ΟΙ ΠΑΜΜΕΓΙΣΤΟΙ ΤΑΞΙΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΙ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΥΜΑΤΟΘΡΑΥΣΤΕΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΧΙΣΜΑΤΩΝ

Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος

06-01-2018

Κατά τήν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ φανερώθηκε ἡ Ἁγία Τριάδα. Ἕνας ἀπό τούς σκοπούς τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως, ἀλλά καί τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ, ἦταν ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὅτι δηλαδή ὁ Θεός, παρ’ὅλο πού ἔχει μία οὐσία, μία φύση, μία Θεότητα, εἶναι ὅμως Τρισυπόστατος, ἔχει τρεῖς ὑποστάσεις, τρία πρόσωπα, Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα. Αὐτό εἶναι τό μέγα μυστήριο˙ ὅτι φανερώθηκε ὁ Θεός, ἡ Ἁγία Τριάς. Γι’αὐτό καί στό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς λέμε : «Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις». Καί σέ ἄλλο τροπάριο : «Τριάδος ἡ φανέρωσις, ἐν Ἰορδάνῃ γέγονεν». Ἐμεῖς, λοιπόν, οἱ Ὀρθόδοξοι πιστεύουμε, προσκυνοῦμε καί λατρεύουμε τήν Ἁγία Τριάδα, τόν Πατερα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Καί κατά τοῦτο διαφέρουμε ἀπό ὅλες τίς ἄλλες αἱρέσεις καί τίς θρησκεῖες. Κανείς ἄλλος δέν πιστεύει σέ Ἁγία Τριάδα. Οὔτε οἱ αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ καί τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, οὔτε οἱ παραθρησκεῖες τοῦ Μουσουλμανισμοῦ καί τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ. Οἱ τῶν αἱρέσεων καί τῶν θρησκειῶν πιστεύουν σέ ψευδοθεούς, σέ ἐμπαθείς καί φιλήδονους κοινούς θνητούς ἀνθρώπους, σέ ψευδοδιδασκάλους καί ψευδοπροφῆτες. Καί μόνο μία ἁπλή σύγκριση τῆς ἁγίας Ὀρθοδοξίας μας μέ τίς αἱρέσεις καί τίς θρησκεῖες καταδεικνύει τήν ἀσύγκριτη ἀνωτερότητα καί τό ὑπεροχικόν τῆς εὐσεβοῦς ἡμῶν πίστεως.

Ἔτσι, λοιπόν, κατά τήν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ ἀκούγεται ἡ φωνή τοῦ Πατρός, πού μαρτυρεῖ καί ἐπιβεβαιώνει ὅτι ὁ εὑρισκόμενος στόν Ἰορδάνη τήν ὥρα ἐκείνη εἶναι ὁ Υἱός Του, καθώς ἐπίσης παρίσταται καί τό Ἅγιον Πνεῦμα «ὡσεί περιστερά», σάν περιστέρι.

Ἡ φωνή τοῦ Πατρός μαρτυρεῖ καί ἐπιβεβαιώνει ὅτι Αὐτός (ὁ Χριστός) εἶναι ὁ ἀγαπητός Του Υἱός. Κατά τόν Εὐαγγελιστή Ματθαῖο : «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα»[1]. Ὁ Λέγων, δηλαδή ὁ Πατήρ, μαρτυρεῖ γιά τόν Λόγο Του, δηλαδή τόν Υἱό Του τόν ἀγαπητό. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα, πρό πάντων τῶν αἰώνων, καί αὐτή ἡ γέννηση εἶναι τό ὑποστατικό ἰδίωμα τοῦ Δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἄς προσέξουμε ἐδῶ ὅτι ὁ Πατήρ μαρτυρεῖ καί ἀποκαλεῖ ἀγαπητό Του Υἱό, ὄχι τόν Τίμιο Πρόδρομο, οὔτε κάποιον ἄλλο ἄνθρωπο, πού ἦταν παρών ἐκείνη τήν στιγμή στόν Ἰορδάνη, ἀλλά μόνο τόν Χριστό. Μέ τά σημερινά δεδομένα, θά λέγαμε ὅτι ὁ Πατήρ δέν ἀποκάλεσε ἀγαπητό Του Υἱό οὔτε τόν Πάπα, οὔτε τόν Λούθηρο, οὔτε τόν Ἀλλάχ, οὔτε τόν Μωάμεθ, οὔτε τόν Κομφούκιο, οὔτε τόν Δαλάι Λάμα ἤ ὁποιονδήποτε ἄλλο, παρά μόνο τόν Χριστό. Ἡ αὐθεντική καί γνήσια αὐτή φωνή τοῦ Θεοῦ Πατρός εἶναι ἄνωθεν θεϊκή, ἀποστομωτική ἀπαντήση στούς ὑποστηρικτές καί ὑπερμάχους τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πού ἰσχυρίζονται ὅτι ὅλες οἱ αἱρέσεις, οἱ θρησκεῖες καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πιστεύουν δῆθεν σέ ἕνα κοινό θεό, μόνο πού τόν ὀνομάζουν μέ διαφορετικά ὀνόματα καί τόν λατρεύουν μέ διαφορετικές παραδόσεις.

Αὐτό, πού εἶναι ἀξιοπρόσεκτο, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τον Παλαμᾶ, εἶναι ἡ φράση «ἐν ᾧ εὐδόκησα». Γιά νά δοῦμε τήν ἀξία αὐτῆς τῆς φράσεως, ἀλλά καί τήν σπουδαιότητα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά προσέξουμε τήν διαφορά μεταξύ τοῦ «κατ’εὐδοκίαν» καί τοῦ «κατά παραχώρησιν» θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ἕνα εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἄλλοτε ἐνεργεῖ κατ’εὐδοκία, ἀφοῦ τό θέλει ὁ Θεός, καί ἄλλοτε κατά παραχώρηση, ἀφοῦ δέν τό θέλει, ἀλλά τό παραχωρεῖ καί τό ἀνέχεται. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγει ὅτι ἡ ἐπιβεβαίωση τοῦ Πατρός «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» δείχνει ὅτι ἡ ἐνανθρώπηση ἀνήκει στό κατ’εὐδοκίαν θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο λέγεται καί προηγούμενο θέλημα.

Ἡ μαρτυρία τοῦ Πατρός ὅτι ὁ βαπτιζόμενος δέν εἶναι ἕνας κοινός ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Υἱός Του ὁ ἀγαπητός, δείχνει τήν Θεότητα τοῦ Λόγου, τό ὁμοούσιό Του μέ τόν Πατέρα. Σήμερα, ἡμέρα τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν ἐμφάνιση τῆς Ἀγίας Τριάδος καί τήν ὁμολογία τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἔχουμε τήν ἐπίσημη ὁμολογία ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ «εἷς τῆς Τριάδος», ὁ Ὁποῖος ἐνηνθρώπησε γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν διάβολο καί τόν θάνατο. Μαρτυρούμενος ὁ Υἱός ἀπό τόν Πατέρα, φανερώνεται ὅτι εἶναι «ἀπαύγασμα (ὀλόλαμπρη ἀκτινοβολία) τῆς δόξης τοῦ Πατρός», ἀφοῦ ἡ οὐσία καί ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ εἶναι κοινή. Ὀ Ἀπόστολος Παῦλος, γιά νά δείξει τήν Θεότητα τοῦ Λόγου, λέγει στήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολή : «Ὅς ὤν ἀπαύγασμα τῆς δόξης καί χαρακτήρ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ»[2], δηλαδή «αὐτός (ὁ Χριστός) εἶναι προαιωνίως ὀλόλαμπρη ἀκτινοβολία τῆς ἄπειρης δόξας τοῦ Πατρός, ἀκριβέστατο, ἀπαράλλακτο καί ἐνυπόστατο ἀποτύπωμα τοῦ Πατρός, τῆς ἴδιας οὐσίας καί ἄπειρης τελειότητας, ἴσος μέ Ἐκεῖνον (τόν Πατέρα)». Ἀπό τήν ἄνωθεν θεϊκή αὐτή ἀποκάλυψη καταισχύνονται σήμερα τόσο ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ καί τά ἔκγονά της, δηλαδή οἱ ψευδομάρτυρες τοῦ Ἱεχωβᾶ ἤ Χιλιαστές, ὅσο καί οἱ Μουσουλμάνοι καί Ἰουδαῖοι, ἐπειδή δέν ἀποδέχονται ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός, ἀλλά ἕνας κοινός, θνητός ἄνθρωπος.  

Στήν φανέρωση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στόν Ἰορδάνη ποταμό συμμετέχει καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, πού εἶναι τό Τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁμοούσιο καί ἱσότιμο μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό, καί ὄχι κατώτερο, ὅπως πρέσβευαν οἱ αἱρετικοί Πνευματομάχοι μέ ἀρχηγό τόν Μακεδόνιο, καί τό Ὁποῖο ἐκπορεύεται μόνον ἐκ τοῦ Πατρός, καί ὄχι καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ὅπως αἱρετικῶς καί ἐσφαλμένως πιστεύουν οἱ Παπικοί. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής «εἶδε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαίνον ὡσεί περιστεράν καί ἐρχόμενον πρός αὐτόν»[3]. Ἡ φράση «ἐπ’αὐτόν» ἀναφέρεται στον Χριστό. Ὁπότε, τήν ὥρα πού κατῆλθε τό Ἅγιον Πνεῦμα σάν περιστέρι καί κάθησε πάνω στόν Χριστό, ἀκούστηκε ἡ μαρτυρία τοῦ Πατρός. Τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐδῶ ἐμφανίζεται «ὡσεί περιστερά». Δέν ἦταν περιστέρι, δέν πῆρε τήν φύση, τήν οὐσία τοῦ περιστεριοῦ, δέν ἐμπεριστερώθηκε, ἀλλά φαινόταν ὅτι εἶχε τό σχῆμα τοῦ περιστεριοῦ. Γι’αὐτό καί μόνο στήν εἰκόνα τῆς Βαπτίσεως ἐπιτρέπεται νά εἰκονίζεται τό Ἅγιον Πνεῦμα ὑπό τήν μορφή τοῦ περιστεριοῦ. Ὅπως ἐπίσης καί μόνο στήν εἰκόνα τῆς Πεντηκοστῆς ἐπιτρέπεται νά εἰκονίζεται ὑπό τήν μορφή πυρίνων γλωσσῶν. Σέ καμμία, ὅμως, ἄλλη εἰκόνα δέν ἐπιτρέπεται νά εἰκονίζεται τό Ἅγιον Πνεῦμα.

Εἶναι σημαντικό νά λεχθεῖ ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα κατῆλθε ὡς περιστερά καί ἦλθε πάνω στόν Χριστό. Αὐτό συνδέεται στενά μέ τήν φωνή τοῦ Πατρός καί ὑποδείκνυε ὅτι ἡ φωνή «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα», δέν ἀναφέρεται στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο, ἀλλά στόν Χριστό. Ἡ ταυτόχρονη ὑπόδειξη τῆς περιστερᾶς μέ τήν φωνή τοῦ Πατρός δείχνει τό ὁμοούσιο τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀλλά καί τήν διάκριση μεταξύ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καί τοῦ Χριστοῦ. Μέχρι ἐκείνη τήν ὥρα ὁ λαός ἐκτιμοῦσε βαθύτατα τόν ἅγιο Ἰωάννη, ἐνῶ ὁ Χριστός ἦταν ἄγνωστος. Ἡ ὑποδειξη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, συνδυασμένη μέ τήν φωνή τοῦ Πατρός, ὑποδείκνυε τόν Χριστό, τόν ἀποσταλέντα Υἱό τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, κατά τόν ἱερό Θεοφύλακτο.

Ἄς παρακαλέσουμε, λοιπόν, σήμερα τήν ἐπιφανείσα Ἁγία Τριάδα νά δώσει πλουσία τήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση σέ ὅλους μας. Ἄς ἔχουμε τήν εὐλογία τοῦ ἐν Ἰορδάνῃ ποταμῷ βαπτισθέντος Κυρίου. Ἀμήν!


[1] Ματθ. 3, 17.

[2] Ἑβρ. 1, 3.

[3] Ματθ. 3, 16.

https://sotiriosnavs.com/wp-content/uploads/2020/05/IMG_20200508_130841-rotated.jpg2021-01-05 20:01:11%ce%b7-%cf%84%cf%81%ce%b9%ce%b1%ce%b4%ce%b9%ce%ba%ce%b7-%ce%b8%ce%b5%ce%bf%cf%86%ce%b1%ce%bd%ce%b5%ce%b9%ce%b1