Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος
ἐφημ. Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Νέας Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Ἐν Πειραιεῖ 06-12-2015
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, 6 Δεκεμβρίου, ἀνατέλει ὡς ἀστήρ πρώτου μεγέθους στήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική, Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἡ μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Νικολάου ἐπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας τοῦ θαυματουργοῦ, πού ἀστράφτει καί φωτίζει ὅλη τήν οἰκουμένη.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος, ἐκτός ἀπό εἰκόνα πραότητος, διδάσκαλος τῆς ἐγκρατείας καί πρότυπο ἀγάπης, ἐλεημοσύνης καί πατρικῆς στοργῆς, ὑπῆρξε κυρίως, κατεξοχήν καί πρό παντός κανόνας πίστεως, ὁμολογητής, ὑπέρμαχος καί πρόμαχος τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως ἔναντι τῶν δύο μεγάλων κινδύνων τῆς ἐποχῆς του, δηλ. τῆς πλάνης τῆς εἰδωλολατρείας καί τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἀλλά καί μετά θάνατον τῆς αἱρέσεως τοῦ Παπισμοῦ.
Ὁ διάβολος, πού πάντοτε φθονεῖ τό καλό τῶν ἀνθρώπων, μή ὑποφέροντας νά βλέπει τήν εὐσέβεια, τόν Χριστιανισμό καί τούς Χριστιανούς νά πληθύνονται στούς πρωτοχριστιανικούς αἰώνες, παρακίνησε δύο βασιλεῖς ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, τόν Διοκλητιανό καί τόν Μαξιμιανό, τό ζεῦγος τοῦ διαβόλου, τά θηρία τά ἀνήμερα, τούς διώκτες τῶν Χριστιανῶν. Πολύς κίνδυνος ὑπῆρχε γιά τούς Χριστιανούς τόν καιρό ἐκεῖνο, διότι οἱ δύο βασιλεῖς ἔστειλαν σέ ὅλο τόν κόσμο φοβερές διαταγές. Καί μαζί μέ τίς διαταγές, ἔστειλαν καί ἀφέντες ὠμούς καί ἀπανθρώπους σέ κάθε τόπο, πού ἔλεγαν ὅτι, ὅποιος εἶναι Χριστιανός, ἄν μέν ἀρνηθεῖ τόν Χριστό, θά ἀπολαύσει μεγάλες τιμές ἀπό τούς βασιλεῖς, ἄν δέ στέκεται στήν πίστη του καί δέν θέλει νά θυσιάσει στούς εἰδωλολατρικούς ψευδοθεούς, θά πάθει πολλές τιμωρίες καί βάσανα. Ἄλλοι μέν Χριστιανοί φανερά ὁμολογοῦσαν τόν Χριστό ὡς Θεό ἀληθινό καί πέθαιναν μέ πολλά μαρτύρια. Ἄλλοι δέ πάλι, ἐξαιτίας τοῦ φόβου, πήγαιναν καί ἀρνοῦνταν τόν Χριστό καί θυσίαζαν στά εἴδωλα. Ὅσοι δέ πάλι δέν μποροῦσαν οὔτε νά μαρτυρήσουν, οὔτε νά γίνουν εἰδωλολάτρες, ἔφευγαν στά ὄρη καί στά σπήλαια καί κρύβονταν ἐκεῖ. Οἱ διαταγές, λοιπόν, αὐτές οἱ βασιλικές ἔφθασαν καί στά Μύρα, στόν τόπο ὅπου ἀρχιεράτευε ὁ Ἅγιος Νικόλαος. Καί ἐπειδή βρῆκαν ὅτι ὁ Ἅγιος ἦταν Χριστιανός καί Ἀρχιερέας τῶν Χριστιανῶν, τόν ἔπιασαν οἱ ἀφέντες τοῦ τόπου, τόν ἔδειραν, τόν παίδευσαν καί τόν ἔβαλαν στήν φυλακή μαζί μέ πολλούς ἄλλους Χριστιανούς, καί τίποτε ἄλλο δέν ἀπολάμβανε ὁ Ἅγιος στή φυλακή ἐκτός ἀπό δίψα, πείνα καί κάθε ἄλλη σκληρότητα. Πέρασε ὁ Ἅγιος ἀρκετό χρόνο στή φυλακή, διδάσκοντας τούς Χριστιανούς νά μήν ἀρνηθοῦν τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ μέν ἐχθρός τῆς ἀληθείας διάβολος μέχρι ἐδῶ ἐνήργησε. Ἀλλά, ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός, πού πάντοτε οἰκονομεῖ καί θέλει τό συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου, οἰκονόμησε ὥστε οἱ μέν ἀσεβέστατοι βασιλεῖς ἐκεῖνοι, ὁ Διοκλητιανός καί ὁ Μαξιμιανός, νά πορευθοῦν στόν ἐτοιμασμένο τόπο τῆς κολάσεως, ὁ δέ εὐσεβέστατος καί χριστιανικώτατος βασιλεύς ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Μέγας, ὁ υἱός τῆς ἁγίας Ἐλένης καί τοῦ Κώνσταντος τοῦ Χλωροῦ, νά βασιλεύσει. Καί ἀμέσως ἔστειλε διαταγές σέ κάθε χώρα καί τόπο, πού ἔλεγαν ὅτι, α) ὅπου ὑπάρχει Χριστιανός φυλακισμένος, νά ἐλευθερώνεται, β) οἱ Ἐκκλησίες τῶν Χριστιανῶν νά φτιάχνονται καί νά πληθαίνονται, καί γ) οἱ εἰδωλολατρικοί ναοί καί τά εἴδωλα νά ἐξαφανίζονται καί νά ἐξολοθρεύονται. Ἐπειδή τέτοιες διαταγές ἔστειλε ὁ ἅγιος Κων/νος, οἱ Χριστιανοί ἀφέθηκαν ἀπό τίς φυλακές καί ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἐλευθερώθηκε ἀπό τήν φυλακή τῶν Μυρέων καί ἀποκαταστάθηκε ὡς Ἀρχιερεύς καί ποιμήν στόν τόπο του.
Ὅμως, ἐκεῖ στήν ἐπαρχία του ὑπῆρχαν εἰδωλολατρικοί βωμοί, ὅπου κατοικοῦσαν οἱ δαίμονες. Καί ἐπειδή αὐτοί οἱ δαίμονες πείραξαν τόν ἅγιο Νικόλαο καί φυλακίστηκε γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, θέλησε κι ὁ ἅγιος νά τούς τό ἀνταποδώσει δικαίως. Πήγαινε, λοιπόν, σέ κάθε εἰδωλολατρικό βωμό καί ἔκανε προσευχή πρός τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό καί ἀμέσως ἔπεφτε ὁ βωμός ἐκεῖνος καί γινόταν ὅλος χῶμα. Τά μέν εἴδωλα τῶν δαιμόνων συντρίβονταν, οἱ δέ δαίμονες ἔφευγαν στόν ἀέρα, κλαίγοντας καί ὀδυρόμενοι γιά τήν συμφορά τους. Στόν τόπο ἐκεῖνο ὑπῆρχε καί ἕνας μεγάλος εἰδωλολατρικός βωμός, πού διέφερε ἀπό τούς ἄλλους καί ὡς πρός τό ὕψος καί ὡς πρός τό πλάτος, τόν ὁποῖο οἱ εἰδωλολάτρες εἶχαν ἀφιερώσει στό ὄνομα τῆς ψευδοθεᾶς Ἀρτέμιδος, δηλ. τοῦ φεγγαριοῦ. Ὁ Ἅγιος θέλησε νά ἀφανίσει κι αὐτόν τόν βωμό. Καί μόλις ἔκανε προσευχή, ἀμέσως ἔπεσαν ὁ βωμός καί τά εἴδωλα κάτω, ὅπως πέφτουν τά φύλλα τῶν δένδρων ἐξαιτίας τοῦ μεγάλου ἀνέμου τό φθινόπωρο. Οἱ δαίμονες, πού κατοικοῦσαν ἐκεῖ, φεύγοντας καί κλαίγοντας, ἔλεγαν πρός τόν Ἅγιο : «Μᾶς ἀδίκησες, ἄδικε Νικόλαε. Ἐμεῖς δέν σοῦ φταίξαμε, κι ἐσύ γιατί μᾶς διώχνεις ἀπό τό σπίτι μας; Ἐδῶ εἴχαμε κι ἐμεῖς τήν κατοικία μας, πού πλανούσαμε τούς ἀνθρώπους καί μᾶς λάτρευαν, καί τώρα ποῦ νά πᾶμε»; Τούς λέει ὁ Ἅγιος : «Νά πᾶτε στό πῦρ τό ἐξώτερο, πού εἶναι ἔτοιμο γιά τόν διάβολο καί τούς ἀγγέλους του».
Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ ἅγιος Νικόλαος καθάρισε τήν ἐπαρχία του ἀπό τούς εἰδωλολατρικούς βωμούς, τήν πλάνη τῆς εἰδωλολατρείας καί τά δαιμόνια καί ἐστερέωσε τήν Ὀρθόδοξη πίστη.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος στάθηκε πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας καί σέ μιά ἄλλη περίπτωση.
Στόν 20ό χρόνο τῆς βασιλείας τοῦ εὐσεβεστάτου βασιλέως ἁγίου Κων/νου τοῦ Μεγάλου, ὑπῆρχε κάποιος ἄνθρωπος ἀπό τήν Λιβύη, ὀνόματι Ἄρειος, πού ἦταν εὐρυμαθής. Αὐτός, λοιπόν, πῆγε στήν Ἀλεξάνδρεια καί ὁ τότε Ἀρχιερεύς, ὁ ἅγιος ἔνδοξος μάρτυς Πέτρος, τόν χειροτόνησε διάκονο. Ἀφοῦ χειροτονήθηκε, ἄρχισε καί ἔλεγε λόγια βλάσφημα κατά τοῦ Θεοῦ, ὅτι δηλ. ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός ἀληθινός, ἀλλά κτίσμα καί ποίημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἐν ἁγίοις πατήρ ἡμῶν Πέτρος Ἀλεξανδρείας, μόλις εἶδε ὅτι εἶναι βλάσφημος ὁ Ἄρειος, τόν καθαίρεσε, καί εἰς τό ἐξῆς ἦταν ἀργός τῆς διακονικῆς τάξεως ὁ τρισάθλιος Ἄρειος. Μετά τόν θάνατο τοῦ Ἀρχιερέως Πέτρου, ἀρχιεράτευσε στήν Ἀλεξάνδρεια ὁ Ἀχιλλᾶς, ὁ ὁποῖος γύρισε τόν Ἄρειο στήν εὐσέβεια. Ἔπειτα τόν χειροτόνησε καί πρωτοπρεσβύτερο τῆς Ἀλεξάνδρειας. Ἔως ὅτου ζοῦσε ὁ Ἀρχιερεύς Ἀχιλλᾶς, ἦταν εὐσεβῆς καί ὀρθοδοξοῦσε ὁ ἀσεβέστατος Ἄρειος. Ἀφοῦ, ὅμως, πέθανε ὁ Ἀχιλλᾶς καί ἀρχιεράτευσε ὁ ἐν ἁγίοις πατήρ ἡμῶν Ἀλέξανδρος, πάλι ὁ Ἄρειος ἄρχισε νά βλασφημᾶ τά ἴδια καί περισσότερα. Βλέποντας ὁ Ἀρχιερεύς Ἀλέξανδρος τήν βλασφημία τοῦ Ἀρείου, τόν καθαίρεσε καί τόν ἀναθεμάτισε. Ὁ Ἄρειος, ὅμως, ποτέ δέν ἔπαυσε τήν αἵρεσή του, ἀλλά περισσότερο τήν αὔξανε, ὥστε παρέσυρε μέ τόν λόγο του τόν μητροπολίτη Νικομηδείας Εὐσέβιο, τόν ἀρχιερέα τῆς Τύρου Παυλῖνο, τόν μητροπολίτη Καισαρείας Εὐσέβιο, καί ὄχι μόνον αὐτούς, ἀλλά καί πολλούς κληρικούς καί ἀρχιερεῖς.
Ὁ εὐσεβέστατος βασιλεύς ἅγιος Κων/νος ὁ Μέγας, βλέποντας τήν σύγχυση τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Χριστιανῶν, ἔστειλε διαταγές σέ κάθε τόπο, γιά νά συγκεντρωθοῦν οἱ Ἀρχιερεῖς καί οἱ πρῶτοι ἀπό τούς μοναχούς στό κάστρο τῆς Νικαίας, νά σταθοῦν μαζί μέ τόν Ἄρειο σέ διάλεξη καί νά δοῦν ποιός εἶναι ὁ πταίστης καί ὁ βλάσφημος. Συνάχθηκαν, λοιπόν, στή Νίκαια ὅλοι τους. Καί οἱ μέν Ἀρχιερεῖς ἦταν 232, οἱ δέ Ἱερεῖς, οἱ Διάκονοι καί οἱ Μοναχοί ἦταν 86. Ὅλοι τους ἦταν 318. Πρῶτοι καί ἔξαρχοι τῆς Συνόδου ἦταν οἱ ἐξῆς Ἅγιοι : Σίλβεστρος ὁ Πάπας τῆς Ρώμης (τότε ὁ Πάπας Ρώμης ἦταν ὀρθόδοξος. Ἀπό τό σχίσμα τοῦ 1054 καί μέχρι σήμερα ὁ Πάπας Ρώμης εἶναι αἱρετικός καί αἱρεσιάρχης), Μητροφάνης ὁ Πατριάρχης τῆς Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλέξανδρος ὁ Πατριάρχης τῆς Ἀλεξανδρείας μαζί μέ τόν ἅγιο Ἀθανάσιο, Εὐστάθιος ὁ Πατριάρχης τῆς Ἀντιοχείας, Μακάριος ὁ Πατριάρχης τῶν Ἱεροσολύμων, ὁ ἅγιος Παφνούτιος ὁ ὁμολογητής, ὁ ἅγιος Σπυρίδων ὁ Ἀρχιερεύς τῆς Τριμυθοῦντος. Μαζί μ’αὐτούς ἦταν καί ὁ Μέγας Νικόλαος ὁ θαυματουργός. Κάθισε, λοιπόν, ὁ Βασιλεύς ἅγιος Κων/νος ὁ Μέγας στόν θρόνο του καί ἀπό μέν τήν μία μεριά κάθισαν οἱ 159 Πατέρες, ἀπό δέ τό ἄλλο μέρος οἱ ἄλλοι 159. Διεξαγομένου τοῦ διαλόγου μεταξύ Ἀρχιερέων καί Ἀρείου, ὑπῆρχε μεγάλη ἀγωνία. Βλέποντας ὁ ἅγιος Νικόλαος ὅτι ὁ Ἄρειος κατάφερνε νά ἀποστομώνει ὅλους τούς Ἀρχιερεῖς μέ τό μιαρό του στόμα, κινούμενος μέ θείο ζήλο, σηκώθηκε ἀπο’κεῖ πού καθόταν, καί πῆγε καί ἔδωσε στόν Ἄρειο ἕνα ράπισμα τόσο δυνατό, πού σείσθηκαν ὅλα τά μέλη του. Τότε γύρισε ὁ Ἄρειος παραπονεμένος καί λέει στόν βασιλιά : «Βασιλεύ δικαιότατε, εἶναι δίκαιο νά σηκώσει κάποιος χέρι μπροστά στή βασιλεία σου; Αὐτός (ὁ ἅγιος Νικόλαος) ἄν ἔχει νά πεῖ κάποιο λόγο, ἄς τόν πεῖ, ὅπως καί οἱ ὁμόφρονές του. Ἄν εἶναι ἀμαθής καί χωρίς γνώση, ἄς σιωπᾶ, ὅπως καί οἱ ὅμοιοί του. Γιά ποιό λόγο νά μέ ραπίσει μπροστά στή βασιλεία σου»; Ἄκουσε ὁ βασιλεύς καί πολύ τοῦ κακοφάνηκε καί λέει πρός τούς Ἀρχιερεῖς : «Ἁγιώτατοι Ἀρχιερεῖς, εἶναι νόμος ὅτι, ὅποιος σηκώσει χέρι μποστά στόν βασιλιά, νά εἶναι κομμένο αὐτό τό χέρι. Ἀφήνω σ’ἐσᾶς αὐτή τήν κρίση. Ἄς τήν κρίνη ἡ ἀρχιερωσύνη σας». Ἀποκρίθηκαν οἱ Ἀρχιερεῖς : «Πολυχρονεμένε βασιλεῦ, ὅτι μέν ἀτυχῶς ἔπραξε ὁ Ἀρχιερεύς μπροστά μας, ὅλοι μας τό ὁμολογοῦμε. Παρακαλοῦμε, ὅμως, τήν βασιλεία σου, τώρα μέν πρός τό παρόν ἄς τόν καθαιρέσουμε καί ἄς τόν φυλακίσουμε, καί, ἀφοῦ τελειώσει ἡ Σύνοδος, θά κάνουμε καί τήν κρίση του». Τότε οἱ Ἀρχιερεῖς καθαίρεσαν τόν Ἅγιο Νικόλαο καί τόν φυλάκισαν. Τή νύκτα ἐκείνη φανερώνεται ὁ Χριστός καί ἡ Παναγία στή φυλακή, ὅπου καθόταν ὁ ἅγιος Νικόλαος καί τοῦ λένε : «Νικόλαε, γιατί εἶσαι φυλακισμένος»; Ὁ Ἅγιος ἀποκρίθηκε : «Γιά τήν δική σας ἀγάπη». Τότε τοῦ λέει ὁ Χριστός : «Δέξου αὐτό». Καί τοῦ ἔδωσε τό ἅγιο Εὐαγγέλιο. Τοῦ λέει καί ἡ Παναγία : «Δέξου κι αὐτό». Καί τοῦ ἔδωσε τό ἀρχιερατικό ὡμόφορο. Τό πρωΐ πῆγαν κάποιοι δικοί του νά τοῦ δῶσουν ψωμί στή φυλακή καί βλέπουν ὅτι ἦταν λυμένος ἀπό τά δεσμά. Καί στόν μέν ὦμο του φοροῦσε τό ὡμόφορο, στά δέ χέρια του κρατοῦσε τό Εὐαγγέλιο καί διάβαζε. Τόν ρώτησαν πού τά βρῆκε καί τούς εἶπε τήν ἀλήθεια. Τότε τόν ἔβγαλαν ἀπό τήν φυλακή καί ὅλοι τους ἔπεφταν στά πόδια του καί ζητοῦσαν συμπάθεια καί συγχώρηση ἀπ’αὐτόν.
Τελικά, ἡ Α’ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος, ἡ ὁποία διήρκησε τρεισήμισι χρόνια, καθήρεσε καί ἀναθεμάτισε τόν πρωτομάχο καί θεομάχο Ἄρειο, μᾶς παρέδωσε τό κοινό καί γνωστό σέ ὅλους μας καί ἱερό Σύμβολο τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας, μέ τό ὁποῖο ἀνεκήρυξε τόν Υἱό καί Λόγο του Θεοῦ, Θεό ἀληθινό καί ὁμοούσιο μέ τον Θεό Πατέρα, ἔχοντας δηλ. τήν ἴδια οὐσία καί φύση μέ τόν Θεό Πατέρα καί ἑπομένως τήν ἴδια δόξα, ἐξουσία, κυριότητα καί ἀϊδιότητα καί ὅλα τά ὑπόλοιπα θεοπρεπή ἰδιώματα τῆς θείας φύσεως. Ἡ ἴδια Σύνοδος μᾶς παρέδωσε καί τόν καθορισμό του Πάσχα καί ἐξέδωσε εἴκοσι ἱερούς κανόνες.
Ὅταν τελείωσε ἡ Σύνοδος, ἐπέστρεψαν οἱ Ἀρχιερεῖς στούς τόπους τους. Τότε καί ὁ Ἅγιος Νικόλαος γύρισε πάλι πίσω στήν ἐπαρχία του[1].
Τέλος, ἔχουμε κι ἄλλο ὁμολογιακό γεγονός τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως ἀπό τόν ἅγιο Νικόλαο, μετά θάνατον. Τό ἱερό λείψανο τοῦ ἁγίου Νικολάου βρισκόταν στά Μύρα τῆς Λυκίας, ἐκεῖ πού ἦταν τό ποίμνιό του. Ἀλλά, κατά τό ἔτος 1080 μ.Χ. ἔγινε μεγάλη ἐπιδρομή τῶν Ἰσμαηλιτῶν (Ἰσλαμιστῶν-Μουσουλμάνων) κατά τῶν Ρωμαίων καί ὑπῆρχε κίνδυνος τό ἱερό λείψανο τοῦ ἁγίου νά πέσει στά χέρια αὐτῶν τῶν ἀπίστων καί νά πεταχθεῖ. Γι᾽ αὐτό καί παρουσιάστηκε σέ ὀπτασία ὁ ἅγιος Νικόλαος σέ ἕνα εὐλαβῆ ἱερέα στήν πόλη Μπάρι τῆς Ἱταλίας, καί τοῦ εἶπε νά πεῖ στόν Ἀρχιερέα τῆς πόλης καί σέ ὅλη τῆν Ἐκκλησία νά πᾶνε στά Μύρα τῆς Λυκίας, γιά νά παραλάβουν ἀπό ἐκεῖ τό ἱερό λείψανό του καί νά τό φέρουν στό Μπάρι τῆς Ἱταλίας. Ἕτσι καί ἔγινε! Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, πού διηγεῖται τήν μετακομιδή αὐτή τῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου Νικολάου, λέγει καί γιά τήν μεγαλοπρεπῆ καί εὐλαβέστατη ὑποδοχή, πού ἔκαναν οἱ χριστιανοί τοῦ Μπάρι στόν ἅγιο τήν 9η Μαΐου 1081 μ.Χ. Ἐπίσκοποι, ἱερεῖς, μοναχοί καί ὅλοι οἱ χριστιανοί, ἄνδρες, γυναῖκες, γέροντες καί παιδιά, ὅλο τό πλῆθος τοῦ λαοῦ βγῆκαν μέ λαμπάδες καί θυμιάματα, ψάλλοντες ὕμνους καί ὠδές στόν Χριστό καί τόν Ἱεράρχη Του τόν Νικόλαο, γιά νά ὑποδεχθοῦν αὐτόν τόν πολύτιμο θησαυρό, πού ἦρθε στήν πόλη τους.
Πρέπει στό σημεῖο αὐτό νά ὑπογραμμίσουμε ὅτι οἱ χριστιανοί τότε στό Μπάρι καί στήν Ἱταλία καί σ᾽ ὅλη τήν Δύση ἦταν ὀρθόδοξοι καί ἐνωμένοι μέ τήν Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, γιατι δέν εἶχαν πέσει ἀκόμη στήν αἵρεση καί στήν κακοδοξία τῶν μετέπειτα Παπικῶν.
Στό Μπάρι τῆς Ἱταλίας, ὅπου βρισκόταν τώρα τό ἱερό λείψανο τοῦ ἁγίου Νικολάου, κάθε χρόνο στίς 9 Μαΐου, πού ἔγινε ἡ ἀνακομιδή του, γινόταν πανηγυρική Θεία Λειτουργία. Καί συνέβαινε κάθε χρόνο τό ἐξῆς θαυμαστό καί ὑπερφυσικό γεγονός : Ὅταν ὁ ἱερέας ἄρχιζε τήν Θεία Λειτουργία, τότε ἄρχιζε καί τό ἅγιο Λείψανο νά τρέχει Μύρο ἀπο τίς δύο πτέρνες τῶν ποδῶν Του. Καί ἦταν τόσο πολύ τό Μύρο, ὥστε φαινόταν ὅτι τρέχουν δύο βρύσες. Γι᾽ αὐτό καί ἔβαζαν μεγάλα ἀγγεῖα καί κάδους, γιά νά τό συλλέγουν. Γιατί τό ἔστελναν παντοῦ γιά θεραπεία ἀσθενούντων. Ὅταν, ὅμως, τελείωνε ἡ Θεία Λειτουργία, σταματοῦσε καί ἡ ροή τοῦ Μύρου. Γι᾽ αὐτό καί οἱ ἱερεῖς, πού τελοῦσαν τήν Θεία Λειτουργία, τήν τελοῦσαν ἀργά-ἀργά, ὥστε νά συλλέγουν περισσότερο Μύρο! Ἀλλά, ὅταν ἡ Δύση καί τό Μπάρι προσχώρησε στήν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ, τότε σταμάτησε τό Μύρο νά τρέχει. Τελοῦσε βέβαια καί ὁ παπικός καρδινάλιος τήν παπική «λειτουργία», ἀλλά δέν ἀνέβλυζε τό Μύρο. Ὅταν, ὅμως, καλοῦσαν Ὀρθόδοξο ἱερέα, γιά νά τελέσει τήν Θεία Λειτουργία, τότε τό ἱερό λείψανο τοῦ ἁγίου ἀνέβλυζε Μύρο, ὅπως πρῶτα. Τί μᾶς λέει αὐτό, χριστιανοί μου; Αὐτό τό σημεῖο μᾶς λέει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη πίστη μας εἶναι ἀληθινή, ἐνῷ ἡ πίστη τῶν παπικῶν εἶναι ψεύτικη, εἶναι αἱρετική πλάνη.
Μέ τά τρία, λοιπόν, αὐτά δυνατά σημεῖα, ἀδελφοί μου, ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁμολόγησε τήν ὀρθόδοξη πίστη. Βλέπετε, ἀδελφοί μου, πώς οἱ ἅγιοί μας καί μετά τόν θάνατό τους κηρύττουν τήν πίστη, πού ἔζησαν, καί θαυματουργοῦν ἀποδεικνύοντας ἔτσι δυνατά τήν ἀλήθειά της.
Ἄς γνωρίσουμε, λοιπόν, καί ἄς σπουδάσουμε τήν ὀρθόδοξη πίστη μας, ἄς τήν ζήσουμε, ἐφαρμόζοντάς την στήν ζωή μας καί ἄς τήν παραδώσουμε σάν ἱερή προῖκα, κληρονομιά και παρακαταθήκη στή νέα γενεά, τά ἀγαπητά μας παιδιά. Ἄς παρακαλέσουμε καί ἄς ἱκετεύσουμε σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τόν ἑορτάζοντα ἅγιο Νικόλαο νά σταθεῖ πρόμαχος, ὑπέρμαχος καί προασπιστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καί στήν σημερινή μας ἐποχή, προφυλάσσοντάς την τόσο ἀπό τά κατάλοιπα τῆς εἰδωλολατρείας, πού εἶναι ἡ νεοειδωλολατρεία, ὁ νεοπαγανισμός καί τό δωδεκάθεο, ὅσο καί ἀπό τούς ἀπογόνους, τά ἐγγόνια τοῦ Ἀρειανισμοῦ, πού εἶναι ἡ αἵρεση τοῦ Ἱεχωβισμοῦ καί Χιλιασμοῦ, ὁ δαιμονιῶδης Ἰσλαμισμός-Μουσουλμανισμός, ἡ αἱρετική παρασυναγωγή τοῦ Παπισμοῦ καί ἡ παναίρεση τοῦ συγκρητιστικοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πού ἀποτελοῦν τόν σύγχρονο νεοαρειανισμό. Ἄμήν!
[1] ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΥΠΟΔΙΑΚΟΝΟΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ Ο ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΥΣ, Θησαυρός, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2004, σσ. 291-293.
https://sotiriosnavs.com/wp-content/uploads/2020/05/IMG_20200508_130841-rotated.jpg2020-12-05 21:04:37%ce%bf-%ce%b1%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%83-%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%bf%ce%bb%ce%b1%ce%bf%cf%83-%cf%89%cf%83-%cf%80%cf%81%ce%bf%ce%bc%ce%b1%cf%87%ce%bf%cf%83-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%bf%cf%81%ce%b8%ce%bf%ce%b4