ΟΙ ΠΑΜΜΕΓΙΣΤΟΙ ΤΑΞΙΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΙ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΥΜΑΤΟΘΡΑΥΣΤΕΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΧΙΣΜΑΤΩΝ

Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος

06-09-2020

Τήν ΙΓ΄ Κυριακή τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου διαβάζεται ἡ περικοπή ἀπό τήν Α΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπό τό 16ο κεφάλαιο καί περιλαμβάνει τούς στίχους 13 ἕως 24.

Στόν 22ο στίχο ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν λέει τό ἑξῆς συνταρακτικό, φοβερό καί πολύ βαρύ : «Εἴ τις οὐ φιλεῖ τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα», δηλαδή «ὅποιος δέν ἀγαπᾶ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό μέ ὅλη του τήν ψυχή καί τήν καρδιά, ἄς εἶναι χωρισμένος ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τόν Χριστό».

Ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης[1], ἑρμηνεύοντας τόν παραπάνω στίχο, ἀναφέρει : Μέ αὐτόν τόν λόγο ὁ Ἀπόστολος φοβέρισε ὅλους ὅσους ἁμάρταναν στήν Κόρινθο. Καί αὐτούς πού φιλονεικοῦσαν μεταξύ τους, καί αὐτούς πού ἔκαναν σχίσματα, καί αὐτούς πού ἔτρωγαν εἰδωλόθυτα, καί τούς ἄνδρες πού προσεύχονταν μέ σκεπασμένο τό κεφάλι, καί ὅσους δέν περίμεναν τούς πτωχούς στίς κοινές τράπεζες ἀγάπης καί φαγητοῦ τῆς Ἐκκλησίας, καί ὅσους ἀπιστοῦσαν στήν Ἀνάσταση, καί γενικῶς ὅλους ἐκείνους, πού περπατοῦσαν ἔξω ἀπό τήν ἀποστολική του διδασκαλία καί παράδοση. Γιατί ὅλοι αὐτοί δέν ἀγαποῦν ἐν ἀληθείᾳ τόν Κύριο. Ὅλοι ὅσοι δέν ἀγαποῦν ἐν ἀληθείᾳ τόν Κύριο, αὐτοί εἶναι ἀνάθεμα, δηλαδή εἶναι χωρισμένοι ἀπό τόν Κύριο. Ὤ λόγος φοβερός, γιά τόν ὁποῖο πρέπει νά φρίξουμε καί νά τρομάξουμε, ἀδελφοί!

Ὅτι ὅποιος δέν ἀγαπᾶ ἐν ἀληθείᾳ τόν Κύριο, αὐτός γίνεται ἀνάθεμα, δηλαδή χωρίζεται ἀπό τόν Κύριο, μαρτυρεῖ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος ἔλεγε στούς Ἰουδαίους ὅτι γι’αὐτό δέν ἔχουν τόν λόγο του Θεοῦ στόν ἑαυτό τους, ἀλλά χωρίστηκαν ἀπ’Αὐτόν, γιατί δέν ἀγαποῦν τόν Θεό. «Καί τόν λόγον αὐτοῦ οὐκ ἔχετε μένοντα ἐν ὑμῖν, ὅτι, ὅν ἀπέστειλεν Ἐκεῖνος, τούτῳ ὑμεῖς οὐ πιστεύητε… Καί οὐ θέλετε ἐλθεῖν πρός με, ἵνα ζωήν ἔχητε… ἀλλ’ ἔγνωκα ὑμᾶς ὅτι τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔχετε ἐν ἑαυτοῖς»[2]. Καί πρός τούς Φαρισαίους ἔλεγε οὐαί καί ἀλλοίμονο, γιατί παρέβλεπαν καί καταφρονοῦσαν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. «Ἀλλ’ οὐαί καί ὑμῖν τοῖς Φαρισαίοις… ὅτι παρέρχεσθε τήν κρίσιν καί τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ»[3].

Ὁ ἑρμηνευτής Θεοδώρητος, ἑρμηνεύοντας αὐτό τό ρητό τοῦ Ἀποστόλου, λέγει : Ἄς εἶναι χωρισμένος ἀπό τό κοινό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅποιος Χριστιανός δέν ἔχει θερμή ἀγάπη στόν Δεσπότη Χριστό. Μέ τόν φοβερό αὐτόν λόγο προξένησε φόβο ὁ Ἀπόστολος σέ ὅλους ἐκείνους, πού κατηγόρησε σέ ὅλη τήν ἐπιστολή. Ἐκεῖνοι, πού ἀγαποῦν καί ἐρωτεύονται τά ὄμορφα πρόσωπα, δέν θέλουν νά ἔχουν κανέναν ἄλλο σύντροφο τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἔρωτά τους. Ὅμως, ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἐπειδή ἀγαπᾶ τόν Χριστό, θέλει νά ἔχει ὅλους τούς ἀνθρώπους συνεραστές καί συντρόφους αὐτῆς τῆς ἀγάπης. Ὅσους, λοιπόν, βλέπει πώς δέν ἀγαποῦν τόν ἐρωμένο του Χριστό, αὐτούς τούς χωρίζει καί τούς ἀφορίζει ἀπό τήν Ἐκκλησία.

Ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό σημεῖο αὐτό ἀδυνατεῖ νά πεῖ ὁ,τιδήποτε, παρά μόνο οὐαί καί ἀλλοίμονο σ’ ἐμᾶς τούς τωρινούς Χριστιανούς! Γιατί κι ἐμεῖς, ἐπειδή δέν ἀγαπᾶμε ἐν ἀληθείᾳ τόν Χριστό, γι’αὐτό εἴμαστε ἄξιοι αὐτοῦ τοῦ ἀναθέματος, πού λέει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Καί ἀκολούθως εἴμαστε ἄξιοι νά χωριστοῦμε καί νά ἀφοριστοῦμε ἀπό τήν Ἐκκλησία.

Ἄς ἐλέγξουμε λίγο τούς ἑαυτούς μας καί ἄς τούς θέσουμε τίς ἑξῆς ἐρωτήσεις : «Ἀγαπᾶς, ἑαυτέ μου, πρώτ’ἀπ’ὅλα καί πάνω ἀπ’ὅλα τόν Χριστό; Πῶς δείχνεις αὐτή σου τήν ἀγάπη πρός Αὐτόν; Ἐφαρμόζεις τίς ἐντολές Του; Τηρεῖς ὅσα λέγει τό Ἱερό καί Ἅγιο Εὐαγγέλιο»; Ἄν ναί, τότε εἶσαι ἑνωμένος μέ τόν Χριστό. Ἄν ὄχι, τότε εἶσαι ἀναθεματισμένος, δηλαδή χωρισμένος ἀπό τόν Χριστό.

Δέν τολμᾶ, δυστυχῶς, σήμερα ἡ Κρατική, διοικοῦσα Ἐκκλησία νά ἐπαναλάβει τόν ἀναθεματισμό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, νά ἀναθεματίσει τοὐς σκανδαλοποιούς καί οἰκουμενιστές ρασοφόρους, τούς ἐκκλησιομάχους καί μασόνους πολιτικούς. Ἄν ἤθελε νά εἶναι ζῶσα καί ἐλευθέρα, ἄν ἤθελε νά ἔχει παλμό καί ζωντάνια, θά ἔπρεπε ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία νά τολμήσει καί νά μήν διστάσει ἀκόμη καί σήμερα νά ἀναθεματίζει καί νά ἀφορίζει ἀπό παιδαγωγική τιμωρητική ἀγάπη, γιά νά μᾶς ἀφυπνίζει.

Μέ πόνο καί θλίψη διαπιστώνουμε ὅτι ἡ διοικοῦσα Κρατική Ἐκκλησία συμπεριλαμβάνεται μέσα στόν ἀναθεματισμό αὐτόν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, διότι δέν ἀγαπᾶ ἐν ἀληθείᾳ τόν Κύριο. Καί δέν Τόν ἀγαπᾶ, διότι μετέτρεψε ἐν πλήρῃ ἐπιγνώσει της τήν ἀλήθεια σέ ψέμα, τό φῶς σέ σκοτάδι, τήν ὀρθόδοξη πίστη σέ πλάνη καί αἵρεση. Δέν Τόν ἀγαπᾶ, διότι ἐπισήμως καί συνοδικῶς ἀποδέχθηκε καί ἐφαρμόζει τήν παναίρεση τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης, τήν Οὐκρανική σχισματοαίρεση, τό σφράγισμα τῶν Ἱερῶν Ναῶν, τήν ἀπαγορεύση προσκυνήσεως καί λιτανεύσεως τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, τήν ἀλλαγή τοῦ τρόπου μετάδοσης τῆς Θείας Κοινωνίας ἀπό τήν μία κοινή λαβίδα, τήν ὑποχρεωτική μασκοφορία ἐντός τῶν Ἱερῶν Ναῶν, λόγῳ «κορωνοϊοῦ», πού ἀποτελεῖ βεβήλωση καί προσβολή τῆς ἱερότητάς τους , ἀλλά καί βλασφημία κατά τῆς Θείας Χάριτος τοῦ Θεοῦ, πού κατοικεῖ ἐντός αὐτῶν, καί πλεῖστα ἄλλα.          

Στή συνέχεια, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει τήν ἀκαταλαβίστικη φράση «μαράν ἀθᾶ», ἡ ὁποία σημαίνει «ὁ Κύριος ἦλθε»«ὁ Κύριος θά ἔρθει καί θά τόν κρίνει, ὅπως τοῦ πρέπει» ἤ, σύμφωνα μέ τούς ἑρμηνευτές Κορέσσιο καί Κλήμεντα, «ὁ Κύριός μας θά ἔλθει σέ κρίση».

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν μεταχειρίστηκε ἐδῶ τήν ἑλληνική γλώσσα, γιά νά πεῖ ὅτι ὁ Κύριος ἦλθε, ἀλλά τήν ἑβραϊκή ἤ καλύτερα τήν συριακή γλῶσσα. Τό «μαράν ἀθᾶ» εἶναι συριακή γλώσσα, ἡ ὁποία ἔχει πολλή συγγένεια μέ τήν ἑβραϊκή. Μεταχειρίστηκε τήν συριακή αὐτή φράση, ἐπειδή ἔγραφε πρός τούς Κορινθίους, οἱ ὁποῖοι καυχόνταν καί ὑπερηφανεύονταν στήν ἔξω σοφία, τήν κοσμική, τήν θύραθεν σοφία, καί στήν εὐφράδεια τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, γιά νά τούς δείξει πώς αὐτός δέν καυχιέται οὔτε χρειάζεται τόσο τήν ἑλληνική γλῶσσα, ἀλλά χαίρεται καί καυχιέται στήν ἁπλότητα καί τήν ἰδιωτεία τόσο, ὥστε θέλει νά γράφει καί νά μιλᾶ καί μέ τήν βαρβαρική γλῶσσα.

Τήν φράση «μαράν ἀθᾶ» εἶπε ὁ Ἀπόστολος, πρῶτον, γιά νά βεβαιώσει τό δόγμα τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ καί μέσῳ αὐτῆς νά βεβαιώσει καί τήν Ἀνάσταση, στήν ὁποία ἀπιστοῦσαν οἱ Κορίνθιοι, καί δεύτερον, γιά νά τούς ντροπιάσει, ἐπειδή ὁ Κύριος καί Δεσπότης μας καταδέχτηκε νά ἔλθει νά σαρκωθεῖ, νά σταυρωθεῖ καί νά πεθάνει γιά τήν ἀγάπη τους, ἐνῶ αὐτοί Τόν παροργίζουν, θέλοντας οἱ μέν νά παίρνουν τό ὄνομά τους ἀπό τόν δεῖνα ἤ τόν δεῖνα διδάσκαλο, καί ὄχι ἀπό τόν Χριστό, πού ἦλθε στόν κόσμο γιά τήν σωτηρία τους, οἱ δέ κάνοντας κακίες καί μή φυλάττοντας τίς ἐντολές Του.

Ἐμεῖς, ὅμως, ἄς καλλιεργήσουμε περισσότερο καί ἄς ἐντείνουμε τήν ἀγάπη μας πρός τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, γιά νά μήν ὑποπέσουμε κι ἐμεῖς στό ἀνάθεμα καί τήν κατάρα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἀμήν!


[1] ‘ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τ. Α΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1989, σσ. 696-698.

[2] Ἰω. 5, 38-42.

[3] Λουκ. 11, 42.

https://sotiriosnavs.com/wp-content/uploads/2020/05/IMG_20200508_130841-rotated.jpg2020-09-06 13:43:54%ce%b5%ce%b9-%cf%84%ce%b9%cf%83-%ce%bf%cf%85-%cf%86%ce%b9%ce%bb%ce%b5%ce%b9-%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%ba%cf%85%cf%81%ce%b9%ce%bf%ce%bd-%ce%b9%ce%b7%cf%83%ce%bf%cf%85%ce%bd-%cf%87%cf%81%ce%b9%cf%83