
Τό παράδειγμα τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου
Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος
17-01-2023
Εἰσαγωγή
Τό σύνολο καί ἡ συμφωνία τῶν ἁγίων Πατέρων (consensus partum) λέγουν ὅτι, ὅταν κάποιος ὀρθόδοξος, κληρικός ἤ λαϊκός, ὑποστεῖ ἐπιτίμιο ἀδίκως καί ἀντικανονικῶς ἀπό κάποιον αἱρετίζοντα ἀνώτερό του, ἐκκλησιαστικό προϊστάμενο, γιά θέματα πίστεως, τότε αὐτός, πού ἄδικα ἔβαλε τέτοιο ἐπιτίμιο, θησαυρίζει γιά τόν ἑαυτό του κόλαση καί τιμωρία. Δέν ἰσχύει αὐτή ἡ ποινή καί βεβαίως δέν ἀπαιτεῖται ἡ λύση της.
Αὐτό προκύπτει καί ἀπό τήν ἁπλή λογική. Πῶς θά διασωζόταν ἡ Ὀρθοδοξία, ἄν οἱ ἅγιοι Πατέρες, πού ἀντιδροῦσαν στούς αἱρετικούς, ἔκαναν ὑπακοή στά ἐπιτίμια τῆς ἀκοινωνησίας, τοῦ ἀφορισμοῦ, τοῦ ἀναθέματος καί ἐφήρμοζαν τίς ποινές, πού τούς ἔβαλαν; Φυσικά, ὁ ἐχθρός προσπαθεῖ νά καταστρέψει ὅ,τι ὀρθόδοξο. Ἡ Ἐκκλησία, ὅμως, τοῦ Χριστοῦ δημιούργησε μηχανισμούς ἀντιστάσεως μέσῳ τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ἀκριβῶς γιά νά προφυλαχθεῖ ἀπό τούς κακούς ποιμένες, τούς αἱρετικούς, τούς δολιοφθορεῖς. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς Θεανθρώπινος ὀργανισμός, ἔχει και ἀνθρώπινους νόμους, γιά νά πορεύεται καί νά οἰκονομεῖται ἀνθρωπίνως.
1. Ὁ 15ος Ἱερός Κανών τῆς ΑΒ΄ Συνόδου
Τό ὅτι δέν ὑπακούμε οἱ Ὀρθόδξοι στίς ποινές τῶν αἱρετιζόντων προκύπτει καί ἀπό τόν 15ο Ἱερό Κανόνα τῆς ΑΒ΄ Συνόδου, πού προεμνημονεύσαμε : «… οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρό συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτούς τῆς προς τόν καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλά καί τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γάρ Ἐπισκόπων, ἀλλά ψευδεπισκόπων καί ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καί οὐ σχίσματι τήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλά σχισμάτων καί μερισμῶν τήν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι».
Συνεπῶς, ἄν εἶναι ὀρθόδοξος ὁ ἐπίσκοπος, ἀπό τόν ὁποῖο ὁ ἱερεύς ἀποτειχίζεται, αὐτός (ὁ ἐπίσκοπος) πρέπει νά τόν τιμήσει καί νά τόν ἐπαινέσει (τόν ἀποτειχισμένο ἱερέα). Ἐτσι προκύπτει ἀπό τόν Κανόνα. Τό γεγονός, ὅμως, ὅτι αὐτός (ὁ ἐπίσκοπος) τιμωρεῖ καί διώκει τόν ἀποτειχισμένο ἱερέα, φανερῶνει ὅτι εἶναι αἱρετικός.
Τό ὅτι δέν ὑπακοῦμε οἱ Ὀρθόδοξοι στίς ποινές τῶν αἱρετιζόντων προκύπτει ἀπό ἀναρίθμητα παραδείγματα τῶν ἁγίων Πατέρων. Ἀπό αὐτά θά περιοριστοῦμε μόνο στό παράδειγμα τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἀθανασίου, Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας, τοῦ Μεγάλου.
2. Ὁ ἐν ἁγίοις πατήρ ἡμῶν Ἀθανάσιος, Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, ὁ Μέγας δέν ἐφήρμοσε τίς ἐναντίον του ποινές τῶν ἀρειανοφρόνων
Στήν περίπτωση τοῦ Μ. Ἀθανασίου ἔχουμε χαρακτηριστική περιφρόνηση τῶν ποινῶν, πού ἐπεβλήθησαν στόν Μ. Ἀθανάσιο ἀπό τούς αἱρετικούς[1].
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος καθαιρέθηκε ἕξι φορές ἀπό μή καταδικασμένους αἱρετικούς, πού δέν ἦταν οἱ γνωστοί Ἀρειανοί, πού καταδικάστηκαν ἀπό τήν Α΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδο (325), ἀλλά οἱ κρυφοί ὁμόφρονές τους, οἱ ὁποῖοι προήγαγαν μιά πιό ἤπια, πιό λεπτή, πιό ραφιναρισμένη μορφή τοῦ Ἀρειανισμοῦ, γιά νά μήν φαίνονται ὅτι ἦταν καθαρά Ἀρειανοί. Μεθόδευαν, ὅμως, τήν ἐπαναφορά τῶν Ἀρειανῶν στά ἐκκλησιαστικά πράγματα, καί, σάν καλοί πρόδρομοι τοῦ Ἀντιχρίστου, ὅπως τούς ἀποκαλεῖ ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ἐργαλειοποίησαν τήν βασιλική ἐξουσία, γιά νά ἐπιβάλλουν τίς ποινές καί τίς διώξεις στήν πλειοψηφία τῶν Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων.
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος καταδικάστηκε καί καθαιρέθηκε ἀπό τίς αἱρετικές συνόδους τῆς Τύρου τό 335, τῆς Ἀντιοχείας τό 339 καί τό 341, τῆς Φιλιππουπόλεως τό 343, τῆς Ἀρελάτης τό 353 καί τῶν Μεδιολάνων τό 355. Ἕξι φορές ὁδηγήθηκε στήν ἐξορία. Μία ἐπί Μ. Κωνσταντίνου. Τρεῖς ἐπί Κωνσταντίου, πού ἦταν ἀρειανόφρων. Μία ἐπί Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου. Μία ἐπί Οὐάλεντος.
Παρά τις καθαιρέσεις αὐτές, ὅμως, ἐξακολουθοῦσε νά ἔχει τήν ποιμαντική μέριμνα τοῦ ποιμνίου του καί νά ἔχει ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς δυτικούς ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι γιά κάποιες δεκαετίες ἀντιστάθηκαν στόν Ἀρειανισμό τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίου καί τῶν ἀρειανοφρόνων ἐπισκόπων.
Ὅλη ἡ ἀλληλογραφία καί ὅλη ἡ γραμματεῖα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης οὐσιαστικά αὐτό τό θέμα εἶχε. Ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τόν Μ. Ἀθανάσιο οὐσιαστικά καθόριζε, ἄν κάποιος ἦταν ἔχθρος τοῦ ἀρειανόφρονος βασιλέως ἤ ὄχι.
Συνεπῶς, τό γεγονός ὅτι οἱ δυτικοί κοινωνοῦσαν μέ τόν Μ. Ἀθανάσιο, ἐνῶ εἶχε καταδικαστεῖ ἀπό αἱρετικές συνόδους, ἀπό μόνο του καταδεικνύει ὅτι δέν λαμβάνουν οἱ Ὀρθόδοξοι ὑπ’ ὄψιν τίς καταδίκες τῶν μή καταδικασμένων αἱρετικῶν.
Τό 354, ἀφοῦ εἶχαν ἤδη προηγηθεῖ οἱ πέντε ἀπό τίς ἕξι καθαιρέσεις, ὁ Μ. Ἀθανάσιος χειροτόνησε γιά πρώτη φορά ἐπισκόπους ἀπό μοναχούς.
Μετά τήν πρώτη του καταδίκη καί καθαίρεση ἀπό τήν ψευδοσύνοδο τῆς Τύρου τό 335, λέγει ὁ χρονογράφος μοναχός καί ἅγιος ὁμολογητής, ὁ Θεοφάνης : «Λόγος δέ ἀληθής κρατεῖ», κυριαρχεῖ μιά φήμη ἀληθινή, «ὅτι ὁ Μ. Ἀθανάσιος, φυγών ἐκ Τύρου», ὅταν ὁ Μ. Ἀθανάσιος ἔφυγε ἀπό τήν Τύρο, ἀφοῦ εἶδε τήν σκευωρία καί τήν συνωμοσία ἐναντίον του στήν ψευδοσύνοδο τῆς Τύρου, πού τόν ἀδικοῦσε, «ἀνῆλθεν εἰς Ἱεροσόλυμα καί ποιήσας εὐχάς καί τῷ ἁγίῳ χρίσας μύρῳ καί ἁγιάσας τούς εὐκτηρίους οἴκους πρό τῆς τῶν δυσσεβῶν παρουσίας», μετά πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη. Ἐνῶ τόν καθήρεσαν οἱ ἀρειανοί στήν ψευδοσύνοδο τῆς Τύρου, αὐτός πῆγε κι ἔκανε ἁγιασμούς καί εὐχές καί Λειτουργίες στά Ἰεροσόλυμα κι ἔπειτα πῆγε νά δεῖ τόν Μ. Κωνσταντῖνο στήν Κωνσταντινούπολη. Αὐτή τήν πληροφορία τήν ἔχουμε κι ἀπό ἕναν ἄλλο ἱστορικό, τόν Ἀλέξανδρο τοῦ 6ου αἰ., τήν ὁποία ἐπαναλαμβάνει ὁ ἅγιος Θεοφάνης καί ὁ Γεώργιος ὁ μοναχός ὁ χρονογράφος.
Ἀλλά, καί ἀπό τήν ἴδια τήν γραμματεῖα περί τοῦ Μ. Ἀθανασίου, ὅπως διασώζεται στά συγγράμματά του, προκύπτει ἀκριβῶς ὅτι καί γιά διαδικαστικούς λόγους, γιά λόγους διαδικασίας, ἀλλά κυρίως γιά λόγους ἐχθρότητας τῶν αἱρετικῶν πρός τήν Ὀρθοδοξία, δέν γίνονταν δεκτές ἀπό τούς Ὀρθοδόξους οἱ ποινές κατά τοῦ Μ. Ἀθανασίου.
Ἡ ἐπιστολή τοῦ Ἰουλίου Πάπα Ρώμης περί τό 340 πρός τούς ἀνατολικούς ἀρειανούς ἐπισκόπους, λέγει τό ἑξῆς : «Ἀφοῦ, λοιπόν, αὐτά ἔτσι λέγονται καί ὑπάρχουν τόσοι μάρτυρες ὑπέρ αὐτοῦ (τοῦ Μ. Ἀθανασίου) καί τόσα ἀποδεικτικά στοιχεία πρός δικαίωσιν προφέρονται ἀπό αὐτόν, τί ἔπρεπε νά κάνουμε ἐμεῖς στη Ρώμη; Τό νά μήν κατακρίνουμε τόν ἄνδρα (τόν Μ. Ἀθανάσιο), ἀλλά μᾶλλον νά τόν ἀποδεχτοῦμε καί νά τόν ἔχουμε ἐπίσκοπο, ὅπως καί τόν εἴχαμε». Βλέπουμε ἐδῶ ὅτι ἐντελῶς περιφρονεῖ ὁ Πάπας Ἰούλιος τήν «συνοδική» καταδίκη τοῦ Μ. Ἀθανασίου ἀπό τούς ἀνατολικούς καί στήν Τύρο καί στήν Ἀντιόχεια. Κι ἔπειτα κατηγορεῖ τούς ἀρειανόφρονες ὅτι ἦταν οἱ παραβάτες.
Ἐπίσης, ἡ Σύνοδος τῆς Σαρδικῆς τό 343 ἀθώωσε τόν Μ. Ἀθανάσιο. Γι’ αὐτό καί πῆγαν μετά στήν Φιλιππούπολη οἱ μειοψηφοῦντες ἀρειανοί κι ἔκαναν ἄλλη σύνοδο, ὅπου γιά τέταρτη φορά τόν καθήρεσαν. Λέγει : «Ἐκ δη τοῦτο φανερά καί δικαία καθέστηκεν ἡ κρίσις τοῦ ἀδελφοῦ καί συνεπισκόπου ἡμῶν Ἰουλίου». Γι’ αὐτούς τούς λόγους, ἐπειδή οἱ ἀρειανοί κρύβονταν καί δέν ἤθέλαν νά γίνει πραγματική δίκη μέ τεκμήρια καί ἀποδείξεις κατά τοῦ Μ. Ἀθανασίου, γι’ αὐτό, λοιπόν, ἔγινε φανερή καί δίκαιη ἡ κρίση, ἡ ἀπόφαση δηλαδή, τοῦ συνεπισκόπου μας τοῦ Ἰουλίου, τοῦ Πάπα Ρώμης, διότι δέν ἀποφάσισε, χωρίς νά ἔχει σκεφτεῖ, «ἀλλά καί μετ’ ἐπιμελείας ὄρισεν», ὄρισε μέ ἐπιμέλεια, «ὥστε μηδέ ὅλως διστᾶσαι περί τῆς κοινωνίας τοῦ ἀδελφοῦ ἡμῶν Ἀθανασίου». Κανείς πλέον νά μήν διστάζει γιά τήν κοινωνία μέ τόν Μ. Ἀθανάσιο. Καί παρακάτω λέγει : «Ὅθεν οἱ πανταχοῦ πάντες ἐπίσκοποι τήν κοινωνίαν Ἀθανασίου ἐβεβαίωσαν διά τήν καθαρότητα αὐτοῦ». Ἀφοῦ εἶναι, λοιπόν, καθαρός ἀπό τίς κατηγορίες, πού τοῦ ἀποδίδονταν, ὅλοι ἔχουν κοινωνία μέ αὐτόν.
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος, γράφοντας ὁ ἴδιος γιά τά γεγονότα αὐτά καί τήν δική του γνώμη, ἐκτός ἀπό τίς ἀποφάσεις, τά ἔγγραφα καί τά ντοκουμέντα, πού παραθέτει στόν Β΄ Ἀπολογητικό κατά Ἀρειανῶν, χρησιμοποιεῖ καί τό ἑξῆς ἐπιχείρημα, πού εἶναι παγκόσμιος νόμος τοῦ δικαίου καί βέβαια εἶναι καί ἐκκλησιαστικός νόμος (ὁ 75ος Ἀποστολικός Κανών). Ὅτι δηλαδή δέν ἔχουν δικαίωμα κάποιοι νά ἐκφέρουν ἄποψη ἐκκλησιαστική, ὅταν ὁ δικαστής καί ὁ κατήγορος εἶναι ἐχθρικοί πρός τόν κατηγορούμενο. Αὐτό τό ἐπικαλεῖται ὁ Μ. Ἀθανάσιος καί εἶναι πολύ σημαντικό. Δέν γίνεται δεκτή ἡ καταδίκη, ἡ καταδικαστική ἀπόφαση καί τό ἐπιτίμιο ἀπό κάποιον, ὁ ὁποῖος εἶναι ἐχθρικά προδιατεθειμένος, λόγῳ πίστεως. Χωρίς νά χρησιμοποιεῖ τόν 75ο Ἀποστολικό Κανόνα, ὁ Μ. Ἀθανάσιος χρησιμοποιεῖ αὐτό τό ἀξίωμα.
Ὁ 75ος Ἀποστολικός Κανόνας[2] λέγει : «Εἰς μαρτυρίαν τήν κατά Ἐπισκόπου αἱρετικόν μή προσδέχεσθαι». Σέ μαρτυρία κατά τοῦ ἐπισκόπου νά μήν γίνεται δεκτός αἱρετικός. «Ἀλλά μηδέ πιστόν μόνον˙ ἐπί στόματος γάρ δύο ἤ τριῶν μαρτύρων σταθήσεται πᾶν ρῆμα».
Γράφει, λοιπόν, ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος : «Ἡμεῖς μέν οὖν παραιτούμεθα τούς περί Εὐσέβιον». Μιλάει γιά τόν Εὐσέβιο Νικομηδείας, ὁ ὁποῖος ἦταν ἡ πέτρα τοῦ σκανδάλου, διότι ὀργάνωνε τούς ἀρειανόφρονες μέ τίς συκοφαντίες και τίς κατηγορίες ἐναντίον τοῦ Μ. Ἀθανασίου. «Ὡς ἐχθρούς διά τήν αἵρεσιν ὄντας». Ἐμεῖς, λοιπόν, τούς ἀπορρίψαμε αὐτούς ἀπό τήν ἐναντίον μας διαδικασία, ἐπειδή ἦταν ἤδη ἐχθροί μας λόγῳ τῆς αἱρέσεως. Δέν μποροῦσαν νά ἔχουν ρόλο δικαστοῦ καί κατηγόρου σέ μιά δίκη γιά ’μᾶς, ἡ ὁποία ἔπρεπε νά εἶναι ἀμερόληπτη.
Οἱ κληρικοί τῆς περιοχῆς τῆς Μαρεώτιδος ὑπερασπίζονται στό ἴδιο κείμενο τόν Μ. Ἀθανάσιο καί λένε : «Οἴδατε δέ, ἀγαπητοί πατέρες, καί ὑμεῖς, ὡς διδάσκετε ἡμᾶς, ὅτι ἐχθρῶν οὐκ ἰσχύει μαρτυρία». Δέν ἰσχύει ἡ μαρτυρία τῶν ἐχθρῶν, γιά νά δικαστεῖ κάποιος.
Τό ἴδιο καί οἱ ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι, οἱ συνοδοί τοῦ Μ. Ἀθανασίου στήν Τύρο, ἀπό τήν ὁποία ἔφυγε ὁ Μ. Ἀθανάσιος, γιατί ἦταν τά πάντα προσχεδιασμένα ἐναντίον του. Τόν ὑπερασπίζονται καί λένε τό ἑξῆς : «Δῆλον ὅτι αὐτοί, οἱ ἐχθροί τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, οὐδέν ἀληθές περί ἡμῶν, ἀλλά πάντα καθ’ ἡμῶν λέγουσι». Αὐτοί οἱ ἐχθροί τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή τῆς Ὀρθοδόξου, τίποτε δέν λένε ἀληθινό γιά ’μᾶς, ἀλλά ὅλα τά λένε ἐναντίον μας. «Ὁ δέ νόμος τοῦ Θεοῦ οὔτε ἐχθρόν μάρτυρα, οὔτε κριτήν εἶναι βούλεται». Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δέν θέλει νά εἶναι μάρτυρας ἤ κριτής μας, δικαστής μας, κάποιος ἐχθρός.
Τά ἴδια λέγει καί ὁ Μ. Ἀθανάσιος στό ἴδιο κείμενο : «Ὅτι μέν οὖν τά πραττόμενα κατά μονομέρειαν οὐδεμίαν ἔχει δύναμιν. Οὐδείς ἐστίν ὅστις ἀγνοεῖ τόν πάντων ἀνθρώπων». Κανείς ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους δέν ἀγνοεῖ ὅτι αὐτά, πού γίνονται μέ μεροληψία, δέν ἔχουν ἰσχύ. «Τοῦτο γάρ και ὁ θεῖος νόμος κελεύει». Αὐτό προστάσσει καί ὁ θεῖος νόμος.
Ἐπίλογος
Ἀπό αὐτά, λοιπόν, εἶναι φανερό, εἶναι πέραν πᾶσης ἀμφιβολίας ὅτι οἱ ποινές τῶν αἱρετιζόντων ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων δέν ἔχουν καμμία ἀπολύτως ἰσχύ.
[1] ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΖΗΣΗΣ, Ἰσχύουν οἱ ποινές αἱρετιζόντων κατά τῶν Ὀρθοδόξων; [ΒΙΝΤΕΟ 2021] 17-11-2021, https://www.youtube.com/watch?v=x8KD-U2fVPY
[2] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 101.
https://sotiriosnavs.com/wp-content/uploads/2020/05/IMG_20200508_130831-rotated.jpg2023-07-12 20:11:14%ce%b4%ce%b5%ce%bd-%ce%b5%cf%87%ce%bf%cf%85%ce%bd-%ce%b9%cf%83%cf%87%cf%85-%ce%bf%ce%b9-%cf%80%ce%bf%ce%b9%ce%bd%ce%b5%cf%83-%cf%84%cf%89%ce%bd-%ce%b1%ce%b9%cf%81%ce%b5%cf%84%ce%b9%ce%b6%ce%bf%ce%bd