ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ

Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος

30-12-2012

Mιά ἐσφαλμένη ἀντίληψη, πού κυκλοφορεῖ ἰδίως αὐτές τίς ἡμέρες του ἱεροῦ δωδεκαημέρου, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἡ υἱοθέτηση τῆς 1ης Ἰανουαρίου ὡς πρωτοχρονιᾶς, ὡς ἀρχή τοῦ νέου ἔτους.

Ἄς δοῦμε, ὅμως, πῶς ὄντως ἔχουν τά πράγματα.

Σύμφωνα μέ τό συναξάριο, τήν 1η Ἰανουαρίου ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τήν Δεσποτική ἑορτή τῆς Περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ καί τήν μνήμη τοῦ ἐν ἀγίοις πατρός ἡμῶν Βασιλείου Ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας τοῦ Μεγάλου καί Οὐρανοφάντορος. Βλέπουμε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὅτι δέν γίνεται καμμιά μνεία, καμμία ἀναφορά γιά πρωτοχρονιά καί ἀρχή τοῦ νέου ἔτους. «Καί τότε πῶς προέκυψε νά ἑορτάζουμε τήν 1η Ἰανουαρίου ὡς ἀρχή τοῦ νέου ἔτους»; θά ρωτοῦσε κάποιος. Δυστυχῶς, ἀγαπητοί μου, εἶναι κατάλοιπο τῆς εἰδωλολατρείας. Σύμφωνα μέ τόν Ὅσιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, ὁ Ρωμαῖος βασιλιάς Νουμᾶς ὀνόμασε τόν μήνα αὐτό Ἰανουάριο πρός τιμήν τοῦ ψευδοθεοῦ Ἰανοῦ. Αὐτός ὁ ψευδοθεός Ἰανός κατά μία ἐκδοχή ἦταν ἕνα τετράμορφο ἄγαλμα, τό ὁποῖο ἀπεικόνιζε τίς τέσσερεις ἐποχές τοῦ χρόνου. Ἄλλοι ἔγλυφαν τό δεξί του χέρι, στό ὁποῖο κρατοῦσε ἤ ἕνα κλειδί, τό ὁποῖο δήλωνε τήν ἄνοιξη καί τήν ἀρχή τοῦ χρόνου, ἤ τό στοιχεῖο «τ», καί ἄλλοι ἔγλυφαν τό ἀριστερό του χέρι, στό ὁποῖο κρατοῦσε τό στοιχεῖο «ξε», τό ὁποῖο δήλωνε τίς 365 ἡμέρες τοῦ χρόνου. Κατά τήν ἄλλη ἐκδοχή ὁ ψευδοθεός Ἰανός παρουσιάζεται μέ δύο πρόσωπα, ἀπό τά ὁποία τό μέν γηραλέο σημαίνει τό παλαιό ἔτος, πού ἔληξε, τό δέ νέο τόν χρόνο, πού ἤδη ἄρχισε. Ἄλλοι πάλι λένε ὅτι τό ἕνα πρόσωπο παριστάνει τόν ψευδοθεό Ἰανό καί τό ἄλλο τόν Κρόνο, τόν ὁποῖο ὁ Ἰανός παρέλαβε συμβασιλέα[1].

Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὅτι ὁ ἑορτασμός τῆς 1ης Ἰανουαρίου ὡς πολιτικῆς πρωτοχρονιᾶς εἶναι εἰδωλολατρικό ἔθιμο.

Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει καθορίσει τήν 1η Σεπτεμβρίου νά ἑορτάζεται ὡς ἀρχή τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Πολλοί ἀπό τούς ὕμνους, τούς ὁποίους ἀκοῦμε ἐκείνη τήν ἡμέρα, εἶναι ἀφιερωμένοι στόν νέο, τόν καινούργιο χρόνο. Ἡ Ἐκκλησία μας δέν ἑορτάζει πρωτοχρονιά τήν 1η Ἰανουαρίου. Ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει πρωτοχρονιά τήν 1η Σεπτεμβρίου. Τότε, λοιπόν, πρέπει νά ἑορτάζουμε τόν καινούργιο χρόνο καί τότε πρέπει νά εὐχόμαστε «εὐλογημένο καί σωτήριο χρόνο». Στό συναξάριο τῆς 1ης Σεπτεμβρίου διαβάζουμε : «Ἀρχή τῆς Ἰνδίκτου, δηλαδή τοῦ νέου ἔτους». Ἴνδικτος ἤ Ἰνδικτιών στά Λατινικά σημαίνει ὁρισμός, ἐπινέμηση, δηλαδή μερισμός τοῦ χρόνου. Πρέπει νά γνωρίζουμε, ἀγαπητοί μου, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν 1η Σεπτεμβρίου τήν Ἰνδικτιώνα γιά τρία αἴτια˙

Πρῶτον, ἐπειδή αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ χρόνου. Γι’ αὐτό καί αὐτή τιμόταν πολύ ἀπό τούς παλαιούς Ρωμαίους ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων.

Δεύτερον, ἐπειδή αὐτή τήν ἡμέρα πῆγε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός στή συναγωγή τῶν Ἰουδαίων καί τοῦ δόθηκε τό βιβλίο τοῦ Προφήτου Ἠσαΐου, καθώς γράφει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, τό ὁποῖο, ἀφοῦ ἄνοιξε ὁ Κύριος, βρῆκε ἀμέσως τό χωρίο ἐκεῖνο, δηλαδή τήν ἀρχή τοῦ 61ου κεφαλαίου τοῦ Προφήτου Ἠσαΐου, στό ὁποῖο εἶναι γραμμένα γι’ Αὐτόν τά ἑξῆς λόγια : «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ’ ἐμέ˙ οὗ ἕνεκεν ἔχρισέ μέ˙ εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ μέ, ἰάσασθαι τούς συντετριμμένους τήν καρδίαν, κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καί τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστείλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει˙ κηρύξαι ἐνιαυτόν Κυρίου δεκτόν»[2]. Ἀφοῦ διάβασε ὁ Κύριος αὐτά τά λόγια, πού σχετίζονταν μέ Αὐτόν, ἀσφάλισε τό βιβλίο καί τό ἔδωσε στόν ὑπηρέτη˙ ἔπειτα, ἀφοῦ κάθισε, εἶπε στόν λαό «ὅτι σήμερον ἐτελειώθησαν οἱ λόγοι τῆς προφητείας ταύτης εἰς τά ὦτα ὑμῶν»[3]˙ γι’ αὐτό ὁ λαός, πού ἄκουγε αὐτά, θαύμαζε γιά τά χαριτωμένα λόγια, τά ὁποία ἔβγαιναν ἀπό τό στόμα Του, ὅπως γράφει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς.

Ὑπάρχει καί τρίτη αἰτία, γιά τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ κάνει τήν 1η Σεπτεμβρίου τήν ἐνθύμηση τῆς Ἰνδίκτου καί ἑορτάζει τήν ἀρχή τοῦ νέου χρόνου. Μέσῳ τῆς ὑμνωδίας καί τῆς ἱκεσίας, τήν ὁποία προσφέρουμε στόν Θεό σ’ αὐτή τήν ἑορτή, νά γίνει ὁ Θεός ἴλεως σ’ ἐμᾶς, νά εὐλογήσει τόν νέο χρόνο, νά μᾶς τόν χαρίσει εὐτυχή καί γεμάτο ἀπό ὅλα τά σωματικά ἀγαθά, νά φωτίσει τίς διάνοιές μας ὥστε νά περάσουμε ὅλο τόν χρόνο καθαρῶς καί μέ ἀγαθή συνείδηση καί νά εὐαρεστήσουμε τόν Θεό μέ τήν φύλαξη τῶν ἐντολῶν Του καί ἔτσι νά τύχουμε τῶν οὐρανίων καί αἰωνίων ἀγαθῶν.

Ἐπιπλέον, ὁ Σεπτέμβριος λέγεται ἀρχή τοῦ χρόνου, διότι, κατά τήν διάρκεια αὐτοῦ τοῦ μηνός, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, παύει μέν ἡ γῆ ἀπό τό νά γεννᾶ τούς καρπούς, ἀρχίζει δέ πάλι νά συλλαμβάνει κατά κάποιον τρόπο καί νά ἐγκυμονεῖ ἄλλους νέους καρπούς. Τέλος, εἶναι γνωστό ὅτι Σεπτέμβριος ἦταν ὅταν οἱ υἱοί Ἰσραήλ κυρίευσαν τήν γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Γι’ αὐτό κατ’ αὐτόν ἄρχισαν νά γεωργοῦν τήν γῆ[4].


[1] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Γ΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 9.

[2] Λκ. 4, 18-19.

[3] Λκ. 4, 21.

[4] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Α΄, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2003, σσ. 45-49.

Share:
πνευματική ιδιοκτησία π. Ἀγγέλου Ἀγγελακοπούλου
error: Content is protected !!