Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος
18-10-2015
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἡ Ὀρθόδοξη Εκκλησία μας ἑορτάζει τήν μνήμη τοῦ ἁγίου ἐνδόξου καί πανευφήμου Ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ.
Λουκᾶς! Καὶ μόνο τὸ ὄνομά του κάτι φανερώνει· ἔχει σημασία. Ἡ λέξι Λουκᾶς, ὅπως λένε οἱ φιλόλογοι, προέρχεται ἀπὸ τὴ ῥίζα λοὺξ τῆς λατινικῆς γλώσσης (lux) ποὺ σημαίνει φῶς. Ἀπὸ αὐτὴν παράγονται καὶ ἄλλες λέξεις. Λόγου χάριν ἡ λέξι λύκειο· ἔχει σχέσι ἡ λέξι λύκειο μὲ τὴ λέξι Λουκᾶς. Λύκειο σημαίνει τὸ σχολεῖο ποὺ φωτίζει – κι ἀλλοίμονο ἂν δὲν φωτίζει, ἀλλὰ σκοτίζει – . Λύκειο = σχολεῖο ποὺ φωτίζει, καὶ Λουκᾶς = φωτεινός. Αὐτὸ θὰ πεῖ Λουκᾶς, φωτεινὸς – λαμπρός.
Ὁ θεῖος Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καταγόταν ἀπό τήν μεγάλη Ἀντιόχεια, ἦταν ἰατρός καί ἐξασκοῦσε τήν τέχνη τῆς ζωγραφικῆς-ἁγιογραφίας. Γνώριζε ἄριστα ὅλη τήν ἔξωθεν σοφία (φιλοσοφία καί φιλολογία), καθώς ἐπίσης καί τήν Ἑβραϊκή καί Συριακή διάλεκτο. Διατρίβοντας, λοιπόν, στή Θήβα τῆς Βοιωτίας καί ἰατρεύοντας, κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλέως Τίτου Κλαυδίου, τό 42 μ.Χ., συνάντησε τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί, ἀφοῦ πίστεψε στόν Χριστό, ἀπέβαλε τήν πατρική πλάνη τῆς εἰδωλολατρείας. Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, τόν Θεοφύλακτο Βουλγαρίας καί τόν Συναξαριστή, ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Λουκᾶς δέν ἦταν αὐτόπτης καί μαθητής του Κυρίου, οὔτε Τόν εἶδε καθόλου ζωντανό ἐπί γῆς, ἀλλά ἦταν μαθητής τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τόν ὁποῖο συνάντησε στή Θήβα καί μέσω τοῦ ὁποίου πίστεψε στόν Χριστό. Γι’αὐτό, ἀφοῦ ἄφησε ἀπό τότε τήν ἰατρεία τῶν σωμάτων, μεταχειριζόταν τήν ἰατρεία τῶν ψυχῶν. Ἀκολούθησε τόν Ἀπόστολο Παῦλο κατά τό μεγαλύτερο μέρος τῆς δευτέρας καί τρίτης ἀποστολικῆς περιοδείας του. Τόν συνόδευσε στή Ρώμη, ὅπου ἐπί δύο ἔτη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶχε μείνει φυλακισμένος. Ἀλλά καί κατά τήν δεύτερη, πολύ σκληρότερη φυλάκιση, ὅταν ὅλοι εἶχαν ἐγκαταλείψει τόν Ἀπόστολο, μόνον ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς βρισκόταν μαζί του[1].
Καθ’ ὑπαγόρευσιν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου συνέγραψε τό ἅγιο Εὐαγγέλιό του, «τόν πρῶτον λόγον»[2], καί τό ἀπέστειλε πρός τόν ἡγεμόνα τῆς Ἀχαΐας Θεόφιλο, πού τόν ὀνομάζει «κράτιστον Θεόφιλον»[3], ὁ ὁποῖος πίστεψε στόν Χριστό. Τό θεῖο Εὐαγγέλιο συνέγραψε ὁ ἱερός Λουκᾶς δεκαπέντε χρόνια μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, δηλ. τό 48 μ.Χ., στό μοναστήρι τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου. Ὅσα γράφει στό ἅγιο Εὐαγγέλιό του ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς τοῦ παρεδόθησαν ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί τούς ὑπολοίπους Ἀποστόλους, καί μάλιστα ἀπό τόν Πέτρο, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη, πού ἦταν αὐτόπτες καί αὐτήκοοι τοῦ Κυρίου. Ἡ παράδοση αὐτή ἔγινε, ὅταν πῆγε μαζί μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο στά Ἱεροσόλυμα καί συνάντησε τούς Ἀποστόλους.
Ὁ σκοπός τῆς συγγραφῆς τοῦ Εὐαγγελίου ἦταν τό νά φωτισθεῖ καί νά πληροφορηθεῖ σαφέστερα καί καθαρώτερα ὁ Θεόφιλος τήν χριστιανική διδασκαλία. Κατ’ἐπέκτασιν νά διδαχθοῦν τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως ὅλοι οἱ Χριστιανοί καί μάλιστα οἱ ἐξ ἐθνῶν Χριστιανοί. Γενικῶς, τό Εὐαγγέλιο τοῦ ἱεροῦ Λουκᾶ, πού ἀποτελεῖται ἀπό 24 κεφάλαια, εἶναι πλουσιώτερο σέ πληροφορίες περί τῆς ζωῆς, τῆς διδασκαλίας καί τοῦ ἔργου τοῦ Σωτῆρος, λογοτεχνικώτερο καί ἐπιμελημένο στήν διατύπωση, μέ ἔντονο ἑλληνικό χρῶμα σέ ὅλο τό ὕφος του.
Σύμφωνα μέ τήν προφητεία τοῦ προφήτου Ἱεζεκιήλ[4], ὁ ὁποῖος εἶδε τόν Θεό νά κάθεται στόν χερουβικό θρόνο καί τίς Ἀγγελικές δυνάμεις μέ μορφή τεσσάρων ζώων (δηλ. ἀνθρώπου, λέοντος, μόσχου καί ἀετοῦ) νά ψάλλουν τό «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ˙ πλήρης ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ τῆς δόξης σου», τό τρίτο ἀπό τά συμβολικά ζῶα, δηλ. ὁ βοῦς (ὁ βασιλιάς τῶν κατοικιδίων ζώων) ἀποδίδεται στόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ καί μ’αὐτό συμβολίζεται. Ὁ συμβολισμός αὐτός ἀναφέρεται στόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ, ἐπειδή τό Εύαγγέλιό του ἀρχίζει ἀπό τή λατρεία τοῦ παλαιοῦ νόμου, κατά τήν ὁποία τά θυσιαζόμενα ζῶα ἦταν συνήθως βόδια.
Τό κατά Λουκάν ἅγιο Εὐαγγέλιο διαβάζεται στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας κατά τό διάστημα ἀπό τήν Κυριακή πού ἀκολουθεῖ μετά τήν Κυριακή μετά τήν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέχρι τήν Κυριακή τοῦ Ἀσώτου.
Ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς συνέγραψε ἐπίσης καί τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, πού ἀποτελοῦνται ἀπό 28 κεφάλαια, γύρω στό 64 μ.Χ. καί τίς ἀπέστειλε στόν ἴδιο Θεόφιλο. Σκοπός τῆς συγγραφῆς τῶν Πράξεων εἶναι νά ἱστορήσει, σάν συνέχεια τοῦ ἔργου τοῦ Κυρίου, τήν ἴδρυση καί τήν ζωή τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, τά ἔργα τῶν Ἀποστόλων καί εἰδικώτερα τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν Παύλου. Χωρίς τίς Πράξεις, πολλά χωρία τῶν θεοπνεύστων ἐπιστολῶν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου θά ἔμεναν ἀνερμήνευτα καί ἀκατάληπτα. Τό θεόπνευστο βιβλίο τῶν Πράξεων εἶναι ἔργο ἀνεκτίμητης ἀξίας, διότι ἐξιστορεῖ τό θαῦμα τῆς πρώτης χριστιανικῆς Ἐκκλησίας καί τό μέγιστο ἔργο, τό ὁποῖο οἱ ἀγράμματοι, πτωχοί, ἄσημοι καί ἀδύναμοι Ἀπόστολοι, μέ τόν φωτισμό καί τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πραγματοποίησαν. Αὐτό ἀκριβῶς τό ἔργο ἀποδεικνύει ἀληθέστατη τήν προφητεία τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος προεῖπε στούς μαθητές Του ὁτι «κηρυχθήσεται τοῦτο τό Εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας ἐν ὅλη τῆ οἰκουμένη»[5] καί ὅτι ἡ Ἐκκλησία, μέ τήν δική Του θεία συμπαράσταση, θά θριαμβεύσει ἐναντίον ὅλων τῶν διωγμῶν καί ὅτι «πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς»[6].
Οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων διαβάζονται στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας κατά τό διάστημα ἀπό τήν Κυριακή τῆς Ἀναστάσεως μέχρι τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς.
Λέγεται ὅτι ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς πρῶτος ἁγιογράφισε τρεῖς εἰκόνες τῆς Κυρίας Θεοτόκου, στίς ὁποίες βαστάζει στίς ἀγκάλες της τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀπό κερί, μαστίχα καί χρώματα, τίς ὁποίες προσέφερε σ’αύτή, πού ἀκόμη ζοῦσε, γιά νά μάθει, ἄν ἦταν ἀρεστές σ’αὐτή. Ἡ δέ Μητέρα τοῦ Κυρίου τίς ἀποδέχθηκε καί εἶπε : «Ἡ χάρις τοῦ ἐξ ἐμοῦ τεχθέντος εἴη δι’ἐμοῦ μετ’αὐτῶν». Συνολικά ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἁγιογράφισε ἑβδομήντα (70) εἰκόνες τῆς Παναγίας, ἐκ τῶν ὁποίων τρεῖς βρίσκονται σέ μέρη ἑλληνικά. Ἡ μία εἶναι τῆς Παναγίας Σουμελᾶ, πού σωζόταν στόν Πόντο κι ἀπο’κεῖ μεταφέρθηκε στό Βέρμιο ὄρος, στή νέα Μονή Σουμελᾶ. Ἡ δεύτερη εἶναι ἡ Παναγία τῆς ξακουστῆς μονῆς Κύκκου στήν Κύπρο. Καί ἡ τρίτη εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου στήν Πελοπόννησο. Ἐπίσης, ἁγιογράφισε καί τίς εἰκόνες τῶν ἁγίων Ἀποστόλων τῶν Κορυφαίων, καί ἀπό τόν καιρό ἐκεῖνο διαδόθηκε στόν κόσμο αὐτό τό καλό, εὐσεβές καί πάντιμο ἔργο, τό νά ἁγιογραφοῦνται δηλ. οἱ εἰκόνες τῶν ἁγίων.
Ἀφοῦ ὁ ἱερός Λουκᾶς χωρίσθηκε ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο, περιῆγε ὅλη τήν Ἑλλάδα, κηρύττοντας τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης, κήρυξε τό Εὐαγγέλιο στή Γαλλία, τή Δαλματία καί τήν Ἰταλία. Ἀφοῦ ἐπέστρεψε πάλι στή Θήβα τῆς Βοιωτίας, ἐκεῖ ἀναπαύθηκε ἐν εἰρηνη, γέροντας πλέον σέ ἠλικία ὀγδόντα χρονῶν.
Μετά θάνατον, θέλοντας ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός μας νά δοξάσει τόν θεράποντα καί ὑπηρέτη του Λουκά, ἔβρεξε πάνω ἀπό τόν τάφο του κολλύρια εἰς ἔνδειξιν τῆς ἰατρικῆς του τέχνης. Κολλύριο εἶναι ἕνα ἰατρικό, κατασκευασμένο ἀπό ροδόσταγμα, βοηθητικό στά μάτια, πού ἔχουν βλάβη. Ἐξ’αἰτίας αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ὁ τάφος τοῦ θείου Ἀποστόλου ἔγινε γνωστός σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ὁ Κωνστάντιος, ὁ υἱός τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, μετέφερε ἀπό τή Θήβα στήν Κωνσταντινούπολη τό λείψανο τοῦ Ἀποστόλου, διά μέσου τοῦ ἁγίου Ἀρτεμίου, τοῦ μεγάλου δουκός τῆς Αἰγύπτου καί μεγαλομάρτυρος, καί τό ἀπεθησαύρησε στόν ναό τῶν ἁγίων Ἀποστόλων κάτω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα, μαζί μέ τά τίμια λείψανα τῶν Ἀποστόλων Ἀνδρέου καί Τιμοθέου. Ἡ κατάθεση τῶν λειψάνων τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ ἑορτάζεται στίς 20 Ἰουνίου. Ὅταν, ὅμως, οἱ σταυροφόροι, τά ὄργανα τοῦ ἀντιχρίστου Πάπα, κατέλαβαν τήν Κωνσταντινούπολη, μεταξύ τῶν ἄλλων πού ἐσύλησαν, ἦταν καί τά λείψανα τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, τά ὁποία μετέφεραν στήν Ἰταλία.
Ἡ σημερινή ἑορτῇ τοῦ ἰατροῦ ἁγίου Λουκᾶ μᾶς παρέχει εὔκαιρον ἀφορμήν γιά νά ἀναφερθοῦμε ἐν ὁλίγοις στήν ἐπιστήμη τῆς ἰατρικῆς.
Οἱ ἄρρωστοι ἔχουν ἀνάγκη βέβαια τοὺς ἰατρούς. Καὶ κανείς δὲν ἀρνεῖται τὶς ὑπηρεσίες, ποὺ προσέφερε, προσφέρει καὶ θὰ προσφέρῃ στὴν ταλαίπωρη ἀνθρωπότητα ἡ ἰατρική. Καὶ ἡ Ἁγία Γραφὴ λέει· «Τίμα τὸν ἰατρό, διότι ὁ Θεὸς τὸν ἔδωσε· καὶ δέξου τὰ φάρμακα, διότι κι αὐτὰ βγαίνουν ἀπὸ τὰ βότανα τῆς γῆς» (Σοφία Σειράχ 38, 1, 4). Τιμοῦμε, λοιπὸν, τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Ἀλλὰ, πρέπει νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι καὶ ἡ ἐπιστήμη, παρ᾿ ὅλες τὶς προόδους της, ἔρχονται στιγμὲς, ποὺ σταματᾷ· κι ὁ καλύτερος ἰατρὸς δὲν ἔχει πλέον νὰ προσφέρῃ τίποτε ἄλλο, παρὰ μόνο νὰ ὑψώσῃ τὰ χέρια στὸν οὐρανὸ καὶ νὰ ἐπικαλεσθῇ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἐποχὴ καὶ μέχρι σήμερα σὲ συνταγές τους ἀρκετοί ἰατροὶ γράφουν τή φράση «Κοὺμ Ντέο» (Cum Deo), δηλ. σὺν Θεῷ, μαζὶ μὲ τὸν Θεό. Καὶ εἶνε γεγονὸς ὅτι ἄρρωστοι, ποὺ καὶ οἱ καλύτεροι ἰατροὶ τοῦ ἐξωτερικοῦ τοὺς ἀπήλπισαν, θεραπεύθηκαν μὲ τὴ θεία βοήθεια. Ἔχουμε πολλὰ παραδείγματα· ἄρρωστοι, τοὺς πῆραν καὶ τοὺς πῆγαν στὸ Λονδῖνο, στὴ Νέα Ὑόρκη, στὴ Μόσχα κ.λπ., καὶ ἀπελπίστηκαν. Οἱ ἰατροὶ τοὺς εἶπαν ὅτι δὲν ὑπάρχει θεραπεία. Καὶ ἔγιναν καλὰ μὲ τὴν πίστι στὸν Θεό.
Ναί! Ἡ πίστις εἶναι μεγάλος παράγοντας καὶ γιὰ τὴ θεραπεία τῶν ἀσθενῶν. Καὶ κάνουν θαύματα ἡ Παναγία καὶ οἱ ἅγιοι· δὲν εἶναι ψέμα. Στὴν πίστι, λοιπόν, καταφεύγει ὁ ἄνθρωπος τὴν ὥρα τῆς ἀσθενείας, σὲ στιγμὲς ὀδύνης. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος ἰατρὸς ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλο φάρμακο ἀνώτερο ἀπὸ τὴν πίστι. Μεγάλο πρᾶγμα ἡ πίστις. Ὁ Καρρέλ, ἕνας μεγάλος ἰατροφιλόσοφος, εἶπε ὅτι ἡ πίστις εἶναι παράγοντας θεραπείας· ὅταν ὁ ἀσθενὴς χάσῃ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν πίστι στὸν Θεό, ἀπογοητεύεται καὶ πεθαίνει. Ἕνας δὲ ἄλλος διάσημος ἰατρὸς ἔγραψε ἕνα βιβλίο, ποὺ μεταφράσθηκε καὶ στὴν ἑλληνικὴ, μὲ τίτλο «Πίσω μας στέκει ὁ Θεός», πίσω δηλαδὴ ἀπὸ ὅλα εἶναι ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ.
Ὅλοι, ἀγαπητοί μου, εἴμαστε ἀσθενεῖς – ὄχι τόσο σωματικῶς ὅσο ψυχικῶς – καὶ ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη θεραπείας. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς θεμελίωσε τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία του, γιὰ νὰ εἶναι αὐτὴ τὸ θεραπευτήριο ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἐκεῖ ὁ Ἴδιος, «ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν», προσφέρει τὴ νοσηλεία, τὸ φάρμακο καὶ τὴ θεραπεία. Συνεργάτες του στὸ θεραπευτικὸ αὐτὸ ἔργο καλεῖ ἐκλεκτοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ἁγίους ἀποστόλους, τοὺς ἁγίους πατέρες καὶ τοὺς σημερινοὺς κληρικούς.
Ἰατρὸς σωμάτων, ποὺ ἔθετε τὴν ἐπιστήμη του στὴν ὑπηρεσία κάθε πονεμένου ἀσθενοῦς ἦταν ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς. Εἶχε, ὅμως, κι αὐτὸς ἀνάγκη ἰατροῦ, ἰατροῦ τῆς ψυχῆς. Καὶ βρῆκε τὸν ἰατρό. Τὸν βρῆκε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος τὸν ὡδήγησε στὸ θεραπευτήριο τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ, καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, προτοῦ νὰ προσφέρῃ στὸν ἅγιο Λουκᾶ τὴν ψυχικὴ θεραπεία, τὴν εἶχε καὶ ὁ διος δεχθῆ, τότε ποὺ βάδιζε πρὸς τὴ Δαμασκό, ἀπὸ αὐτὸν τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ποὺ εἶνε ὁ Ἰατρὸς τῶν ἰατρῶν. Δηλαδὴ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ προσῆλθαν ὡς ἀσθενεῖς, καὶ ἀφοῦ θεραπεύθηκαν, μὲ τὴ χάρι τοῦ Κυρίου, ἔγιναν ἰατροὶ τῶν ἄλλων.
Ἐπὶ τῇ ἑορτῇ τοῦ ἰατροῦ ἁγίου Λουκᾶ ἄς ἀπευθυνθοῦμε τέλος πρὸς τοὺς ὁμοτέχνους του, τούς ἰατρούς καί τούς νοσηλευτές.
Ἀγαπητοί μας ἰατροί, νοσηλευτές καὶ ὅλοι ὅσοι ὑπηρετεῖτε μὲ κάθε τρόπο τὸν ἀσθενῆ! Κανείς δὲν ὑποτιμᾷ τὴν ἀξία τῆς προσφορᾶς σας· ὅλοι τὴν ἀναγνωρίζουμε καὶ τὴν ὁμολογοῦμε. Θέλουμε, ὅμως, νὰ σᾶς ὑπενθυμίσουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι μόνο σῶμα, εἶναι καὶ ψυχή· καὶ ὅτι κι ἐσεῖς, ποὺ προσφέρετε νοσηλεία καὶ θεραπεία στὰ σώματα τῶν ἄλλων, ἔχετε καὶ οἱ ἴδιοι ἀνάγκη θεραπείας τῆς ψυχῆς σας. Ἔχετε ψυχὴ ἀθάνατη καὶ ἀνεκτίμητη˙ φροντίστε γι᾿ αὐτήν. Βλέπετε καθημερινῶς τὴν πραγματικότητα, ὅτι ἡ ζωὴ αὐτὴ τελειώνει. Φροντίστε γιὰ τὴν αἰωνία θεραπεία σας. Μιμηθῆτε σ᾿ αὐτὸ τὸν προστάτη σας ἅγιο Λουκᾶ. Πλησιάστε μὲ πίστι τὸν Ἰατρὸ τῶν ἰατρῶν, τὸν θεραπευτὴ ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως.
Ἐμεῖς, λοιπόν, σήμερα, πού ἑορτάζουμε τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Λουκά, τοῦ χρωστᾶμε ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη, ἐπειδή μᾶς παρέδωσε τά δύο Εὐαγγέλιά του, τό κατά Λουκάν ἅγιο Εὐαγγέλιο, ὅσο καί τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Ἄς τόν εὐχαριστήσουμε, ἐπειδή μᾶς παρέδωσε τήν καλή ἀγγελία, τήν χαρμόσυνη εἴδηση, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν λύτρωση, πού προσφέρει ὁ Χριστός στόν κόσμο μέ τήν γέννηση, τόν σταυρό καί τήν ἀνάστασή Του, καί τό λυτρωτικό μήνυμα, πού ἔχει ὡς ἀντικείμενο καί περιεχόμενο τόν Χριστό καί στόχο τήν μετάνοια τῶν ἀνθρώπων. Αὐτό τό Εὐαγγέλιο ἄς ἐγκολποθοῦμε κι ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, καί θά ἔχουμε τήν εὐχή καί τήν εὐλογία τοῦ ἁγίου ἐνδόξου καί πανευφήμου Ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ. Ἀμήν!
[1] Β΄ Τιμ. 4,11.
[2] Πράξ. 1,1.
[3] Λουκ. 1,3.
[4] Ἱεζ. 1, 5-14
[5] Ματθ. 24,14.
[6] Ματθ. 16,18.
ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Η ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ Η΄ ΜΕΡΟΥΣ ΑΥΤΩΝ, ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ, ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ