισκέφθηκε τήν Νιτρία, ἀναφέρει ὅτι ὁ Οὐάλης ἀπέσπασε ἀπό τήν ἔρημο 5.900 μοναχούς καί τούς ἔστειλε βίαια στό στρατό [14]. Ὁ Οὐάλης ἐξόρισε, ἐπίσης, καί τόν Μεγάλο Ἀθανά­σιο. Μετά, ὅμως, ἀπό λίγους μῆνες, λόγῳ τῆς ἀντιδράσεως τοῦ λαοῦ, τοῦ ἐπέτρεψε νά ἐπιστρέψει στήν Ἀλεξάνδρεια, στήν ὁποία παρέμεινε μέχρι τόν θάνατό του (373) [15].

Ἀλλά, καί στήν Ἀντιόχεια ἡ κατάσταση δέν ἦταν καλύτερη. Μετά τήν ἐξορία τοῦ ἁγίου Εὐσταθίου (330), οἱ Ἀρειανοί κυριαρχοῦσαν καί σέ χρονικό διάστημα 30 ἐτῶν ἀνῆλθαν στόν θρόνο της ἑπτά ἀρειανοί ἐπίσκοποι! Τό 360 χειροτονεῖται ἀπό τούς Ἀρειανούς, ὡς ἐπίσκοπος τῆς πόλεως αὐτῆς, ὁ ἅγιος Μελέτιος. Ὁ θεῖος, ὅμως, αὐτός ἄνδρας ὀμολόγησε ἀμέσως τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί «τήν ἀξιέπαινον ἐκείνην ἀφῆκε φωνήν : Τρία τά νοούμενα, ὡς ἑνί δέ διαλεγόμεθα» [16]. Ἡ ὁμολογία του αὐτή εἶχε βέβαια ὡς συνέπεια νά ἐξορισθεῖ ἀστραπιαία, ἐνῶ τόν θρόνο του κατέλαβε ὁ Ἀρειανός Εὐζώιος. Ὅταν ὁ βασιλιάς Ἰουλιανός, μετά ἀπό δύο περίπου ἔτη, ἐπέτρεψε στόν ἅγιο Με­λέτιο νά ἐπιστρέψει στήν Ἀντιόχεια, ἡ κατάσταση ἦταν τραγική. Ὁ ἱερός Μελέτιος καί οἱ Ὀρθόδοξοι εἶχαν μία μόνο ἐκκλησία – κι αὐτή ἔξω τῆς πόλεως – ἐνῶ ὁ Εὐζώιος εἶχε στήν κατοχή του ὅλες τίς ἐκκλησίες [17]. Υ­πήρχε καί ὁ Ὀρθόδοξος Παυλῖνος, ὀπαδός, ὅμως, τοῦ ἁγίου Εὐσταθίου, μέ μία κι αὐτός μόνο μικρή ἐκκλησία.

Στή συνέχεια, ὁ Μέγας Μελέτιος ἐξορίσθηκε δύο φορές ἀπό τόν Ουά­λεντα (365-367 καί 371-379) [18], ἐνῶ τόν ἀγώνα του τόν συνεχίζουν οἱ πρεσ­βύτεροι Φλαβιανός καί Διόδωρος (μετέπειτα ἐπίσκοποι Ἀντιοχείας καί Ταρσοῦ ἀντίστοιχα). Τόν δραματικό ἀγώνα τῶν δύο αὐτῶν Πατέρων, κα­θώς καί τῶν μοναχῶν Ἀφραάτου καί Ἰουλιανοῦ γιά τήν διαποίμανση τοῦ «μικροῦ ποιμνίου» [19] περιγράφει παραστατικώτατα ὁ ἱερός Θεοδώρητος

Στό μεταξύ στήν Ἀλεξάνδρεια ὁ διάδοχος τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου Πέ­τρος, διώκεται γρήγορα καί στόν θρόνο του ἐπιβαίνει ὁ αἱρετικός Λούκιος. «Τότε πολλοί τῶν ὀρθοδόξων ἀνδρῶν, καί γυναικῶν παρθένων ἀθέως ἠκίσθησαν, πολλοί δέ καί ἐν βασάνοις ἐτελειώθησαν» [20]. «Κατῆλθεν εἰς Ἀλεξάνδρειαν ὁ Ἀντιο­χείας Εὐζώιος, καί παρέδωκε τῷ Λουκίῳ τάς Ἐκκλησίας τῶν Ὀρθοδόξων. Ἐξ οὗ (Εὐζωΐου) δέ τί κακά γεγόνασι καί διωγμοί εἰς τήν Αἴγυπτον καί Ἀντιόχειαν καί Καππαδοκίαν, Αἰσχύλος ἤ Σοφοκλῆς ἴσως ἐτραγώδουν ἰκανῶς τάς τοιαύτας συμ­φοράς, ἤ οἰκειότερον εἰπεῖν Ἱερεμίου χρεία, ἵνα θρηνήσῃ τόν κατά τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἄσπονδον τῶν ἀσεβῶν πόλεμον» [21].

Στήν Καππαδοκία τήν ἐποχή αὐτή δεσπόζει ἀπό Ὀρθοδόξου πλευρᾶς ἡ μορφή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ὁ οὐρανοφάντωρ Ἅγιος εἶναι καί ὁ ἡγέτης ὅλης τῆς ἀγωνιζομένης Ἀνατολῆς μέ συναρωγούς τόν ἀδελφό του, ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί τόν ἅγιο Εὐσέβιο Σαμοσάτων. Στίς συγκινητικές γραμμές μιᾶς ἐπιστολῆς του πρός τούς Ὀρθοδόξους ἐπισκόπους τῆς Δύσεως, ὁ πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας Βασίλειος διεκτραγωδεῖ μέ τόν καλύτερο τρόπο τά μεγάλα δεινά τῆς ἐποχῆς του :

«Διωγμός μᾶς κατέλαβε, ἀδελφοί τιμιώτατοι, καί διωγμῶν ὁ βαρύτατος. Διότι, διώκονται οἱ ποιμένες, γιά νά διασκορπισθοῦν τά ποίμνια [22]. Καί τό ἀκόμη σκληρότερο εἶναι ὅτι, ἐνῶ ὅσοι κακοποιοῦνται, ὑπομένουν τά παθήματα μέ τήν ἐσωτερική βεβαιότητα τοῦ μαρτυρίου, παρά ταῦτα τά πλήθη δέν τιμοῦν τούς ἀθλητές τῆς πίστεως ὡς μάρτυρες, ἐπειδή τό χριστιανικό ὄνομα ἀνήκει καί στούς διῶκτες. Ἕνα εἶναι τώρα τό ἀδίκημα, τό ὁποῖο τιμωρεῖται σκληρά : ἡ ἀκριβής τή­ρηση τῶν πατρικῶν Παραδόσεων. Γι’ αὐτόν καί μόνο τόν λόγο ἐξορίζονται οἱ εὐσε­βεῖς ἀπό τίς πατρίδες τους καί ὁδηγοῦνται στίς ἐρήμους…

…Ἐξορίες πρεσβυτέρων, ἐξορίες διακόνων, λεηλασία ὅλων τῶν κληρικῶν. Διότι, κατ’ ἀνάγκην ἤ θά προσκυνήσουν τήν εἰκόνα [23], ἤ θά παραδοθοῦν στήν ὀδυνηρή φλόγα τῶν μαστιγώσεων. Ἔπειτα, ἀκολουθοῦν στεναγμοί τῶν λαῶν, συνε­χή δάκρυα εἴτε κατ’ ἰδίαν εἴτε δημόσια, ἐπειδή ὅλοι θρηνοῦν ἀναμεταξύ τους τά παθήματά τους… Ὅλοι ἀκούγονται νά θρηνοῦν στήν πόλη, στούς ἀγρούς, στούς δρόμους, στίς ἐρήμους. Ἀκούγεται μιά θλιβερή φωνή, καθώς ὅλοι ὁμιλοῦν γιά τά θλιβερά γεγονότα.

Ἀπομακρύνθηκε ἡ χαρά καί ἡ πνευματική εὐφροσύνη. Οἱ ἑορτές μας μεταβλήθη­καν σέ πένθος [24], οἱ οἶκοι τῶν προσευχῶν ἔχουν κλείσει, τά θυσιαστήρια τῆς πνευματικῆς λατρείας ἀργοῦν. Δέν γίνονται πλέον πνευματικές συναθροίσεις τῶν Χριστιανῶν, δέν κηρύττουν οἱ δάσκαλοι, δέν γίνονται οἱ σωτήριες διδαχές οὔτε πα­νηγύρεις οὔτε νυχτερινές ὑμνωδίες. Δέν ὑπάρχει πλέον ἡ μακαρία ἐκείνη ἀγαλλίαση τῶν ψυχῶν, ἡ ὁποία γεννᾶται στίς ψυχές αὐτῶν, πού πιστεύουν στόν Κύριο κατά τίς λατρευτικές συνάξεις καί τήν συμμετοχή στά πνευματικά χαρίσματα…

Στούς μοναχούς τῆς Βερροίας ὁ θεῖος Βασίλειος ἔγραφε : «Στέναξα, ὅταν ἄκουσα πώς ξεσηκώθηκε ἐναντίον σας ὁ ἄγριος ἐκεῖνος διωγμός καί ὅτι οἱ «εἰς κρί­σεις καί μάχας νηστεύσαντες» [25] ἐπιτέθηκαν ἀμέσως μετά το Πάσχα ἐναντίον τῶν σκηνωμάτων σας καί παρέδωσαν στίς φλόγες τούς κόπους σας»[26].

Ἄλλοι μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίσθηκαν αὐτή τήν περίοδο ἐναντίον τῶν Ἀρειανῶν εἶναι οἱ ὅσιος Ἀφραάτης, ὅσιος Ἰουλιανός, ἀββάς Μακάριος ὁ Ἀλεξανδρεύς, ἀββάς Μακάριος ὁ πολιτικός, ὅσιος Παμβώ, ὅσιος Ἠρακλείδης, ἀββάς Ἀγάθων, ἀββάς Σισώης, ἀββάς Θεόδωρος τῆς Φέρμης, ἀββάς Ὤρ, ἀββάς Ἠσαΐας, μοναχός Μωυσῆς, ὅσιος Ἰσαάκιος, ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, ὅσιος Σεραπίων καί ὅσιος Μαρκιανός [27].

Κατακλείουμε τό παρόν κείμενο, λέγοντας ὅτι κατάλοιπο τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀρειανισμοῦ στήν ἐποχή μας εἶναι ἡ αἵρεση τῶν ψευδομαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ [28]. Χειρότερες αἱρέσεις ἀπό αὐτήν τοῦ Ἰεχωβισμοῦ εἶναι οἱ αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ καί τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ. Ἡ χειρότερη, ὅμως, αἵρεση ἀπ’ὅλες τίς προηγούμενες, πού μαστίζει τό σύγχρονο ἐκκλησιαστικό γίγνεσθαι, εἶναι ἡ παναίρεση τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ [29]. Οἱ διωγμοί τῆς Ἐκκλησίας δέν σταματοῦν μόνο στήν ἐποχή τοῦ Ἀρειανισμοῦ. Συνεχίζονται καί σήμερα. Οἱ παναιρετικοί Οἰκουμενιστές διώκουν στήν ἐποχή μας τούς ἀντιοικουμενιστές [30].

[1] ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΟΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τ. α΄, κεφ. κστ΄, P.G. 67, 149Β. 

[2] ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία. κεφ. κ’, P.G. 82., 968C.

[3] ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΟΣ, ἔνθ’ ἀνωτ., κεφ. λε΄,  P.G. 67, 172Α.

[4] Τοῦ ἰδίου, τ. β΄, κεφ. ια΄,  P.G. 67, 205Β.

[5] ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, Ἐπιστολή Ἐγκύκλιος, κεφ. γ’, Β.Ε.Π.Ε.Σ. τ. 31, σσ. 196-197.

[6] Ἐγκώμιον εἰς τόν Μ. Ἀθανάσιον, λόγος β’, κεφ. ια, P.G. 82, 1025B-1028B.

[7] ΟΣΙΟΣ ΑΜΜΩΝΙΟΣ, Περί πολιτείας καί βίου μερικοῦ Παχωμίου καί Θεοδώρου, § λα’, Β.Ε.Π.Ε.Σ. τ. 40, σ. 97.

[8] ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ, ἔνθ’ ἀνωτ., λόγος γ’, κεφ. β’, P.G. 82, 1088CD.

[9] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Ὁ Μέγας Ἀντώνιος καί ὁ σύγχρονος Οἰκουμενισμός», Θεοδρομία Θ1 (Ἰανουάριος-Μάρτιος 2007) 79-88, http://www.impantokratoros.gr/C9EA82EA.el.aspx

[10] Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σσ. 34-44.

[11] ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΩΝΑΡΑΣ, Χρονικόν, βιβλίον ιγ’, κεφ. ιστ’, Ρ.G. 134, 1164Α.

[12] ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Εἰς τόν Μ. Bασίλειον… ἐπιτάφιος, κεφ. μστ΄, P.G.36, 556C.

[13] ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΘΗΝΩΝ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, αἰών δ’, κεφ. ιε, § θ΄.

[14] ΕΥΛΟΓΙΟΣ ΚΟΥΡΙΛΑΣ, Ἱστορία τοῦ ἀσκητισμοῦ,  σ. 28.

[15] ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΟΣ, ἔνθ’ἀνωτ., τ. δ’, κεφ. ιγ’, P.G.67, 497Α.

[16] ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΣ, ἔνθ’ἀνωτ., λόγος β’, κεφ. κζ’, P.G.82. 1081C.

[17] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο β’, κεφ. ιβ΄, § α’. σ. 434.

[18] Θ.Η.Ε., τ. 8, στ. 928.

[19] Λουκ. 12, 32.

[20] ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ, Χρονογραφία, ἔτος 5863, P.G.  108, 181C.

[21] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, ἔνθ’ἀνωτ., κεφ. ιδ’, § β’, σ. 452.

[22] Ματθ. 26, 31.

[23] Δανιήλ  3, 7.

[24] Ἀμώς 8, 10. 

[25] Ἠσ. 58, 4.

[26] Τοῦ ἰδίου, Ἐπιστολή σνστ’. P.G.32, 944Α.

[27] Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔκδ. Ἰ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2003, σσ. 49-64.

[28] ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Ἡ Ὀρθόδοξος πίστις μας καί οἱ πλάνες τῶν Ἱεχωβιτῶν, ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 1996.

[29] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ἐπιστολή πρός τόν Μακαριώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερώνυμον καί τήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος περί Οἰκουμενισμοῦ, 8-5-2013 καί ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Οἱ «μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ» καί ὁ Οἰκουμενισμός. Ποιά αἵρεση ἀπό τίς δύο εἶναι πιό ἐπικίνδυνη»; Ὀρθόδοξος Τύπος (11-10-2013) 1, 7. http://www.impantokratoros.gr/5603F491.el.aspx)

[30] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ἐπιστολή πρός τήν Α.Θ.Π., τόν Ἀρχιεπίσκοπον Κωνσταντινουπόλεως , Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικόν Πατριάρχην κ.κ. Βαρθολομαῖον, 27-6-2013, σσ. 44-45.

https://sotiriosnavs.com/wp-content/uploads/2020/05/IMG_20200508_130841-rotated.jpg2021-06-12 20:14:31%ce%bf%ce%b9-%ce%b4%ce%b9%cf%89%ce%b3%ce%bc%ce%bf%ce%b9-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%b5%ce%ba%ce%ba%ce%bb%ce%b7%cf%83%ce%b9%ce%b1%cf%83-%ce%b1%cf%80%ce%bf-%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%83-%ce%b1%ce%b9%cf%81%ce%b5-2