ΠΑCΧΑΛΙΟΝ ΜΗΝΥΜΑ 2024

Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος

20-04-2025

Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί καί περιπόθητοι,

ΧΡΙCΤΟC ΑΝΕCΤΗ !

Οἱ ὅσιοι καί θεοφόροι 318 πατέρες τῆς ἐν Νικαίᾳ Α΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325 μ.Χ.), πού συνεκλήθη κατά τοῦ πρώτου θεομάχου καί ἀρχηγοῦ τῶν αἱρέσεων Ἀρείου καί τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἀπό τήν σύγκληση τῆς ὁποίας συμπληρώνονται φέτος 1.700 ἔτη, ἀνάμεσα στούς ὁποίους διέλαμψαν οἱ Ἀλέξανδρος Κωνσταντινουπόλεως, οἱ πρεσβύτεροι Βίτων καί Βικέντιος, ὁ Ὅσιος Ἐπίσκοπος Κορδούβης τῆς Ἱσπανίας, ὁ Ἀλέξανδρος Ἀλεξανδρείας, ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας, πού τότε ἦταν διάκονος, ὁ Εὐστάθιος Ἀντιοχείας, ὁ Μακάριος Ἱεροσολύμων, ὁ ὅσιος Παφνούτιος, ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἐπίσκοπος Τριμυθοῦντος, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Μάξιμος, ὁ ἅγιος Ἀχίλλειος Λαρίσης, ὁ ἅγιος Νικόλαος Μύρων τῆς Λυκίας, ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Μέγας καί πολλοί ἄλλοι ἄνδρες καί πλῆθος κληρικῶν, πρεσβυτέρων καί διακόνων, στολισμένοι μέ ἀποστολικά χαρίσματα καί μαρτυρικά παθήματα, μᾶς παρέδωσαν τό κοινό καί ἐγνωσμένο ἀπ’ ὅλους θεῖο καί ἱερό Σύμβολο τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας, τό «Πιστεύω», μέσα στό ὁποῖο ἀνεκήρυξαν τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ Θεό ἀληθινό, ὁμοούσιο μέ τόν Πατέρα, ἔχοντας δηλ. τήν ἴδια οὐσία καί φύση μέ τόν Πατέρα καί ἑπομένως τήν ἴδια δόξα, ἐξουσία, κυριότητα, ἀϊδιότητα καί ὅλα τά ὑπόλοιπα θεοπρεπῆ ἰδιώματα τῆς θείας φύσεως[1].

Σύμφωνα, λοιπόν, μ’ αὐτό, οἱ Ὀρθόδοξοι πιστεύουμε «καί εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν… ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατά τάς Γραφάς».

1. Ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου

ἅγιος Συμεών, ὁ ἐπιλεγόμενος Μυσταγωγός, ὁ τελευταῖος Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης πρίν τήν ἄλωσή της ἀπό τούς Οθωμανούς, πού ἤκμασε τόν 15ο αἰ., θεολόγος, λόγιος κληρικός, μία ἀπό τίς σημαντικότερες μορφές τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατά τήν ὑστεροβυζαντινή περίοδο, μᾶς ἔχει ἀφήσει ὡς πολύτιμη παρακαταθήκη μεταξύ ἄλλων καί τά ἔργα του «Ἑρμηνεία εἰς τό τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως τῶν Χριστιανῶν ἱερόν Σύμβολον» καί «Ἔκθεσις περί τῶν ρητῶν τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου, πόθεν συνήχθησαν καί κατά τίνων αὐτά εἶναι συγκείμενα»[2], στά ὁποῖα ἑρμηνεύει καί τό ἕβδομο χριστολογικό ἄρθρο περί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Μᾶς πληροφορεῖ ἐν πρῶτοις ὅτι τό ἄρθρο αὐτό τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου «καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατὰ τὰς Γραφάς», γράφτηκε ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες ἐναντίον τῶν Ἰουδαίων καὶ τῶν Ἑλλήνων, δηλαδή τῶν εἰδωλολατρῶν, καὶ ἐναντίον ὅλων τῶν ἀσεβῶν, πού ἐννοεῖται ὅτι δέν πιστεύουν στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ[3].

Στή συνέχεια, ἑρμηνεύοντας τό ρηθέν ἄρθρο, λέγει (σέ μετάφραση) :

«Καὶ ἀναστάντα».

Νά, ὁ ὅλος σκοπὸς τοῦ καθ’ ἡμᾶς Μυστηρίου, ἡ ἀναζώωση καὶ ἔγερση τῆς ἀνθρωπότητος καὶ ἡ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ, διότι οὔτε γιὰ τὸν θάνατο κτισθήκαμε, οὔτε γιὰ νὰ καταντήσουμε πάλι στό μὴ εἶναι πλαστήκαμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ μένουμε καὶ νὰ εἴμαστε, καθὼς εἶναι ἀεὶ ὢν καὶ ὁ Υἱός, πού μᾶς ἔκτισε· διότι, ἂν καὶ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος πλαστήκαμε, ὅμως προοριστήκαμε, γιὰ νὰ μένουμε πάντοτε. Γι’ αὐτό, ἐπειδὴ κατασταθήκαμε θνητοὶ ἐξ αἰτίας τῆς παρακοῆς τοῦ Ἀδάμ, ὁ Σωτὴρ μᾶς ἀνώρθωσε, ἀφοῦ προσέλαβε θνητὸ σῶμα, καὶ, ἀφοῦ τό ἀποκατέστησε ἀθάνατο μὲ τὴν οἰκεία Θεότητα, ὅλους μᾶς ἀξίωσε νά γίνουμε ἀθάνατοι· καὶ καθὼς ὁ Θεός Λόγος, ἀφοῦ σαρκώθηκε, ἀναστήθηκε μὲ τὸ σῶμα, ἔτσι καί ἐμεῖς ἀναστηθήκαμε μέσῳ Αὐτοῦ, καὶ ὅταν καταργηθεῖ ὁ θάνατος ἀπὸ τόν κόσμο, δηλαδὴ ἡ φθορά, καὶ ἔλθει τὸ τέλος τοῦ κόσμου, τότε καὶ ἐμεῖς θά ζήσουμε μαζί μὲ τὸν ζῶντα Χριστό.

«Τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ».

Καὶ στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ φανερώνεται τὸ μυστήριο τῆς Τριάδος, διότι τριήμερη ὑπῆρξε ἡ Ἀνάστασή Του, καθὼς Αὐτὸς προεῖπε καὶ ἔδειξε ἐμπράκτως, ἀφοῦ ἀναστήθηκε τὴν τρίτη ἡμέρα καὶ ἐμφανίστηκε καὶ μᾶς ἐνεφύσησε Θεία Χάρι. Τρία δὲ δῶρα ἐξαίρετα μὲ τὴν τριήμερή Του ἔγερση μᾶς χάρισε· α) τὸ νὰ ἀναστηθεῖ γιά μᾶς· β) τὸ νὰ ἐμφανιστεῖ σ’ ἐμᾶς· καὶ γ) τὸ νὰ δώσει σ’ ἐμᾶς τὴν εἰρήνη καὶ τὴν Χάρι καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀληθῶς, λοιπὸν, τριήμερη ἡ Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος. Σημαίνει δέ καὶ τήν Ἁγία Τριάδα, ἐπειδὴ μέσῳ τῆς Ἁγίας Τριάδος μᾶς δόθηκαν ὅλα τὰ ἀγαθὰ καὶ αὐτή ἡ σάρκωση καὶ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή, ἂν καὶ «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο»[4], ἀλλὰ καὶ ὁ Πατήρ εὐδόκησε καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα συνήργησε. Παρομοίως καὶ σ’ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα μυστήρια ἔτσι συμβαίνει. Ὁ Πατὴρ εὐδοκεῖ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα συνεργεῖ. Ἀλλά, καὶ τὸ ὅτι ὁ τριττός κόσμος ὠφελήθηκε σημαίνει ἡ τριήμερη Ἀνάσταση· ἐννοῶ δηλαδή ὁ νοητός κόσμος, δηλαδή οἱ Ἄγγελοι· ὁ αἰσθητὸς, δηλαδὴ τὰ φαινόμενα· καὶ ὁ σύνθετος ἀπό τά δύο αὐτά, δηλαδὴ ἀπό τήν αἴσθηση καὶ τό νοῦ, δηλαδή ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος μέσῳ τῆς Ἀναστάσεως ἀξιώθηκε καὶ τῆς γνώσεως τῆς Ἁγίας Τριάδος. Λοιπὸν, ἐπειδὴ ἔλαβε τόν ἀῤῥαβῶνα τῆς ἀφθαρσίας, ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος θά ἀλλοιωθεῖ στὸ τέλος μαζί μὲ τὸν φαινόμενο κόσμο καὶ θά κληρονομήσει τὴν ἀφθαρσία, διότι καὶ αὐτὴ ἡ κτίση θά ἐλευθερωθεῖ, λέγει, ἀπὸ τήν ὑποδούλωση στήν φθορά, γιά νά λάβει μέρος στὴν ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ[5].

«Κατὰ τὰς Γραφάς».

Σέ ὅλους κηρύττουν οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅτι τά λένε αὐτά, ὄχι ἀπό τούς ἑαυτούς τους, ἀλλά ἐπιλέγοντας ἀπό τίς Ἅγιες Γραφές, καὶ ὅτι οἱ Προφῆτες καὶ οἱ Ἀπόστολοι εἶναι μάρτυρες σέ ὅσα ἐκθέτουν. Ἄλλοι μὲν μαρτυροῦν πραγματικῶς, καθὼς ὁ προφήτης Ἰωνᾶς, πού θάφτηκε στὸ κῆτος, ἄλλοι δὲ ἐγγράφως· ὅλοι, ὅμως, συμφώνως ἀγγέλλουν καὶ προμηνύουν τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, τὴν ζωὴ, τὸν θάνατο καὶ τὴν Ἁγία Του Ἀνάσταση[6].

Σύμφωνα μέ τίς Γραφές. Ποιές Γραφές; Τά χωρία δηλαδή τοῦ Εὐαγγελίου, πού μᾶς μιλοῦν γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί τά ὁποῖα παραθέτει ὁ ἅγιος Συμεών[7], ὅπως ἀπό τό κατά Μᾶρκον ἅγιο Εὐαγγέλιο τό χωρίο : «Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς, πρωΐ πρώτη Σαββάτων»[8], δηλαδή «ἀφοῦ ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς, τό πρωΐ τῆς Κυριακῆς»· καί ἀπό τό κατά Λουκᾶν ἅγιο Εὐαγγέλιο τά χωρία : α) «τρίτην ἡμέραν ἄγει σήμερον, ἀφ ̓ οὗ ταῦτα ἐγένετο»[9], δηλαδή «εἶναι ἡ τρίτη ἡμέρα σήμερα ἀπό τότε πού ἔγιναν αὐτά», β) «ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς ἐκ νεκρῶν, ἔστη ἐν μέσῳ τῶν μαθητῶν καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν»[10], δηλαδή «ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς στάθηκε στό μέσον τῶν μαθητῶν καί τούς λέγει· εἰρήνη σ’ ἐσᾶς», καὶ γ) «Μνήσθητε ὡς ἐλάλησεν ὑμῖν ἐν τῇ Γαλιλαία λέγων· ὅτι δεῖ τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ παραδοθῆναι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καὶ σταυρωθῆναι καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστῆναι»[11], δηλαδή «θυμηθεῖτε ὅτι σᾶς μίλησε, ὅταν ἀκόμη ἦταν στήν Γαλιλαία, λέγοντας ὅτι πρέπει ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου νά παραδοθεῖ σέ χέρια ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων καί νά σταυρωθεῖ καί τήν τρίτη ἡμέρα θ’ ἀναστηθεῖ».

2. Ὁ διορισμός τοῦ Πάσχα

Οἱ ὅσιοι καί θεοφόροι πατέρες τῆς Α΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐκτός ἀπό τό ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως, μᾶς παρέδωσαν καί τόν περί τοῦ Πάσχα διορισμό, τόν ὁποῖο κρατᾶ ἀπαράτρωτο ἡ Καθολική Ὀρθόδοξος Ἀνατολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

3. Ὅσιος Νικόδημος Ἁγιορείτης : Σχισματικοί οἱ Λατῖνοι, ἐπειδή ἐκαινοτόμησαν τό πασχάλιο καί τό καλαντάριο

Ἐπειδή, ὡς γνωστόν, ὁ μέγας οἰκουμενιστής καί αἱρεσιάρχης Βαρθολομαῖος καί οἱ σύν αὐτῷ ἔχουν προγραμματίσει νά ἐπιτελοῦν ἀπό τοῦδε καί εἰς τό ἑξῆς παγκόσμιο διαχριστιανικό κοινό Πάσχα σέ σταθερή ἡμερομηνία μαζί τούς κατεγνωσμένους αἱρετικούς Παπικούς, Προτεστάντες καί Μονοφυσῖτες, εἶναι εὐκαιρία νά δοῦμε ποιά εἶναι ἡ θέση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιά τούς Λατίνους ὅσον ἀφορᾶ τό Πάσχα, ὅπως μᾶς τήν παρουσιάζει ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης[12]. Σχολιάζοντας τόν ζ’ (7ο) Ἀποστολικό Κανόνα, ὁ ὁποῖος ὁρίζει  ὅτι «Εἴτις Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος τήν ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέρα πρό τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετά Ἰουδαίων ἐπιτελέσοι, καθαιρείσθω», ἀναφέρει ὅτι ὁ Ματθαῖος Βλάσταρις λέγει πώς ἡ Α΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος συνεκρότησε καί ἐξέδωσε ἐξαίρετο καί τό καλύτερο Κανόνιο περί τῆς εὑρέσεως τοῦ Πάσχα, κατά τόν Α΄ Κανόνα τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Τοπικῆς Συνόδου. Ὁ ἑορτασμός τοῦ Ἁγίου Πάσχα ἀποτελεῖ ὅρο τῆς Α΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί ἑπομένως εἶναι ὅρος πίστεως καί δέν μεταβάλλεται αἰωνίως. Γι’ αὐτό καί ἡ τυχόν ἀλλαγή τοῦ πασχαλίου κανόνος εἶναι φρικτή αἵρεση καί ἐμπίπτει στόν ἀναθεματισμό ἀπό τούς Ἁγίους καί Θεοφόρους Πατέρες. Στή συνέχεια, ὁ Ὅσιος Νικόδημος ἀναφέρει ὅτι τέσσερεις εἶναι οἱ ἀναγκαῖες καί ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιά τόν ἑορτασμό τοῦ Ὀρθοδόξου Πάσχα. Πρῶτον, τό Πάσχα πρέπει νά γίνεται πάντοτε ὕστερα ἀπό τήν ἰσημερία τῆς ἀνοίξεως. Δεύτερον, τό Πάσχα δέν πρέπει νά γίνεται τήν ἴδια ἡμέρα μέ τό νομικό φάσκα τῶν Ἰουδαίων (αὐτά τά δύο διορίζονται ἀπό τόν ζ΄ Ἀποστολικό Κανόνα). Τρίτον, τό Πάσχα νά μήν γίνεται ἁπλῶς καί ἀορίστως ὕστερα ἀπό τήν ἰσημερία, ἀλλά ὕστερα ἀπό τήν πρώτη πανσέληνο τοῦ Μαρτίου, πού θά τύχει μετά τήν ἰσημερία. Καί τέταρτον, τό Πάσχα νά γίνεται τήν πρώτη Κυριακή, πού θά τύχει ὕστερα ἀπό τήν πανσέληνο (αὐτά τά δύο τά ἔχουμε ἐκ παραδόσεως καί ὄχι ἀπό κανόνα). Γιά νά φυλάττονται καί οἱ τέσσερεις αὐτοί διορισμοί ἐξίσου σέ ὅλη τήν οἰκουμένη καί νά ἑορτάζουμε οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τόν ἴδιο χρόνο καί τήν ἴδια ἡμέρα τό Ἅγιον Πάσχα καί νά μήν χρειαζόμαστε κάθε χρόνο ἀστρονόμους καί συνόδους, συνήρμοσαν οἱ θεόσοφοι Πατέρες τό κανόνιο περί τοῦ Πάσχα.

Στό σημεῖο αὐτό, σημειώνει ὁ Ὅσιος ὅτι, ἐξαιτίας τῆς ἀνωμαλίας τῆς κινήσεως τῆς σελήνης, δέν φυλάττεται πάντα ὁ τέταρτος διορισμός, ἀλλά κάποτε παραβαίνεται, ἐπειδή, κατά τόν Βλάσταρη, μετά ἀπό τριακόσια (300) ἔτη καί δύο (2) ἡμέρες μετά τήν πρώτη πανσέληνο, συμβαίνει νά γίνεται τό νομικό φάσκα τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς. Αὐτές οἱ δύο ἡμέρες, πού περισσεύουν ἀπό αὐτή τήν ἀνωμαλία, προστιθέμενες, ὑπερβαίνουν κάποτε τήν πρώτη Κυριακή, πού τυχαίνει ὕστερα ἀπό τήν πανσέληνο τοῦ Μαρτίου, κατά τήν ὁποία Κυριακή τότε ἑορτάζουμε τά Βάϊα καί κατά τήν ἐρχομένη κάνουμε Πάσχα. Ἀπό τήν λίγη αὐτή παράβαση, δέν ἀκολουθεῖ καμμία παρατροπή τῆς εὐσεβείας, οὔτε κάτι ἄτοπο ἤ ψυχικός κίνδυνος. Γι’αὐτό καί ὁ θεῖος Χρυσόστομος στόν λόγο του «εἰς τούς τά πρῶτα Πάσχα νηστεύοντας» λέγει˙ «Χρόνων ἀκρίβειαν καί ἡμερῶν παρατήρησιν δέν ἠξεύρει ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Ἐπειδή ὅσαις φοραῖς τρώγει τόν ζωοποιόν ἄρτον τοῦτον καί τό ποτήριον τοῦτο πίνει, καταγγέλλει τόν θάνατον τοῦ Κυρίου καί Πάσχα ἐπιτελεῖ˙ ἀλλ’ἐπειδή εἰς τήν πρώτην σύνοδον ἐσυνάχθησαν οἱ Πατέρες καί ἐδιώρισαν πότε νά γίνεται τό Πάσχα, τιμῶσα ἡ Ἐκκλησία πανταχοῦ τήν συμφωνίαν καί ἕνωσιν, ἐδέχθη τόν διορισμόν, ὁποῦ ἐκεῖνοι ἔκαμαν»[13]. Ἔπρεπε, λοιπόν, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, νά προτιμήσουν καί οἱ Λατίνοι τήν συμφωνία καί ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας, περισσότερο ἀπό τήν παρατήρηση τῶν χρόνων (τῆς ἰσημερίας δηλαδή, πού κατέβηκε τώρα στίς 11 Μαρτίου, ἐνῶ τόν καιρό τῆς Α΄ Συνόδου ἦταν στίς 21 Μαρτίου) καί νά ἑορτάζουν τό Πάσχα μ’ἐμᾶς τούς Γραικούς καί ὄχι νά ἀτιμάζουν τούς τριακοσίους δέκα καί ὀκτώ ἐκείνους θεοφόρους καί πνευματοφόρους Πατέρες, πού τό νομοθέτησαν, κατά θεῖο φωτισμό, νομίζοντάς τους ὡς ἀνοήτους καί ὑβρίζοντας τήν κοινή μητέρα ὅλων μας Ἐκκλησία, διότι (λέγει ἀκολούθως ὁ χρυσούς ρήτωρ) ἄν καί ἡ Ἐκκλησία ἔσφαλλε, βέβαια δέν θά κατορθωνόταν τόσο μεγάλο κακό ἀπό αὐτή τήν ἀκριβή φύλαξη τοῦ καιροῦ, ὅσο μεγάλο κακό θά προξενοῦνταν ἀπό αὐτή τήν διαίρεση καί τό σχίσμα ἀπό τήν Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἐπειδή λέγει˙ «δέν φροντίζει ὁ Θεός καί ἡ Ἐκκλησία διά τοιαύτην παρατήρησιν τῶν χρόνων καί ἡμερῶν, πάρεξ διά μοναχήν τήν ὁμόνοιαν καί εἰρήνην».

Στήν τελευταῖα παρατήρηση τοῦ ὁσίου Νικοδήμου γιά τούς αἱρετικούς Λατίνους περί ἀτιμίας καί ἀσέβειας τῶν ὁσίων καί θεοφόρων πατέρων τῆς Α΄ Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί καθυβρίσεως τῆς Ἐκκλησίας, συμπεριλαμβάνονται πλέον ὁ ἀναθεματισθείς ὑφ΄ ἡμῶν πατριάρχης Βαρθολομαῖος καί οἱ σύν αὐτῷ, πού θέλουν νά ὑπολογίσουν ἐκ νέου τήν κοινή ἡμέρα ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα μεταξύ αὐτῶν καί τῶν ὑπολοίπων αἱρετικῶν.

Μᾶς παροτρύνει στή συνέχεια ὁ Ὅσιος Νικόδημος νά προσέξουμε πώς ὁ θεῖος Χρυσόστομος ὀνομάζει σχισματικούς τούς Λατίνους, ἐπειδή ἐκαινοτόμησαν τό πασχάλιό τους καί Καλαντάριο, ὄχι ἐπειδή αὐτό δέν εἶναι ὀρθό, κατά τήν ἰσημερία – διότι βλέπουμε ὅτι ἡ ἰσημερία ἀληθῶς ἔμεινε πίσω 11 ἡμέρες – ἀλλά γιατί χωρίσθηκαν γι’αὐτό ἀπό’μᾶς, τό ὁποῖο εἶναι ἔγκλημα ἀσυγχώρητο, κατά τόν ἴδιο ἅγιο. Γιατί, λέγει στόν ἴδιο λόγο, ὅτι τό νά νηστεύσει κανείς καί τό νά κάνει Πάσχα σ’αὐτόν τόν καιρό ἤ σ’ἐκείνον, μετά τήν 21η Μαρτίου, ὑποθετικά, ὅπως κάνουμε ἐμεῖς οἱ Γραικοί, ἤ μετά τήν 11η  Μαρτίου, ὅπως κάνουν οἱ Λατίνοι, αὐτό δέν εἶναι ἔγκλημα. «Τό δέ νά σχίση τινάς τήν Ἐκκλησίαν καί νά ἀντιστέκηται φιλονείκως καί νά κάμνη διχοστασίας καί διαιρέσεις καί νά χωρίζη τόν ἑαυτό του πάντοτε ἀπό τήν κοινήν σύνοδον της Ἐκκλησίας, τοῦτο εἶναι ἁμάρτημα ἀσυγχώρητον καί κατηγορίας ἄξιον καί πολλήν ἔχει κόλασιν καί τιμωρίαν».Γιατί, ἅς γνωρίζουν οἱ Λατίνοι ὅτι καί οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι, πού ἔγιναν μετά τήν πρώτη, καί οἱ ὑπόλοιποι Πατέρες, ἔβλεπαν καί αὐτοί, ὡς σοφοί πού ἦταν, πώς κατέβηκε πολύ ἡ ἰσημερία˙ ἀλλ’ὅμως δέν θέλησαν νά τήν μεταθέσουν ἀπό τήν 21η Μαρτίου, πού τήν βρῆκε ἡ Α΄ Σύνοδος, προτιμώντας περισσότερο τήν συμφωνία καί ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τήν ἀκρίβεια τῆς ἰσημερίας, ἡ ὁποία δέν προξενεῖ, οὔτε στήν εὕρεση τοῦ δικοῦ μας Πάσχα καμμία σύγχυση, οὔτε βλάβη στήν εὐσέβεια, μάλιστα δέ προξενεῖ αὐτή ἡ ἀκρίβεια στούς Λατίνους δύο μεγάλες ἀτοπίες, τό νά ἑορτάζουν δηλαδή τό Πάσχα ἤ μαζί μέ τούς Ἰουδαίους, τό ὁποῖο εἶναι ἐνάντιο στόν ζ΄ (7ο) Ἀποστολικό Κανόνα, ἤ πρίν τούς Ἰουδαίους.

4. Θαύματα, πού ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός εὐαρεστεῖται στήν τάξη τοῦ Ὀρθοδόξου καί ὄχι τοῦ Λατινικοῦ πασχαλίου – καλανταρίου

Τό ὅτι ὁ Θεός περισσότερο εὐαρεστεῖται στήν τάξη τοῦ πασχαλίου καί ἁπλῶς εἰπεῖν τοῦ καλανταρίου τοῦ Ὀρθοδόξου, παρά στήν ἀκρίβεια τοῦ πασχαλίου καί καλανταρίου τῶν Λατίνων, γίνεται φανερό ἀπό τά θαύματα, πού ἔδειξε καί δείχνει ἕως τώρα γι’αὐτό. Διότι·

α) Στά μέρη τῆς Ἡλιουπόλεως τῆς Αἰγύπτου, ὅπου εἶναι οἱ δύο μεγάλες Πυραμίδες, ἐνεργεῖ ὁ Θεός κάθε χρόνο αὐτό τό παράδοξο˙ δηλαδή κατά τό ἑσπέρας τῆς Μεγάλης Πέμπτης τῆς δικῆς μας (ὄχι τῶν Λατίνων), ξερνᾶ ἡ γῆ λείψανα καί κόκκαλα παλαιά ἀνθρώπινα, ἀπό τά ὁποία γεμίζει ἕνας εὐρύχωρος κάμπος, τά ὁποία στέκονται ἕως τήν Πέμπτη τῆς Ἀναλήψεως, καί τότε κρύβονται καί παντελῶς δέν φαίνονται, μέχρι νά ἔλθει πάλι ἡ Μεγάλη Πέμπτη. Αὐτό δέν εἶναι κανένας μύθος, ἀλλά ἀληθινό καί βέβαιο, μαρτυρημένο ἀπό παλαιούς καί νέους ἱστορικούς, μάλιστα δέ ἀπό τόν Γεώργιο Κορέσσιο τόν Χίο καί ἀπό τόν ἀοίδιμο πατριάρχη Ἱεροσολύμων Νεκτάριο[14], ὁ ὁποῖος τό διηγεῖται στόν ἀραβικό χρονογράφο, πού ἔγραψε, καί φαίνεται, ἀπ’ὅσα λέει παρακάτω, ὅτι τό εἶδε μέ τά μάτια του˙ (τά ἀνθρώπινα αὐτά κόκκαλα προμηνύουν τήν μέλλουσα ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ὅπως τά εἶδε καί ὁ προφήτης Ἱεζεκιήλ).

β) Ἐπίσης, ὁ ρηθείς Κορέσσιος γράφει ὅτι ὁ Πασχασίνος ἔγραφε πρός τόν Λέοντα ὅτι, ὅταν ἑόρταζαν κάποτε τό Πάσχα οἱ μέν ἀνατολικοί τήν 22α Ἀπριλίου, οἱ δέ δυτικοί τήν 25η Μαρτίου, μιά βρύση, ἡ ὁποία προηγουμένως ἦταν ξηρά, γέμισε ἀπό νερό τήν 22α Ἀπριλίου, δηλαδή στό δικό μας Πάσχα καί ὄχι τῶν Λατίνων.

γ) Τέλος, ὁ Δοσίθεος Ἱεροσολύμων[15] διηγεῖται ὅτι, εὑρισκόμενος κάποτε ὁ Ἱεροσολύμων Παΐσιος στό Βελλιγράδι, ἀκολούθησε ἕνα θαῦμα, βεβαιωτικό μέν τοῦ δικοῦ μας καλανταρίου, ἀναιρετικό δέ τοῦ τῶν Λατίνων˙ δηλαδή ἡ ζύμη, πού ζυμώθηκε ἀπό κάποια Λατίνα κατά τήν ἡμέρα τοῦ προφήτου Ἠλιού, μεταβλήθηκε σέ πέτρα σκληρή, κίσσηρα[16].

5. Συνοδικός ἀναθεματισμός τοῦ Λατινικοῦ καλανταρίου ἀπό τή Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 1593

Ὁ αὐτός ἱερός Δοσίθεος ἀναφέρει ὅτι τόν Φεβρουάριο τοῦ 1593 συνεκλήθη Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη στόν ναό τῆς Παμμακαρίστου, στήν ὁποία συμμετεῖχαν ὁ Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας, ὁ Ἀλεξανδρείας Μελέτιος, ὁ ὁποῖος ἐπεῖχε καί τόν τόπο τοῦ Ἀντιοχείας Ἰωακείμ καί ὁ Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος, ἡ ὁποία καθόρισε νά γίνεται τό Πάσχα, ὅπως τό διόρισε ἡ Α΄ Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος, καί ἀναθεμάτισε τό νέο καλαντάριο, πού ἐπινοήθηκε ἀπό τούς Λατίνους[17].

6. Διαφορά πίστεως στόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση

Πέραν τῶν ἀνωτέρω, δέν μπορεῖ ἐκ τῶν πραγμάτων νά ὑπάρξει κοινό Πάσχα Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν Παπικῶν, διότι οἱ τελευταῖοι δέν πιστεύουν στό Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση, ὅπως διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Ὑπάρχει μέγα χάσμα μεταξύ αἱρέσεως Παπισμοῦ καί Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σχετικά μέ τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση. Ὡς γνωστόν, οἱ αἱρετικοί Παπικοί ὑπερτονίζουν τήν Σταύρωση καί ὑποτονίζουν τήν Ἀνάσταση. Κέντρο τους εἶναι ὁ Σταυρός καί ὄχι ἡ Ἀνάσταση. Τό γεγονός αὐτό, βεβαίως, ἔρχεται ὡς φυσικός ἀπότοκος καί ἀπόρροια τῆς κακόδοξης διδασκαλίας τους περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης, ἀλλά καί τῆς ἀπογυμνώσεως τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν Θεότητα, μέ ἀποτέλεσμα τόν οὐμανισμό, ἀνθρωπισμό. Γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅμως, κέντρο παραμένει, ὁ Ἐσταυρωμένος καί Ἀναστημένος Θεάνθρωπος, χωρίς βεβαίως νά παραγνωρίζεται καί νά παραγκωνίζεται ἡ σημασία τῆς Σταυρικῆς Θυσίας. Χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι ὁ σταυροαναστάσιμος χαρακτήρας, ἡ χαρμολύπη. Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπου ἀσκούμασθε σταυρικά, λαμβάνουμε τήν πείρα τῆς Ἀναστάσεως. Ὅλα στήν Ἐκκλησία μας εἶναι ἀναστάσιμα, γιατί ὅλα εἶναι σταυρικά. Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως. Χωρίς Σταυρό δέν ὑπάρχει Ἀνάσταση. Ἀλλά, οὔτε καί Σταυρός ὑπάρχει, πού νά μήν ἀκολουθεῖται ἀπό τήν Ἀνάσταση. Γι’αὐτό οἱ Ὀρθόδοξοι ἑορτάζουμε καί τή Μ. Παρασκευή ἀναστάσιμα, ἐνῶ οἱ Δυτικοί καί τό Πάσχα σταυρώσιμο[18].

7. Ἀρμένιοι : Ὁ Κύριος ἀναστήθηκε τό Σάββατο· ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου εἶναι διήμερη!

Ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης[19] μᾶς παρέχει καί μία ἄγνωστη στους πολλούς πληροφορία γιά τούς αἱρετικούς μονοφυσῖτες τούς Ἀρμενίους σχετικά μέ τό Πάσχα. Μᾶς παραπέμπει στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία τοῦ Μελετίου[20], ὅπου ἐκεῖ γράφεται ὅτι φρόνημα τῶν Ἀρμενίων εἶναι τό νά λένε ὅτι ὁ Κύριος ἀναστήθηκε τό Σάββατο καί ὅτι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου εἶναι διήμερη. Γράφεται ἐκεῖ αὐτολεξεί τό ἐξῆς : «Ἔλεγον (οἱ Ἀρμένιοι) πώς ὁ Χριστός δέν ἀνέστη τῇ Κυριακῇ, ἀλλά τῷ Σαββάτῳ. Ὅθεν, ὄχι τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ μετά τήν σταύρωσιν, ἀλλά ἀνέστη τῇ δευτέρᾳ». Δηλ. «Ἔλεγαν οἱ Ἀρμένιοι πώς ὁ Χριστός δέν ἀναστήθηκε τήν Κυριακή, ἀλλά τό Σάββατο. Γι’ αὐτό, ἀναστήθηκε, ὄχι τήν τρίτη ἡμέρα μετά τήν σταύρωση, ἀλλά τήν δεύτερη». Αὐτό τό αἱρετικό ἀρμενικό φρόνημα υἱοθέτησαν οἱ ἐν Ἑλλάδι οἰκουμενιστές, ὅταν τό Πάσχα τοῦ 2021 ἀνέστησαν τόν Κύριο, ὄχι τριήμερο, ἀλλά διήμερο, ὄχι τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα, ἀλλά τό Μέγα Σάββατο στίς 9 τό βράδυ, λόγῳ κορωναϊοῦ, τότε πού συνέπεσε καί τό νομικό φάσκα τῶν Ἰουδαίων.   

Ἐπίλογος

Ὁ σχεδιαζόμενος διαχριστιανικός κοινός καί σέ σταθερή ἡμερομηνία ἑορτασμός τοῦ Πάσχα προϋποθέτει συνεπομένως καί κοινό συλλείτουργο μεταξύ Πατριάρχου Βαρθολομαίου καί τῶν ἀρχηγῶν τῶν ἄλλων αἱρέσεων. Αὐτό σημαίνει ὅτι σέ μία τέτοια περίπτωση, ἐνδεχομένως θά ἔχουμε πλέον ἐπίσημο κοινό ποτήριο, ἄνευ τῆς ἀποκηρύξεως ὑπό τοῦ παπισμοῦ, τοῦ προτεσταντισμοῦ καί τοῦ μονοφυσιτισμοῦ τῶν αἱρέσεων, τῶν κακοδοξιῶν τους καί τῆς διαστρεβλώσεως τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν διδαχῶν τῶν Ἀποστόλων, δηλ. ψευδοένωση μέ ἀπρόβλεπτες συνέπειες γιά τήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, γιά τίς ὁποῖες μοναδικοί ὑπαίτιοι καί ὑπεύθυνοι θά εἶναι γι’ ἀκόμη μία φορά πρωτίστως ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος καί οἱ συνοδοιποροῦντες αὐτῶ.

Μοναδική λύση καί σ’ αὐτό τό ἀδιέξοδο ἡ διακοπή μνημονεύσεως τῶν οἰκουμενιστῶν ψευδεπισκόπων, ἡ ἁγιοπνευματική, ἁγιοπατερική καί ἱεροκανονική ἀποτείχιση, τήν ὁποία, Χάριτι τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ, ἤδη ἐφαρμόζουμε τά τελευταῖα 5 ἔτη.

ΧΡΙCΤΟC ΑΝΕCΤΗ !

ΑΛΗΘΩC ΑΝΕCΤΗ Ο ΚΥΡΙΟC !

ΑΓΙΟΝ ΠΑCΧΑ 2025


[1] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλου, Θεσ/κη 2003, σσ. 118-122.

[2] ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, Τά Ἄπαντα, «Ἑρμηνεία εἰς τό τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως τῶν Χριστιανῶν ἱερόν Σύμβολον» καί «Ἔκθεσις περί τῶν ρητῶν τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου, πόθεν συνήχθησαν καί κατά τίνων αὐτά εἶναι συγκείμενα», ἐκδ. Β. Ρηγόπουλου, Θεσ/κη 1985, σσ. 398-430.

[3] Τοῦ ἰδίου, «Ἔκθεσις…», σ. 427.

[4] Ἰω. 1, 14.

[5] Ρωμ. 8, 21.

[6] Τοῦ ἰδίου, «Ἑρμηνεία…», σ. 410.

[7] Τοῦ ἰδίου, «Ἔκθεσις…», σ. 427.

[8] Μάρκ. 16, 9.

[9] Λουκ. 24, 21.

[10] Λουκ. 24, 36.

[11] Λουκ. 24, 6-8.

[12] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 2003, σσ. 8-11.

[13] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Κατά Ἰουδαίων Λόγος Γ΄ εἰς τούς τά πρώτα Πάσχα νηστεύοντας, ΕΠΕ 34, Πατερικαί ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς», Θεσσαλονίκλη 1988, σσ. 160-191.

[14] ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Ἀραβικός χρονογράφος, σ. 266.

[15] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος˙ περί τῶν ἐν Ἱεροσολύμοις πατριαρχευσάντων, βιβλίο 12ο, κεφ. 2ο, § β ΄, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 1983,  σσ. 105-106.

[16] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον,σσ. 8-9.

[17] ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, ἔνθ’ ἀνωτ, σσ. 231-232.

[18] ΑΡΧΙΜ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΨΑΝΗΣ, Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ καί ἡ σημασία του στή ζωή μας, ἐκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 1993, σσ. 46-47.

[19] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ἑρμηνεία εἰς τάς ΙΔ΄ ἐπιστολάς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τ. Α΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1989, σσ. 642-643.

[20] ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΘΗΝΩΝ ΜΕΛΕΤΙΟΣ Β΄, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, τ. δ΄, κεφ. λδ΄, σ. 516.